50 χρόνια πολιτικοί πρόσφυγες



Οι νεότεροι δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξή τους. Κάποιοι παλιότεροι τους έχουν ξεχάσει. Κάποιοι άλλοι που πολέμησαν μαζί τους δεν θέλουν να τους θυμούνται. Και οι αρχές, με κυνισμό, περιμένουν απλώς να πεθάνουν. Κι όμως, εκείνοι ζουν ακόμα με την ελπίδα ότι θα μπορέσουν να ξαναδούν τον τόπο που γεννήθηκαν. Είναι οι τελευταίοι πολιτικοί πρόσφυγες που τους αρνούνται ακόμα την ελληνική ιθαγένεια.

Το φετινό φθινόπωρο προγραμματίστηκαν τρία σημαντικά ιστορικά συνέδρια με αντικείμενο τον εμφύλιο πόλεμο. Οι γνωστότεροι έλληνες ιστορικοί έδωσαν τη συμβολή τους σε ένα θέμα που φαίνεται ότι έχει περάσει πλέον στη δικαιοδοσία της επιστήμης τους. Ολες οι σοβαρές εφημερίδες συνέταξαν ειδικά αφιερώματα στα 50 χρόνια από τη λήξη του εμφυλίου. Διασταυρώθηκαν απόψεις και διατυπώθηκαν διαφωνίες, όλοι όμως φαίνεται να συμφώνησαν σε ένα σημείο: ο ελληνικός εμφύλιος είναι μια ιστορία του παρελθόντος.

Και όμως. Ο μισός αυτός αιώνας δεν φαίνεται να είναι αρκετός για να κλείσει και η τελευταία πληγή που άφησε στους επιζήσαντες. Οσες πολιτικές πρωτοβουλίες κι αν έχουν παρθεί για «την άρση των συνεπειών του» (με τελευταία το ομώνυμο νομοθέτημα της συγκυβέρνησης Τζαννετάκη), ο εμφύλιος εξακολουθεί να στερεί από μια ομάδα πολιτών της Ελλάδας το αυτονόητο δικαίωμα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Τους απαγορεύει ακόμα και την απλή ολιγόωρη επίσκεψη στο χωριό που γεννήθηκαν, εκεί που είναι θαμμένοι οι γονείς τους, εκεί που ζουν ακόμα οι συγγενείς τους. Είναι οι τελευταίοι πολιτικοί πρόσφυγες, που ακόμα θεωρούνται «επικίνδυνοι», μόνο και μόνο επειδή πολιτογραφήθηκαν «Μακεδόνες» ή έτυχε να κατάγονται από τα σλαβόφωνα χωριά της ελληνικής Μακεδονίας και επειδή επιμένουν να αρνούνται οποιασδήποτε μορφής δήλωση νομιμοφροσύνης ή εθνικής μεταμέλειας τους ζητά το ελληνικό κράτος.

Αλέξανδρος, ο Μακεδόνας

Κεντρική μορφή μεταξύ των πολιτικών προσφύγων από τη Μακεδονία είναι ο Αλεξάνταρ Πόποφσκι. Τον επισκεφθήκαμε στο σπίτι του, στην πόλη Μοναστήρι (Μπίτολα) της ΠΓΔ Μακεδονίας. Η επίσκεψη στην πόλη αυτή με την πλούσια ιστορία είναι πλέον πολύ εύκολη, διότι οι αρχές της γειτονικής χώρας έχουν μονομερώς καταργήσει τη βίζα. Πολλοί κάτοικοι της περιοχής της Φλώρινας περνούν καθημερινά τα σύνορα για μια βόλτα στα αξιοθέατα της περιοχής και επιλέγουν τη νυχτερινή ζωή της ήσυχης και φτηνής -για τους Ελληνες- μακεδονικής μεγαλούπολης. Από την άλλη πλευρά, οι ελληνικές αρχές επιμένουν στη διατήρηση της βίζας, εμποδίζοντας έτσι την κάθοδο επισκεπτών από την περιοχή του Μοναστηρίου, γεγονός με δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία της ελληνικής Δυτικής Μακεδονίας. Αλλά ο Αλεξάνταρ Πόποφσκι ούτε βίζα δεν μπορεί να βγάλει. Για τις ελληνικές αρχές αποτελεί κόκκινο πανί το γεγονός ότι ο κ. Πόποφσκι είναι πρόεδρος της Ενωσης των καταγομένων από τη Μακεδονία του Αιγαίου. Είναι κοινό μυστικό στις «υπηρεσίες» της περιοχής ότι η «κόκκινη κάρτα» για τον Πόποφσκι θα είναι η τελευταία που θα καταργηθεί, διότι θεωρείται «σκοπιανός εθνικιστής».

Εθνικιστής ο Πόποφσκι; Ο συνομιλητής μας ξεκαρδίζεται στα γέλια, μ' αυτό το ανοιχτό γέλιο των ανθρώπων που δεν έχουν την ανάγκη να κρύψουν τίποτα. Αλλωστε είναι κοινό μυστικό ότι η εθνικιστική πολιτική ηγεσία της χώρας θα έβλεπε με καλό μάτι την απομάκρυνσή του από τη θέση του προέδρου και την αντικατάστασή του από κάποιον «μετακομμουνιστή»: «Ενας κομμουνιστής είναι πρώτα διεθνιστής, αλλιώς δεν είναι κομμουνιστής», λέει ο ίδιος. «Εμείς όλοι είμαστε ανακατωμένοι και το ξέρουμε. Εγώ έχω πρώτη εξαδέλφη Ελληνίδα και η αδελφή μου έχει Βούλγαρο ξάδελφο. Η άλλη αδελφή μου έχει Σέρβο. Κι εγώ τι να κάνω; Αυτά που έλεγε ο Καψάλης του 'Στόχου'; Οτι πρέπει να είμαι εθνικιστής και να σφάξω δηλαδή τον Ελληνα, τον Βούλγαρο, τον Σέρβο;»

Ο Αλεξάνταρ Πόποφσκι γεννήθηκε στο χωριό Ντόλνο Κότορι, τη σημερινή Κάτω Υδρούσα, οκτώ χιλιόμετρα από τη Φλώρινα. Από έφηβος εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και το Δημοκρατικό Στρατό. Με την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού ακολούθησε τη μοίρα των άλλων μαχητών. Στη συνέχεια βρέθηκε με τον μεγάλο όγκο των προσφύγων στη Τασκένδη και τέλος κατέληξε στην τότε γιουγκοσλαβική Μακεδονία.

«Ο νόμος του '82 πρέπει να αλλάξει. Εμείς δεν φύγαμε με τη θέλησή μας τότε από την Ελλάδα. Και τώρα το μόνο που ζητώ είναι να γυρίσω εκεί που γεννήθηκα. Θέλω να πεθάνω στον τόπο μου.» Το παράπονο του κ. Πόποφσκι είναι ότι θυμάται ακόμα τη δράση του δίπλα στους ιστορικούς ηγέτες του ΚΚΕ. Θυμάται τον Ζαχαριάδη, τον Μπελογιάννη, τον ίδιο τον Φλωράκη. Κρατά με ευλάβεια το κομματικό βιβλιάριο που είχε ως μέλος του ΚΚΕ, με το όνομα Αλέξανδρος Παπαδημητρίου. Δεν μπορεί, όμως, να συγχωρήσει τους ιστορικούς ηγέτες του ΚΚΕ που κατέβηκαν στην Ελλάδα και εγκατέλειψαν τους Σλαβομακεδόνες μαχητές τους: «Για μένα, όλοι οι αρχηγοί και στρατηγοί είναι λιποτάκτες. Ολοι κατέβηκαν κάτω στην Ελλάδα, και ο Μπαρτζώτας και ο Ιωαννίδης και ο Μάρκος".

Εδώ ίσως αδικεί το ΚΚΕ ο συνομιλητής μας. Ορισμένα στελέχη του κόμματος έχουν κατ' επανάληψη επιχειρήσει να θέσουν το ζήτημα, αλλά υποχωρούν με το φόβο ότι θα ξυπνήσουν τα αντικομμουνιστικά ανακλαστικά της κοινής γνώμης. Το είχε θέσει πρώτα πρώτα ο ίδιος ο Χαρίλαος Φλωράκης, παίρνοντας ίσως θάρρος από την ευφορία που επικρατούσε την περίοδο της Οικουμενικής. Αλλά και πιο πρόσφατα, η Αλέκα Παπαρήγα είχε υποσχεθεί ότι θα ξαναφέρει το θέμα στη βουλή.

Ο εμφύλιος που συνεχίζεται

Ο κ. Πόποφσκι πιστεύει ότι ο εμφύλιος πόλεμος δεν ήταν δυνατόν να αποφευχθεί: «Οταν ήρθαν οι Αγγλοι στην Ελλάδα, τοποθέτησαν στην εξουσία εκείνους που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς. Στην Ελλάδα δρούσαν πάνω από 160 συμμορίες με 20.000 οπλισμένους που άρχισαν να κυνηγούν τους δημοκράτες. Κι αυτοί, για να σωθούν, έπρεπε να πάρουν τα όπλα. Οποιος θέλει να γράψει αλλιώς την ιστορία, ας μου πει εμένα τι έπρεπε να κάνω όταν έβλεπα να βιάζουν τη μάνα μου και την αδελφή μου κι όταν έβλεπα να της βγάζουν το μωρό από την κοιλιά με το μαχαίρι. Τι να κάναμε; Εδώ στη Μακεδονία από το '45 σκοτώθηκαν και χάθηκαν πάνω από 250.000 Μακεδόνες.» Η μεγαλύτερη μάχη του εμφύλιου που πήρε μέρος ήταν στον Κλέφτη, στο Γράμμο. «44 μέρες κρατήσαμε τις θέσεις μας. Ο Δημοκρατικός Στρατός πολέμησε ηρωικά. Ακόμα και σήμερα διδάσκουν στις Στρατιωτικές Ακαδημίες αυτές τις μάχες. Αλλά θλίβομαι που χάθηκαν πάνω από 50.000 μαχητές. Κι ήταν παιδιά που δεν είχαν βάλει ακόμα ξυράφι και δεν είχαν ακόμα μάθει την αγάπη.» Στο μυαλό του Πόποφσκι, ο πόλεμος ισοδυναμεί με καταστροφή. «Οποιος θέλει τον πόλεμο να τον έχει σπίτι του. Αλλά οι διακρίσεις πρέπει να πάψουν. Δεν πρέπει να συνεχίζουμε να βάζουμε μίσος στην καρδιά μας και να ποτίζουμε μίσος τα παιδιά μας.»

Το περασμένο καλοκαίρι ο Αλεξάνταρ Πόποφσκι, ως πρόεδρος της Ενωσης των καταγομένων από τη Μακεδονία του Αιγαίου, απευθύνθηκε στον ΟΗΕ και του έθεσε το ζήτημα του επαναπατρισμού των πολιτικών προσφύγων που θεωρούνται «μη Ελληνες το γένος». Στην αίτηση αυτή απάντησε ο εκπρόσωπος της Υπάτης Αρμοστείας για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (31/8/99), και του ανακοίνωσε ότι με το θέμα θα ασχοληθεί η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του οργανισμού. Ο κ. Πόποφσκι είχε την καλοσύνη να μας στείλει (όπως και σε πολλούς δημοσιογράφους σ' όλη την Ευρώπη) ένα αντίγραφο της αίτησής του προς τον ΟΗΕ. Ε, λοιπόν, η επιστολή του έφτασε στα γραφεία μας ανοιχτή, ο φάκελος ήταν μάλιστα επιδεικτικά σκισμένος, δείγμα ότι η υπόθεση παραμένει στα χέρια των «υπηρεσιών» που τόσα χρόνια τη χειρίζονταν, και βέβαια δεν έχουν άλλη στρατηγική, παρά το κλασικό φακέλωμα και τον εκφοβισμό όσων τολμούν να ασχοληθούν με το ύπατο αυτό «εθνικό ταμπού».

Το ταμπού πράγματι παραμένει. Ενα πρόσφατο δείγμα του είδαμε και στην ελληνική βουλή. Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Λιάνης θυμήθηκε, στις 30 Σεπτεμβρίου, ότι κάποτε ο νεοδημοκράτης συνάδελφός του Γιώργος Καρατζαφέρης τον είχε αποκαλέσει προδότη από το κανάλι του: «...Κι αυτό γιατί υπήρχε τότε το τρόμο-μακεδονικό. Είχα τολμήσει να χορέψω σ' ένα πανηγύρι έναν τοπικό χορό». Φυσικά δεν είναι ο χορός μόνος του. Ο κ. Λιάνης έχει δημόσια τοποθετηθεί υπέρ του επαναπατρισμού όλων των πολιτικών προσφύγων και είχε αποσπάσει την αρχική συγκατάθεση των εμπνευστών της ισχύουσας φωτογραφικής διάταξης που τους αποκλείει, δηλαδή του Γιώργου Γεννηματά και του Ανδρέα Παπανδρέου. Στην περιοχή της ελληνικής Δυτικής Μακεδονίας πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν την κατάργηση της απαράδεκτης διάκρισης. Είναι φυσικό, εφόσον οι κάτοικοι της περιοχής έχουν χιλιάδες συγγενείς που εμπίπτουν σ' αυτή την κατηγορία και γνωρίζουν από πρώτο χέρι την άδικη εκκρεμότητα.

Αδικία μισού αιώνα

Η σύντροφος του κ. Πόποφσκι, η Βασιλική, προσθέτει με πάθος τη δική της διήγηση: «Κατάγομαι από τα μέρη της Καστοριάς. Τώρα το χωριό μου λέγεται Φτελιά, στα μακεδόνικα το λέγαμε Γκράτσε. Ημουν παιδί όταν πλάκωσαν οι συμμορίες με τους Μάυδες. Ερχονταν νύχτα για να κλέψουν και να καταστρέψουν. Οποιος αντιστεκόταν τον σκότωναν. Αναγκαστήκαμε να οργανώσουμε την άμυνά μας στο χωριό, ώσπου μια μέρα μας περικύκλωσαν και μας μάζεψαν όλους στην εκκλησία. Μας πηγαίνανε για σκότωμα και κάποιος ειδοποίησε τον Δημοκρατικό Στρατό και ήρθαν και μας έσωσαν. Μετά μας ξαναμάζεψαν και μας χώρισαν. Τα αρσενικά παιδιά τα πήραν στο Νεστόριο κι εμάς μας πήγαν κοντά στα σύνορα. Εκεί μας μάζεψαν οι αντάρτες. Ενας αδελφός μου σκοτώθηκε.» Η κυρία Βασιλική δεν μπορεί, ακόμα και μετά μισό αιώνα, να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι της στερούν το δικαίωμα της επιστροφής. «Κάναμε τόσα χρόνια να βρούμε ο ένας τον άλλον, και τώρα έχω μεγάλο πόνο στην καρδιά που μου απαγορεύουν να γυρίσω. Οι Γερμανοί που έκαναν τόσο κακό στον κόσμο μπορούν ελεύθερα να μπαίνουν στην Ελλάδα. Ποιο είναι το δικό μας έγκλημα που πολεμήσαμε στο ίδιο χαράκωμα με τους Ελληνες και ανακατέψαμε το αίμα μας μαζί τους; Δεν ζητάμε τίποτα. Να δούμε μόνο τον τόπο μας.» Παρακολουθώντας την ανυπόκριτη νοσταλγία της, καταλαβαίνουμε το λόγο που στην περιοχή της Μακεδονίας καταριόνται λέγοντας «τα ξένα αγαπητά να σου είναι» (Ντούσκο Νανέφσκι «Ερωτικά δημοτικά τραγούδια», Σκόπια 1971).

Δίπλα στη Βασιλική παρακολουθεί τη διήγησή της ένας απ' τους αδελφούς της. «Τυχερός» αυτός. Είναι Τσέχος υπήκοος, κι έτσι δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν οι ελληνικές αρχές την είσοδό του στο ελληνικό έδαφος. Μόνο την καθυστέρησαν λίγο: ακριβώς 51 χρόνια. Η πίκρα του εμφύλιου και του ξενιτεμού περισσεύει: «Με τον εμφύλιο έγινε μεγάλο κακό και στις δυο πλευρές. Το όφελος ήταν για όλους τιποτένιο. Λέμε τώρα να συμφιλιωθούμε, να δώσουμε ο ένας το χέρι στον άλλο. Να βρούμε έναν τρόπο να μπορέσουμε να ζήσουμε. Αλλά δυστυχώς, ακόμα και τώρα, κάποιος μας λέει όχι». Επί τριάντα χρόνια πήγαινε στην ελληνική πρεσβεία στην Τσεχία (Τσεχοσλοβακία παλιότερα) για να ζητήσει άδεια επαναπατρισμού και δεν του έδιναν καμιά απάντηση, ούτε αρνητική. «Περίμενα 51 χρόνια για να έρθω ένα μήνα στην Ελλάδα να δω το χωριό μου και τους φίλους μου, χωρίς την ταυτότητά μου, αλλά με τσέχικη ιθαγένεια». Ο συνομιλητής μας δυσκολεύεται να μιλήσει. Η συγκίνηση τον πνίγει. Εχει γράψει κι ένα ποίημα για να εκφράσει τη νοσταλγία του και την αίσθηση αδικίας που νιώθει:

Θέλουν να μου κόψουν τα φτερά

Να μην μπορέσω πίσω να γυρίσω

Στο πατρικό το σπίτι μου που τόσο αγαπώ

Εκ νέου να το ξαναζήσω.

Νέους εβρήκαν τώρα τρόπους οι αρχές

Στα τέλη του εικοστού αιώνα

Να υβρίζουν και να βλαστημούν

Να σβήνουν το όνομά μου απ' τα μητρώα.

Λές κι είμαι ο πιο αισχρός εχθρός

Του Εθνους-Κράτους, της Πατρίδος

Κι όμως εγώ ουδέποτε εκφώνησα κακολαλιά

Εναντι κράτους και πατρίδος.

Κι εδώ είναι μια ερώτηση απλή

Πώς είναι δυνατόν μια αμνηστία

Χιλιάδες να αμνηστεύει πρώην της εχθρούς

Και μένα να με τιμωρεί με προδοσία.

Μέσα στις λίγες μέρες που έμεινε στην Ελλάδα, επισκέφθηκε δυο φορές το χωριό του. Οι λιγοστοί γνωστοί του τον δέχθηκαν με επιφύλαξη. «Κάποιοι έκλεισαν και τις πόρτες. Δεν τις αμπάρωσαν, αλλά τις έκλεισαν. Υπάρχει ακόμα φόβος στα χωριά της Καστοριάς». Αλλά τι έχουν να φοβηθούν οι χωριανοί του; «Φοβούνται ακόμα και τη γλώσσα να μιλήσουν και κοιτάζουν γύρω τους μήπως και τους δει κανείς. Ο κόσμος φοβάται ότι θα ξανάρθει ο χωροφύλακας. Επισκέφθηκα και το Γράμμο και το Βίτσι. Σ' όλο το δρόμο είδα συνθήματα για το βασιλιά και το έθνος. Τα γράψανε τώρα, στις 29 Αυγούστου, και τρόμαξαν πάλι τον κόσμο».

Πράγματι. Στην κορυφή του Βίτσι, στο οροπέδιο που δόθηκαν οι τελευταίες μάχες του εμφυλίου πολέμου, ένα μνημείο έχει στηθεί από τους νικητές για να τιμήσει τον εθνικό στρατό. Από τότε που έπαψαν οι επίσημοι εορτασμοί της «ημέρας της νίκης» (29 Αυγούστου), την εργολαβία έχουν αναλάβει σωματεία αποστράτων και ακροδεξιές οργανώσεις, συνεπικουρούμενες από μερίδα πολιτικών στελεχών της επίσημης Νέας Δημοκρατίας. Εφτασαν και στα ψιλά των αθηναϊκών εφημερίδων τα επεισόδια που προκάλεσαν τον περασμένο Αύγουστο στην περιοχή οι ακροδεξιοί νοσταλγοί του αντικομμουνιστικού κράτους και της χούντας.

Επισκεφθήκαμε πριν λίγες μέρες το μνημείο αυτό. Υπήρχαν ακόμα τα στεφάνια από την πιο πρόσφατη επιδρομή των νοσταλγών του εμφύλιου μίσους. Τα λουλούδια είχαν αρχίσει να ξεραίνονται, αλλά οι κορδέλες άντεχαν ακόμα. Δίπλα στα ονόματα διάφορων εφεδροπολεμιστικών οργανώσεων, ξεχώριζαν οι τοπικές οργανώσεις της Νέας Δημοκρατίας, που έδιναν το κοινοβουλευτικό χρώμα στο όλο σκηνικό. Πιο ξεραμένο απ' όλα, το στεφάνι της ναζιστικής «Χρυσής Αυγής». Ισως αυτό να ήταν μπαγιάτικο απ' την αρχή.

Ο ρατσιστικός αποκλεισμός

Ηταν Χριστούγεννα του 1982, όταν ο πρωθυπουργός της "Αλλαγής" Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την απόφαση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να επιτρέψει τον ελεύθερο επαναπατρισμό των "Ελλήνων το γένος" πολιτικών προσφύγων του Εμφυλίου. Μέσα στην ευφορία της στιγμής, λίγοι έδωσαν τη δέουσα σημασία στη "μικρή" αυτή εξαίρεση - που στην πραγματικότητα, όμως, αφορούσε κάμποσες δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Η απροκάλυπτα ρατσιστική αυτή διάκριση, η οποία στην ουσία αναγνώριζε την ύπαρξη εθνοτικής (αν όχι εθνικής) σλαβομακεδονικής μειονότητας στην ελληνική Μακεδονία -και μάλιστα μέσω μιας επώδυνης διαδικασίας αποκλεισμού, τις συνέπειες της οποίας ένιωθαν τόσο οι ίδιοι οι σλαβόφωνοι πολιτικοί πρόσφυγες όσο και οι στενοί συγγενείς τους, που παρέμειναν στην Ελλάδα- αποτυπώθηκε θεσμικά στην κοινή απόφαση αρ.106841 των υπουργών Εσωτερικών (Π. Γεννηματάς) και Δημ. Τάξεως (Γ. Σκουλαρίκης) της 29.12.1982. Ακολούθησε το 1985 ο νόμος 1543 για την επιστροφή των περιουσιών των πολιτικών προσφύγων, τα ευεργετήματα του οποίου αφορούσαν ρητά μονάχα όσους είχαν ήδη επαναπατριστεί με βάση την προηγούμενη ρύθμιση.

Για τη σκοπιμότητα της εξαίρεσης των "μη Ελλήνων το γένος" πολιτικών προσφύγων, εύγλωττο είναι ένα υπηρεσιακό έγγραφο του 1989, το οποίο συντάχθηκε λίγο μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη προκειμένου να αποτρέψει το ενδεχόμενο διόρθωσης αυτής της αδικίας. Πρόκειται για ένα σημείωμα της Α1 Πολιτικής Διεύθυνσης, με ημερομηνία 24.7.89, αριθμό πρωτοκόλλου Α1ΔΦ. 631/16/ΑΣ4426, συντάκτη τον πληρεξούσιο υπουργό Α' Τ. Μπουρλογιάννη- Τσαγγαρίδη και αποδέκτη τον τότε αναπληρωτή ΥΠΕΞ Γιώργο Παπούλια. "Με τη διάταξη αυτή" της υπουργικής αποόφασης του 1982, διαβάζουμε, "οι 'μη Ελληνες το γένος' -πχ Σλαβομακεδόνες, Τούρκοι [της Δυτικής Θράκης, προφανώς], Αλβανοί, Ρουμανόβλαχοι- δεν επαναπατρίζονταν αυτοδικαίως, αλλά κάθε σχετική αίτηση εξεταζόταν αυτοτελώς. Σκοπός της ρύθμισης αυτής ήταν να προστατεύσει τη χώρα από τη δημιουργία νέου μειονοτικού προβλήματος".

Σχετικά με τα κριτήρια που καθορίζουν την έκβαση κάθε τέτοιας "αυτοτελούς εξετάσεως", το έγγραφο παραμένει σιωπηλό. Μπορούμε ωστόσο εύλογα να υποθέσουμε πως δεν μένει αναξιοποίητη η πλούσια παράδοση δεκαετιών στο φακέλωμα και το (κατά κανόνα αυθαίρετο, και όχι πάντα αφιλοκερδές) "ζύγισμα της συνείδησης" των μελών της επίμαχης πληθυσμιακής ομάδας από τους κάθε λογής κρατικούς και παρακρατικούς ταγούς της "εθνικής" ασφάλειας -κι ότι, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αυτό που ζητιέται ως αντίτιμο για τον ενδεχόμενο επαναπατρισμό των προσφύγων ισοδυναμεί με "δήλωση μετανοίας" νέου τύπου. Το αποδεικνύει, αν μη τι άλλο, η τύχη που οι ιθύνοντες επιφύλαξαν σε ένα από τα κορυφαία στελέχη της Αντίστασης στην ελληνική Μακεδονία: πρωταγωνιστής μιας από τις πρώτες ένοπλες εξεγέρσεις κατά των κατοχικών στρατευμάτων (Μεσόβουνο Εορδαίας, Οκτώβριος 1941), ο σλαβομακεδόνας δάσκαλος Αλέκος Χατζητάσκος πέθανε το Δεκέμβριο του 1989 στην Πράγα ως "μη Ελληνας το γένος", χωρίς να του επιτραπεί να ξαναδεί τη γενέθλια γη. Το άψογο αντιστασιακό παρελθόν του δεν μπόρεσε να αντισταθμίσει το γεγονός ότι είχε επίσης εφαρμόσει (ως στέλεχος του ΚΚΕ, κι όχι κάποιας "αυτονομιστικής" οργάνωσης) τις αποφάσεις του ΕΑΜ για έμπρακτο σεβασμό των γλωσσικών δικαιωμάτων της "ανύπαρκτης" μειονότητας...

Ευαίσθητες πληθυσμιακές συνθέσεις"

Η ελληνική κυβέρνηση αρνείται τον ελεύθερο επαναπατρισμό των πολιτικών προσφύγων, επειδή στη Βόρεια Ελλάδα υπάρχουν "περιοχές με ευαίσθητη πληθυσμιακή σύνθεση", οι κάτοικοι των οποίων έχουν "μειωμένη εθνική συνείδηση". Ποιος το λέει; Ο ίδιος ο σημερινός πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωστής Στεφανόπουλος, την εποχή που, ως υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή, υποχρεωνόταν να εξηγήσει στη Βουλή τη σκοπιμότητα της απόρριψης σχετικού αιτήματος της τότε αντιπολίτευσης. Και μάλιστα όχι μια φορά, γεγονός που θα μπορούσε να εξηγηθεί ως μια από τις συνήθεις ρητορικές εξάρσεις του συντηρητικού πελοποννήσιου πολιτικού, αλλά σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις που απέχουν μεταξύ τους δύο ολόκληρα χρόνια!

Η πρώτη αγόρευση έγινε στις 20.1.1978, κατά τη συζήτηση ομοειδών επερωτήσεων του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ. "Ας είπω, τέλος απάντων, ποίοι είναι οι λόγοι οι οποίοι επιβάλλουν την κατά περίπτωσιν κρίσιν και οι οποίοι δεν συμβιβάζονται κατά την αντίληψίν μας με τον λεγόμενον ελεύθερον επαναπατρισμόν", εξηγούσε ο κ. Στεφανόπουλος. "Εναν εξ αυτών, κατά τρόπον ειρωνικόν, διεξήλθεν και ο αξιότιμος πρόεδρος της ΕΔΑ, κ. Ηλιού. Εγώ δεν είμαι σύμφωνος με τον χαρακτηρισμόν τον οποίον έδωσε. Δεν είμαι σύμφωνος ότι υπάρχουν Σλαβομακεδόνες, αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν θέματα πληθυσμιακής συνθέσεως. Και πιστεύω ότι υπάρχουν περιοχαί του τόπου μας λίαν ευαίσθητοι και με πρόσφατον και με απωτέραν ιστορίαν. Και πιστεύω ότι υπάρχουν άνθρωποι διασπασταί της Ελληνικής και Εθνικής Αλληλεγγύης. Αυτούς τους ανθρώπους δεν τους επιθυμούμεν και τους αποκλείομεν από το να έλθουν εις την Ελλάδα. Και αυτός είναι ένας από τους κυριώτερους λόγους, διά τον οποίον χρειάζεται ο ατομικός επαναπατρισμός". Κλείνοντας την ομιλία του, ο υπουργός Εσωτερικών της ΝΔ δε θα παρέλειπε να "καρφώσει" την αντιπολίτευση για διγλωσσία, ισχυριζόμενος ότι "έχουμε βρει κατανόησιν εις ιδιωτικάς συζητήσεις, εις τας οποίας -ας το πούμε- γίνεται μία πληρεστέρα και λεπτομερεστέρα εξέτασις των θεμάτων". Σαφέστερος υπήρξε, στην ίδια συζήτηση, ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Αναστάσιος Μπάλκος: εξηγώντας γιατί οι Σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες είναι "εθνικά επικίνδυνοι", κατέθεσε στη Βουλή ένα πρόσφατο (14.1.78) έγγραφο του Γραφείου Εθνικής Ασφαλείας Καστοριάς, σύμφωνα με το οποίο κάτοικος του χωριού Κορησσός είχε "υποπέσει στο παράπτωμα" να παραγγείλει "βουλγαρικό άσμα" κατά τον πρόσφατο γιορτασμό του καρναβαλιού, στο καφενείο του χωριού του...

Τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα επιστρατεύονται και στην επόμενη συζήτηση (14.4.80), με αφορμή μια ακόμη επερώτηση βουλευτών των δυο κομμάτων: "Ξέρετε ότι υπάρχουν περιοχές εις την χώραν μας με ευαίσθητες πληθυσμιακές συνθέσεις", υπενθυμίζει ο κ. Στεφανόπουλος. "Ξέρετε ότι υπάρχουν περιοχές εις την χώραν μας με απώτερη και σύγχρονη ιστορία, και ξέρετε ότι υπάρχουν σ' αυτές τις περιοχές άνθρωποι με μειωμένη εθνική συνείδηση. Ο νοών νοείτω. Δεν ημπορώ να είπω τίποτε περισσότερο και φαντάζομαι ότι εννοείτε πάντες τι εννοώ. Εάν επετρέπετο [ο ομαδικός επαναπατρισμός] θα εδημιουργείτο κίνδυνος σε ωρισμένες εθνικώς ευαίσθητες περιοχές". Το πιο ενδιαφέρον είναι, ωστόσο, η ασυνήθιστη βεβαιότητά του για όσα επρόκειτο να ακολουθήσουν τη (διαβλεπόμενη) κυβερνητική εναλλαγή του 1981: "Αν, αξιότιμοι κύριοι συνάδελφοι, ο ομαδικός επαναπατρισμός επιτρέπετο, θα δημιουργούσε μεγάλο εθνικόν κίνδυνον. Και θα την αναλάβη αυτήν την ευθύνην το ΠΑΣΟΚ όταν θα έλθη εις την εξουσίαν, θα τον αναλάβη με μεγάλο θάρρος. Θα τον αναλάβη με την αισιοδοξίαν ότι δεν πρόκειται να βλάψη τα εθνικά συμφέροντα. Και θα το κάνη, θα αναλάβη την ευθύνη του. Εμείς, αναλαμβάνοντες τας ιδικάς μας ευθύνας, αρνούμεθα αυτόν τον ομαδικόν επαναπατρισμόν".

ΣΤΟ ΟΡΙΟ

1948. Η μαζική έξοδος των Σλαβομακεδόνων φαίνεται πως δεν οφειλόταν μόνο στη διάχυτη βία και το φόβο των πολεμικών επιχειρήσεων. Σε έγγραφο του τότε Υπουργού Β. Ελλάδος Αρ. Μπασιάκου προς το ΥΠΕΞ (Θεσ/νίκη 28/1/1948, αρ.πρωτ.82), προτείνεται η συστηματική εθνοκάθαρση ως αντίδοτο στην ίδρυση της Προσωρινής Κυβέρνησης των ανταρτών: "Δεδομένου ότι οι Εαμοσλαύοι κομμουνισταί έχουν υπό τον έλεγχόν των και άλλας περιοχάς σλαυοφώνους, τας οποίας πιθανώτατα οργανώνουν καθ' όν τρόπον και την περιφέρειαν Κορεστίων-Καστορίας, διατρέχομεν τον κίνδυνον να ευρεθώμεν προ μιας αρκετά μεγάλης λωρίδος Μακεδονικής γης αυτονόμου με ιδίαν διοίκησιν και ιδίας αρχάς (...). Διό επιβάλλεται καθ' ημάς, όπως αποτραπεί η δημιουργηθείσα κατάστασις και εμποδισθή η επέκτασις ταύτης δια στρατιωτικών επιχειρήσεων, άι οποίαι να μη φεισθούν των βουλγαρικών χωρίων της περιφερείας ταύτης, τα οποία φιλοξενούν, υποθάλπουν και ενισχύουν τους συμμορίτας, ώστε και εν περιπτώσει συμπτύξεως των στρατιωτικών μας δυνάμεων οι συμμορίται επανερχόμενοι να μη εύρουν τα σπίτια των και τα χωρία των"...

1962. Η δήμευση των σπιτιών και χωραφιών των "φυγάδων" (ακόμη κι όταν αυτά κατοικούνταν και καλλιεργούνταν από τις οικογένειές τους) με το ΝΔ 2536 του 1953 και η κατάστρωση ενός προγράμματος εποικισμού των επίμαχων περιοχών με "πολίτες ηλεγμένης ελληνικότητος", γέννησαν ένα ιδιότυπο "λόμπι εθνικοφρόνων" που είχε στο εξής κάθε συμφέρον να μπλοκάρει -ή έστω να περιορίσει- την παλιννόστηση των προσφύγων. Τυπικός εκπρόσωπος αυτών των κύκλων, ο βουλευτής Καστοριάς της ΕΡΕ Π. Γυιόκας θα βομβαρδίσει τις κυβερνήσεις της δεκαετίας του '60 με αλλεπάλληλες κινδυνολογικές αναφορές. "Παρατηρείται τώρα τελευταίως ενίοτε επαναπατρισμός γερόντων και γυναικών, των οποίων τα τέκνα ευρίσκονται εις τα όμορα κομμουνιστικά κράτη, και ανάληψις των περιουσιών των άι οποίαι είχον διανεμηθεί εις καλούς έλληνας καλλιεργητάς", διαβάζουμε σε μια απ' αυτές, που απευθύνεται στον πρωθυπουργό Καραμανλή (10/12/1962). "Ούτως όμως δημιουργείται κατάστασις επικίνδυνος διά την εθνικήν ασφάλειαν και διά την ακεραιότητα του πατρίου εδάφους. Διότι μεταξύ των επαναπατριζομένων σλαβοφώνων, ίσως οι πλείστοι είναι πράκτορες του πανσλαβισμού και επανέρχονται δια να συγκρατήσουν τα ελάχιστα υπολείμματα των αντεθνικών στοιχείων εις την μισελληνικήν των στάσιν".

1965. Η ίδια κινδυνολογία των εθνικοφρόνων μηχανισμών οργίασε κατά το δημοκρατικό διάλειμμα της Ενωσης Κέντρου. "Εχει διαπιστωθεί ότι σημαντικός αριθμός εκ των επαναπατρισθέντων και ιδίως των νεαράς ηλικίας τοιούτων, είναι επηρεασμένοι εκ της παραμονής των εις τας κομμουνιστικάς χώρας και της καλλιεργηθείσης μεταξύ αυτών προπαγάνδας επί του ψευδομακεδονικού", εκτιμά λχ μια άκρως απόρρητη έκθεση της ΚΥΠ για την κατάσταση στο νομό Φλώρινας (Ιούνιος 1965). "Ούτοι γίνονται φορείς σλαβικών συνθημάτων και χρησιμοποιούν κυρίως το γλωσσικόν ιδίωμα, βελτιωμένον, ώς το εδιδάχθησαν εκτός Ελλάδος".

1982. Λίγους μήνες μετά την κυβερνητική Αλλαγή του 1981, η ετήσια έκθεση της ΥΠΕΑ για το Μακεδονικό (16/2/82, αρ.πρωτ.6502/7-50428) έθετε για (πολλοστή) φορά ως στόχο των κρατικών προσπαθειών την "εξάλειψη της χρήσης του γλωσσικού ιδιώματος" και προσέθετε: "Το στοιχείο αυτό και μόνο θα ήταν αρκετό να αποκλείσει οποιαδήποτε σκέψη επαναπατρισμού των Πολιτικών Προσφύγων που είναι εγκατεστημένοι στη Γιουγκοσλαβία, οι οποίοι έχουν γαλουχηθεί με την 'Μακεδονική ιδέα', την 'μακεδονική γλώσσα και κουλτούρα', ανεξάρτητα με τη συμμετοχή τους ή όχι στις αυτονομιστικές οργανώσεις ΣΝΟΦ, ΝΟΦ και ενέργειες απόσπασης ελληνικών εδαφών κατά την περίοδο 1946-1949". Ακολούθησε, το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, η υπουργική απόφαση για τον αποκλεισμό των "μη Ελλήνων το γένος" από τον ομαδικό επαναπατρισμό των πολιτικών προσφύγων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Τάσου Κωστόπουλου "Η απαγορευμένη γλώσσα" (υπό έκδοση, "Μαύρη Λίστα", Αθήνα 1999). Η διαχρονική κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην ελληνική Μακεδονία μέσα από ντοκουμέντα, τα οποία δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Η διάκριση εις βάρος των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων αναλύεται σε σχέση με την προσπάθεια βίαιης εξάλειψης της γλώσσας των "ντόπιων" της Δυτικής Μακεδονίας.

Ειρήνης Λαγάνη "Το 'παιδομάζωμα' και οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις 1949- 1953" (εκδόσεις Ι.Σιδέρης, Αθήνα 1996). Ανάλυση των διπλωματικών διαπλοκών ενός "ανθρωπιστικού" προβλήματος της πρώιμης μετεμφυλιακής περιόδου, άμεσα συνδεδεμένου με το θέμα μας. Αποκαλυπτική η στροφή των ελληνικών κυβερνήσεων της εποχής από το αρχικό (προπαγανδιστικό) αίτημα της "άμεσης επιστροφής των απαχθέντων παιδιών στις εστίες τους" στον τελικό εξοστρακισμό τους, ως "μη Ελλήνων το γένος".

Ιωάννου Κολιόπουλου "Λεηλασία φρονημάτων" (2τ., Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994-95). Δίτομη καταγραφή των εξελίξεων της ταραγμένης οκταετίας 1941-49 στη Δυτική Μακεδονία, με έμφαση στις εθνοτικές πτυχές της εμφύλιας διαμάχης. Στρατευμένο αντικομμουνιστικό (και δευτερευόντως σλαβόφοβο) έργο, που θυμίζει περισσότερο την εθνικόφρονα βιβλιογραφία της μετεμφυλιακής περιόδου και λιγότερο τις σύγχρονες -και σχετικά αποστασιοποιημένες- ιστορικές επεξεργασίες. Ιδιαίτερα αποκαλυπτική η προνομιακή μεταχείριση των ποντίων συνεργατών του κατακτητή (Μιχάλαγας, Κιτσά Μπατζάκ, κλπ), σε αντιδιαστολή προς τη συνειδητή "απομυθοποίηση" της εαμικής Αντίστασης.

Αμύντα Κοσμά "Εθνική Αντίσταση, Εμφύλιος Πόλεμος. Αναμνήσεις ενός καπετάνιου" (Φιλολογική-Μπίμπης, Θεσ/νίκη χχ). Αυτοβιογραφική μαρτυρία ενός από τα ηγετικά στελέχη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ στην περιοχή της Φλώρινας. Αποκαλυπτική για τη συνέχεια -από την οπτική γωνία των αγωνιστών- ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο αντάρτικο, καθώς η "λευκή τρομοκρατία" της μεταβαρκιζιανής περιόδου δεν τους άφησε και πολλά περιθώρια επιλογής.

Παύλου Κούφη "Αλωνα Φλώρινας. Αγώνες και θυσίες" (Αθήνα 1990). Η ιστορική διαδρομή ενός σλαβόφωνου χωριού της Φλώρινας τον τελευταίο αιώνα, μέσα από την πένα ενός πάλαι ποτέ δασκάλου του. ΕΑΜίτης κι αξιωματικός του ΔΣΕ, ο συγγραφέας έζησε στην πολιτική προσφυγιά από το 1949 ώς το 1985.

ΔΕΙΤΕ

Ταξίδι στα Κύθηρα του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1984). Οι δυσκολίες παλινόστησης ενός πολιτικού πρόσφυγα του Εμφυλίου, σε μια περιοχή της Ελλάδας που δεν έχει κλείσει ακόμη τις πληγές του Εμφυλίου.

Το κόκκινο άλογο (Crniot konj) του Στόλε Πόποφ (1981). Η επιστροφή ενός σλαβομακεδόνα πολιτικού πρόσφυγα στα πάτρια εδάφη, όπως τη φαντασιώνει ένας λογοτέχνης της ΠΓΔΜ, γεννημένος ο ίδιος σε χωριό της Εδεσσας.

ΙΟΣ (Ελευθεροτυπία, 21/11/1999)

You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες