Η σφαγή του Διστόμου μέσα από τα μάτια του Αργύρη
ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ για την ιστορία ζωής ενός 4χρονου που επέζησε από τη ναζιστική κτηνωδία
Η σφαγή του Διστόμου μέσα από τα μάτια του Αργύρη
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΙΟΥΣΗ
10 Ιουνίου 1944. Δίστομο. Ο μικρός Αργύρης, σχεδόν τεσσάρων χρόνων, επιζεί μιας κτηνώδους σφαγής των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής: «μέτρο εξιλέωσης» μιας ναζιστικής μεραρχίας ως αντίποινα για επίθεση ανταρτών εναντίον των Γερμανών στην περιοχή. Σε λιγότερο από δύο ώρες σκοτώνονται 218 κάτοικοι του χωριού - γυναίκες, άντρες, γέροι, μωρά και βρέφη. Ο Αργύρης χάνει τους γονείς του και άλλους 30 συγγενείς. 1-10 Ιουνίου 1944.
«Ενα τραγούδι για τον Αργύρη», η συγκινητική ιστορία του Αργύρη Σφουντούρη μέσα από το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ του Στέφαν Χάουπτ, που θα προβληθεί από τον Οκτώβριο στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Ο σκηνοθέτης τον γνώρισε πριν από δέκα χρόνια. Εκείνη την εποχή προσπαθούσε με μια θεατρική ομάδα να ανεβάσει στη σκηνή το βιβλίο «Ασκητική» του Νίκου Καζαντζάκη (στην Ελβετία είναι γνωστός κυρίως ως ο συγγραφέας τού «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»). Τότε έψαχνε μια ανδρική φωνή που θα μπορούσε να διαβάσει στην παράσταση κάποια κομμάτια της αρχής και του τέλους της «Ασκητικής» στα ελληνικά. Τη βρήκε στο πρόσωπο του συγγραφέα και μεταφραστή Αργύρη Σφουντούρη, ο οποίος είναι σήμερα 66 χρόνων.
Ο Αργύρης Σφουντούρης, 66 χρόνων σήμερα, στέλνει το μήνυμά του: Να αγωνιζόμαστε για το δίκιο μας και να μην το βάζουμε κάτω
Κύριε Σφουντούρη, είναι οι πιο παλιές μνήμες της ζωής σας;
«Εκείνο το πρωί θυμάμαι που ήρθαν τα φορτηγά και τους Γερμανούς στρατιώτες να κατεβαίνουν απ' αυτά στην πλατεία του χωριού· σ' ένα παιδί αυτό κάνει μεγάλη εντύπωση. Θυμάμαι που ανέκριναν τον παπά και τον πρόεδρο και μετά μας διέταξαν να μπούμε στα σπίτια μας. Ο πατέρας μου έκλεισε το μαγαζί και κλειστήκαμε μέσα. Ωρες αργότερα, το απόγευμα, με είχαν βάλει στο παράθυρο να βλέπω έξω. Τότε ήταν που οι Γερμανοί γύρισαν, με την εντολή να προβούν σε αντίποινα για το σαμποτάζ. Θυμάμαι πολύ καλά το οπλοπολυβόλο που έστησαν στην αυλή του σχολείου, το έβλεπα από το παράθυρο, και με αυτό εκτέλεσαν πρώτα τους 12 συγχωριανούς που τους είχαν ομήρους. Μετά όρμησαν στα σπίτια και άρχισε η σφαγή. Κάποια στιγμή κάποιος μπήκε στην αυλή του σπιτιού μας και έβαλε φωτιά· καπνοί ανέβαιναν στο σπίτι. Ο πατέρας μας βγήκε πρώτος έξω κι εμένα με πήραν οι αδερφές μου για να γλιτώσουμε από τη φωτιά. Κατεβήκαμε τη σκάλα και ψάχναμε τον πατέρα μου. Οταν προσπαθήσαμε να βγούμε από την αυλόπορτα, θυμάμαι τους Γερμανούς να ανεβαίνουν στα φορτηγά για να φύγουν. Μας είδε ένας από αυτούς και μας έκανε νόημα να μπούμε πάλι μέσα. Αργότερα, όταν κάναμε μια απόπειρα να βγούμε πάλι από την αυλή και να πάμε στη γιαγιά μας, έχω την εικόνα του πατέρα μου ξαπλωμένου στο δρόμο. Ετρεξα να τον αγκαλιάσω. Δεν είχα καταλάβει ακριβώς τι είχε συμβεί και θυμάμαι τις αδερφές μου που με συγκράτησαν».
Στο ορφανοτροφείο
- Πώς βρεθήκατε στο ορφανοτροφείο;
«Με πήγε ο παππούς όταν έπρεπε να πάω σχολείο. Με παρέδωσε στο Τζάνειο στον Πειραιά. Δεν ήθελα να μείνω και να αποχωριστώ από την οικογένειά μου· θυμάμαι κλωτσούσα με δύναμη στον αέρα. Με κράτησαν με το ζόρι. Ο τελευταίος αποχαιρετισμός από ό,τι είχε απομείνει από την οικογένειά μου ήταν πολύ σκληρός. Το Τζάνειο είχε ένα παράρτημα στην Εκάλη για τα πιο αδύναμα παιδιά και με μετέφεραν εκεί γιατί ήμουν πολύ άρρωστος και αδύναμος. Εμεινα εκεί για 2,5 χρόνια, ώσπου συνήλθα».
- Μετά πήγατε στην Ελβετία στο Πεσταλότσι;
«Το 1949 ζήτησαν οι Ελβετοί παιδιά από την Ελλάδα για το διεθνές παιδικό χωριό που είχαν ιδρύσει το 1946, και μετά από κάποια τεστ που μας έκαναν και κάποιες ερωτήσεις, τον Μάρτιο του 1949, φύγαμε συνολικά 32 παιδιά για την Ελβετία. Στο Πεσταλότσι τα Ελληνόπουλα μέναμε σε δύο σπίτια, από 16 παιδιά στο κάθε σπίτι. Εκεί τελειώσαμε το Δημοτικό στα ελληνικά, είχαμε Ελληνα δάσκαλο. Παράλληλα μάθαμε και γερμανικά, για να παρακολουθήσουμε στη συνέχεια το ελβετικό σχολείο. Εκεί τελείωσα το Λύκειο. Με το απολυτήριο του Λυκείου γράφομαι στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, το οποίο είχε παγκόσμια φήμη. Σπουδάζω μαθηματικά, φυσική και αστροφυσική. Στη συνέχεια τελείωσα την πτυχιακή μου στην πυρηνική φυσική. Παράλληλα, από τον δεύτερο χρόνο των σπουδών μου δίδασκα σε λύκεια της Ζυρίχης, γιατί παρ' ότι είχα υποτροφία χρειαζόμουν κάποια επιπλέον χρήματα για να μπορέσω να τελειώσω τις σπουδές μου. Αργότερα εργάστηκα ως καθηγητής σε Λύκειο και παράλληλα δημοσίευσα μεταφράσεις Ελλήνων λογοτεχνών (Καζαντζάκης, Σεφέρης κ.λπ.). Στα χρόνια της δικτατορίας μετέφραζα στα γερμανικά ποιητές και λογοτέχνες που εκείνη την εποχή ήταν απαγορευμένοι στην Ελλάδα. Από τα πρώτα χρόνια έγινα μέλος του Ελβετικού Στρατού Βοήθειας, ώστε αν κάτι συνέβαινε στην Ελλάδα να μπορούσα να έρθω αμέσως για να βοηθήσω. Περνώντας ο καιρός, αφιέρωνα όλο και περισσότερο χρόνο και ύστερα από 10 χρόνια στην εκπαίδευση αποφάσισα να παραιτηθώ και αφοσιώθηκα σε αυτό. Στις αρχές της δεκαετίας του ,80 βρέθηκα στη Σομαλία και στην Αιθιοπία στη διάρκεια του Πολέμου του Ογκαντέν».
-Θέλατε να ξεχάσετε;
«Φυσικά, αλλά αυτό δεν είναι πάντα δυνατό. Οι αναμνήσεις δεν σε αφήνουν. Με την παραμικρή αφορμή, όχι μόνο για μένα, όλα αυτά έρχονται ξανά στο κεφάλι σου. Κάποια στιγμή έκατσα και έγραψα για όλα αυτά, ήταν ένας τρόπος να βοηθηθώ να το ξεπεράσω. Η επεξεργασία των δυσάρεστων γεγονότων ήταν ταυτόχρονα και ένας τρόπος να μην ξεχαστούν και να μάθουν οι άνθρωποι τι είχε συμβεί στον πόλεμο, πόσο φρικτός μπορεί να είναι ένας πόλεμος, και να μην επαναληφθούν όλα αυτά στο μέλλον».
Μια σκηνή από το ντοκιμαντέρ του Στέφαν Χάουπτ που θα προβληθεί τον Οκτώβριο στις κινηματογραφικές αίθουσες
Οι μνήμες
- Μπορούμε να ζούμε με ένα τέτοιο παρελθόν;
«Δεν τίθεται ζήτημα αν μπορείς να ζεις με ένα τέτοιο παρελθόν· είσαι αναγκασμένος να μάθεις να ζεις με αυτό, δεν γίνεται διαφορετικά. Μάθαμε λοιπόν όλοι μας να ζούμε μ' αυτό γιατί δεν είχαμε άλλη επιλογή. Σίγουρα όλοι θα θέλαμε πολύ να το αλλάξουμε, να το σβήσουμε από μέσα μας, αλλά αυτό δεν γίνεται. Πρέπει να βρίσκεις έναν τρόπο να ζεις με αυτό και το μόνο που ίσως μπορείς να κάνεις είναι να προσπαθήσεις να το χειριστείς με τέτοιο τρόπο ώστε να του δώσεις ένα νόημα, να κάνεις κάτι θετικό με αφορμή αυτό».
- Νιώθετε ξεχωριστός άνθρωπος;
«Οχι, ακριβώς το αντίθετο νιώθω. Δυστυχώς στην ιστορία της ανθρωπότητας η πλειονότητα των ανθρώπων είναι θύματα, και εγώ νιώθω πως είμαι ένας από αυτά. Πάντα μια μειοψηφία είχε την εξουσία, η οποία δεν σέβεται τον πόνο και το μόχθο του κόσμου, απλά τον εκμεταλλεύεται για το συμφέρον της. Στην εποχή μας, δε με την επιρροή των μίντια, καταλαβαίνουμε πόσο επηρεάζεται και κατευθύνεται η πλειονότητα από την εξουσία των λίγων».
Το μήνυμα
- Οταν είδατε την ταινία, τι νιώσατε;
«Την ταινία την είχα δει σε διάφορα στάδια. Είχα μιλήσει με τον σκηνοθέτη και του είχα πει την άποψή μου για διάφορα θέματα. Την πρώτη φορά που την είδα ολοκληρωμένη στην πρεμιέρα, το πρώτο πράγμα που αισθάνθηκα ήταν ανακούφιση γιατί δεν περνά λάθος μηνύματα, και επίσης χαρά γιατί ήταν πολύ θετική η ανταπόκριση των θεατών».
-Τι θέλετε να μείνει στον θεατή όταν πέσουν οι τίτλοι του τέλους της ταινίας;
«Πιστεύω ότι η ταινία δεν περνά μηνύματα οίκτου και συμπόνιας, πράγμα που δε θα ήθελα καθόλου, αλλά με σωστό τρόπο περνά το μήνυμα τού να αγωνίζεται κανείς με όλες του τις δυνάμεις ενάντια στις δυσκολίες που του τυχαίνουν και να προσπαθεί πάντα να πετύχει αυτό που πιστεύει σωστό και να διεκδικεί το δίκιο του. Κανείς πρέπει να αντιστέκεται, να είναι δυνατός και να μην το βάζει κάτω με την πρώτη δυσκολία. Χάρηκα πολύ που στα πολλά γράμματα που έλαβα κανείς δε μου έγραψε "αχ, τι έχετε περάσει κι εσείς στη ζωή σας" και άλλα παρόμοια, αλλά οι αντιδράσεις ήταν "ευχαριστούμε που μας μάθατε όλα αυτά που έχουν συμβεί, και που μας δείχνεται τον τρόπο του πώς κάποιος να μην απογοητεύεται και να μην υποχωρεί αλλά αξίζει να μάχεται για το δίκιο του"».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 19/09/2007
0 σχόλια