Λεωνίδας Καβάκος. «Μαθαίνεις μόνο από τους καλύτερους»
- Οταν αποφασίζετε να ηχογραφήσετε ένα γνωστό, πολυπαιγμένο έργο όπως το κοντσέρτο του Μέντελσον, φιλοδοξείτε να εκφράσετε κάτι καινούριο;
«Να είναι κανείς προσωπικός χωρίς να ενοχλεί το συνθέτη - αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση. Αλλωστε, ποτέ δεν ηχογραφώ ένα έργο πριν το παίξω ξανά και ξανά με αξιόλογους μαέστρους και μουσικούς. Μένει ένα απόσταγμα στο τέλος. Και αυτό το κρίνει ο κόσμος».
- Παλιότερα ήσαστε πολύ αρνητικός απέναντι στην εκτέλεση των «Τεσσάρων εποχών» από τον Νάιτζελ Κένεντι - ένα έργο που έχετε ηχογραφήσει και εσείς. Τι σας είχε ενοχλήσει;
«Κατ' αρχάς η εκκεντρικότης του γενικά, κι έπειτα η προσέγγισις που δεν ήταν ταπεινή απέναντι σε μια παρτιτούρα που έχει επιβιώσει επί αιώνες. Δεν μπορείς να πατήσεις πάνω στον Βιβάλντι για να φανείς εσύ. Δεν παραβλέπω το προσωπικό στοιχείο. Ομως ο μουσικός πρέπει να είναι ταπεινός».
- Ωστόσο, τόσοι και τόσοι σπουδαίοι δημιουργοί και ερμηνευτές υπήρξαν επηρμένοι.
«Ας μείνουμε στους δημιουργούς - υπάρχει μια ιδιαιτερότητα εδώ: Δεν νομίζω ότι αυτοί οι άνθρωποι δημιουργούν στην πραγματικότητα κάτι δικό τους. Ανέκαθεν πίστευα ότι επιτρέπεται σε κάποιες προσωπικότητες με μοναδικό ταλέντο να προσεγγίσουν κάποιες θείες διαστάσεις. Και μέσ' από αυτές προκύπτει η μεγάλη τέχνη και η επιστήμη».
Παραδοσιακό ναι, λαϊκό όχι
- Λέτε δηλαδή ότι απολαμβάνουν ένα θείο δώρο;
«Ακριβώς. Γνωρίζουμε σήμερα ότι δεν φτάνει μια ζωή, απλώς και μόνο για να αντιγράψεις όσα συνέθεσε ο Μότσαρτ. Αυτοί οι δημιουργοί λοιπόν δεν μπορούν να κριθούν με τα κοινά μέτρα. Και, αν απομονώσεις το έργο από τη ζωή τους, κανείς δεν θα ήθελε να βρίσκεται στη θέση τους. Σε πόσο πιο αντίξοες συνθήκες μπορεί να ζήσει κανείς από αυτές των τελευταίων χρόνων του Μπετόβεν; Τον Μπαχ τον θεωρούσαν παρανοϊκό. Η μουσική του θα χανόταν αν δεν υπήρχε ο Μέντελσον να την επαναφέρει».
- Ο Φίλιπ Γκλας μού είπε κάποτε σε μια συνέντευξη ότι κατά τη γνώμη του το μέλλον μάς επιφυλάσσει περισσότερα αριστουργήματα. Εσείς τι πιστεύετε;
«Μου φαίνεται ανεύθυνο να λέει κάτι τέτοιο. Ισως πάλι υπάρχει μια ελάχιστη πιθανότης να έχει δίκιο. Με βάση το ότι οι δημιουργοί συλλαμβάνουν το ασύλληπτο, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως ό,τι έχει ήδη δημιουργηθεί είναι το ύψιστο. Απλώς, δεν μπορώ να σκεφθώ ότι θα ξεπεραστεί ο Παρθενώνας. Για να ξεπεράσεις κάτι, πρέπει να το γνωρίζεις καλά. Και απέχουμε ακόμα πολύ από αυτό».
- Διάβαζα σε μια δική σας, ξένη συνέντευξη, πόσο σημαντικό σάς φαίνεται το ότι και σύγχρονοι συνθέτες εμπνέονται από τη λαϊκή μουσική. Κάποτε δεν βρίσκατε κανένα ενδιαφέρον σ' αυτή.
«Ούτε και σήμερα βρίσκω. Οι συνθέτες εμπνέονται από την παραδοσιακή μουσική, και αυτό συνέβαινε ήδη από την εποχή που τα έργα παίζονταν στα παλάτια. Τα δάνεια αυτά περιείχαν τότε ακόμα και πολιτικά μηνύματα. Ενα πολύ ισχυρό χτύπημα του ποδιού μπροστά στον αυτοκράτορα θα ήταν αδιανόητο, αν ο χορός που είχε συνθέσει ο Χάιντν δεν το επέτρεπε. Αυτή η πηγή έμπνευσης προήλθε από την παραδοσιακή μουσική. Για να φτάσουμε κάποτε στον Μπραμς, που εστιάζει στην παράδοση της κεντρικής Ευρώπης και τότε αρχίζουν και δημιουργούνται τα εθνικά ρεύματα. Εμείς, δυστυχώς, αν και δημιουργήσαμε έμμεσα την Αναγέννηση, δεν μπορέσαμε να τη ζήσουμε ελληνικά και να εξελιχθούμε μαζί με την υπόλοιπη Ευρώπη. Βιώσαμε μια βίαιη διακοπή. Και ένα από τα αποτελέσματα της τουρκοκρατίας είναι η λαϊκή μουσική όπως τη γνωρίζουμε σήμερα».
- Μα πού ακριβώς εντοπίζετε αυτή την τόσο μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή και τη λαϊκή μουσική, που σας κάνει να απορρίπτετε τη δεύτερη;
«Πιστεύω ότι η πρώτη προστατεύει και τιμά την ιστορική συνέχεια και την υπερηφάνεια του Ελληνα. Ενώ η λαϊκή δεν το κάνει. Δεν μπορώ να συνδέσω τη λαϊκή μουσική με τον αγώνα της Ελλάδας για την απελευθέρωση. Σε καμία περίπτωση. Ούτε με το μεγαλείο ενός δημοτικού τραγουδιού που υμνεί τη φύση, ή ακόμα και το άλογο που μεταφέρει τον αγωνιστή. Διαβάζοντας τους στίχους τών δημοτικών τραγουδιών σχεδόν μαθαίνεις την ιστορία της Ελλάδος. Διαβάζοντας εκείνους των λαϊκών, μαθαίνεις την ιστορία ενός μέρους της κοινωνίας, μια ορισμένη εποχή. Τουλάχιστον, το παλιότερο λαϊκό είχε μια αγνότητα. Αυτούς που υπηρετούν τη σύγχρονη εκδοχή του, την παραλιακή, είναι να τους πετάξεις όλους στη θάλασσα».
- Πάντως το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι που δημιούργησαν ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης βασίστηκε κατά πολύ και στο λαϊκό.
«Πιστεύω ότι ο πρώτος βρήκε έναν τρόπο να αξιοποιήσει μέσα τα οποία δεν ήταν ακόμα συνηθισμένα. Οι στίχοι, οι ήχοι, οι αρμονίες του συντελούν σε μια ατμόσφαιρα που εκφράζει ένα μέρος της κοινωνίας μας. Και βεβαίως ο Χατζιδάκις γνώριζε πολύ καλύτερα τα όριά του...»
- Ενώ ο Θεοδωράκης;
«Κατ' αρχάς ανδρώθηκε μέσ' από πολιτικές καταστάσεις. Εχει διαφορά. Υστερα, αυτή η ανάγκη του για μεγαλείο τον έβγαλε έξω από κει όπου ανήκε. Τουλάχιστον ο Χατζιδάκις άφησε πίσω του μια ορχήστρα χωρίς να νιώθει την ανάγκη να παίζει δικά του συμφωνικά έργα... Ομως, οι διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς επ' αυτού κατάντησαν να είναι δευτερεύουσες μπροστά σ' αυτά που ζούμε σήμερα».
- Τι εννοείτε;
«Εχουμε φτάσει στο σημείο οι υπουργοί να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για τον ελληνικό τουρισμό στους υποψήφιους της Eurovision! Εξαντλήσαμε τα πάντα φαίνεται, αξιοποιήσαμε τα αρχαία μας, το Βατοπέδι, και η μόνη πηγή που είχε απομείνει είναι αυτή. Ανοίγω την τηλεόραση στο εξωτερικό και μόνο διαφημίσεις του ΕΟΤ με παραλίες και κότερα βλέπω. Καμία έγνοια για τον πολιτισμό, ούτε καν για τον πολιτιστικό τουρισμό».
- Δεν φαίνεται να σας έχουν μείνει πολλές ελπίδες από τους πολιτικούς...
«Μα, είναι οι πρώτοι που αγνοούν την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Οταν δεν σέβεσαι την ελευθερία του άλλου, δεν υπάρχει δημοκρατία και αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα. Η καλλίστη παιδεία και υγεία είναι δικαίωμα όλων κι όμως παρέχονται σε ελάχιστους. Αντίθετα, προβάλλονται πρόσωπα και πράγματα που νομιμοποιούνται μόνο από την οικονομική δύναμη του ελεύθερου ανταγωνισμού που τα στηρίζει. Ενας πρώην υπουργός Πολιτισμού το συνόψισε ανενδοίαστα: "Ο,τι είναι νόμιμον, είναι και ηθικόν". Δυστυχώς, όμως, σε κάθε δημοκρατία ο λαός αξίζει τους πολιτικούς που ψηφίζει».
- Πολλά από αυτά που λέτε τα υποστηρίζουν και οι κουκουλοφόροι που τα σπάνε και οι ακτιβιστές που έκαναν κατάληψη στη Λυρική. Τι θα λέγατε στους τελευταίους, αν ήσασταν εκεί;
«Λυπάμαι, αλλά δεν μπορείς να μιλάς για δημοκρατία όταν την καταλύεις εσύ ο ίδιος. Η κατάληψη είναι παρενέργειά της. Θέλεις να περάσεις ένα μήνυμα; Στάσου έξω από το θέατρο και μοίρασε φυλλάδια. Γιατί πρέπει να διαμαρτυρηθείς για κείνους που μας επιβάλλουν τις απόψεις τους, επιβάλλοντας μου τη δική σου;»
«Με τη μουσική ζωγραφίζεις»
- Θέμα άποψης ήταν και η απόφαση της Μάριον Βάσερμαν να παρουσιάσει ως ομοφυλόφιλους τους ήρωες της «Ρούσαλκα», η οποία προκάλεσε την αντίδραση μουσικών της Λυρικής. Πώς σας φάνηκαν όλ' αυτά;
«Κατ' αρχάς πιστεύω ότι η σκηνοθεσία είναι η γάγγραινα της σύγχρονης όπερας. Πολλοί σκηνοθέτες δεν έχουν καν επίγνωση του λιμπρέτου. Και συχνά σπαταλώνται τεράστια ποσά για παραγωγές που δεν αξίζουν τίποτα - όχι μόνον εδώ, παντού! Δεν είδα την παράσταση της "Ρούσαλκα". Ομως ο κόσμος είναι αυτός που τελικά κρίνει. Αν οι μουσικοί είχαν αντιρρήσεις, έπρεπε να τις εκφράσουν στη διοίκησή τους. Επραξαν κάκιστα συνδικαλιστικά. Κι ήρθαν έπειτα οι ομοφυλόφιλοι να διαμαρτυρηθούν κι αυτοί. Για να αναδειχθεί άλλη μια φορά η ασυναρτησία της ελληνικής κοινωνίας».
- Εχετε ακούσει κι εσείς καταγγελίες από την πλευρά των μουσικών, παλιότερα, στην Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Πήρατε κάποιο μάθημα από αυτό;
«Το μάθημα το παίρνεις μόνο από τους καλύτερους. Αλλά χαίρομαι που αυτή η ορχήστρα δεν έχει πια τα προβλήματα που είχε. Σχεδόν όλες οι θέσεις έχουν καλυφθεί και μάλιστα κυρίως από μουσικούς που είχα φέρει εγώ ως εκτάκτους».
- Ας τελειώσουμε λίγο πιο προσωπικά: Τα τελευταία χρόνια σάς βλέπω και στις φωτογραφίες λιγότερο «στημένο», πολύ πιο άνετο. Νιώθετε λιγότερο συντηρητικός;
«Δεν αποκλείεται. Ωριμάζει κανείς σε διάφορα επίπεδα. Αλλά περισσότερο μ' έχει βοηθήσει κάτι βαθύτερο: η συνειδητοποίησις, μέσ' από τη μελέτη. Ο Πλάτων λέει ότι υπάρχουν γεγονότα που εξηγούνται εμπειρικά και άλλα που δεν εξηγούνται. Δεν μπορείς να εξηγήσεις σε λογική βάση τα κατορθώματα ενός Αριστοτέλη ή ενός Μότσαρτ. Οταν έχεις ν' αντιμετωπίσεις μια συμφωνία του Μπετόβεν, πρέπει να προσπαθήσεις να διειδύσεις σ' αυτή ελπίζοντας ότι θα επιβιώσεις απέναντι στη δυναμική που κρύβει. Εκείνη τη στιγμή, ή παραιτείσαι από φόβο ή τον μετατρέπεις σε ακόμα βαθύτερο σεβασμό. Ισως αυτή η επίγνωση με έχει αλλάξει».
- Διάβασα ότι ο παππούς σας, που ήταν παραδοσιακός βιολιστής, αποφάσισε κάποτε να σταματήσει να παίζει, προκειμένου να μην μπερδεύει τον πατέρα σας, όταν εκείνος άρχισε σαν παιδί να μαθαίνει κλασικό βιολί. Τι θα θυσιάζατε εσείς για να μάθουν τα παιδιά σας σωστά μουσική;
«Εξαρτάται από το ταλέντο τους. Πάνω απ' όλα θα μ' ενδιέφερε να καταλαβαίνουν όλα τα παιδιά, όχι μόνο τα δικά μου, ότι μέσ' από τη μουσική μπορούν να ζωγραφίσουν - αρκεί να έχουν υπομονή. Το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο άμεσο όπως με τις ξυλομπογιές, αλλά τα αόρατα χρώματα είναι πιο εντυπωσιακά».
- Εχετε παίξει για μουσικόφιλους σ' όλο τον κόσμο. Εχετε παίξει ποτέ ιδιωτικά για μια γυναίκα;
«Εχει γίνει κι αυτό...»
- Ηταν μια γυναίκα που φλερτάρατε ή που είχατε ήδη κατακτήσει;
«Δεν θα είχε καμιά αξία να το κάνω πριν. Αντίθετα, θα ήταν σαν να κάνω επίδειξη με τη μουσική του άλλου. Σαν να κάνω επίδειξη με τον Μπετόβεν!»
- Υπάρχουν πολλά ανέκδοτα μαέστρων εις βάρος μουσικών και το αντίθετο. Εσείς ποια προτιμάτε;
«Προτιμώ τα καλά ανέκδοτα».
- Θα μου πείτε ένα καλό;
«Θα σας πω μια αληθινή ιστορία, που μου έχει αφηγηθεί ο Ζούμπιν Μέτα: πριν από πολλά χρόνια, ο Αντρέ Πρεβέν επρόκειτο να παίξει υπό τη διεύθυνση του Εριχ Λάινσντορφ. Σπουδαίος, αλλά ιδιότροπος μαέστρος, ο Λάινσντορφ κάλεσε το νεαρό τότε πιανίστα στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο «για λίγη πρόβα», πριν συναντηθούν με την ορχήστρα. Πηγαίνει ο Πρεβέν, αλλά πιάνο δε βλέπει. "Παίξτε στο τραπέζι", τον προστάζει ο μαέστρος, "θα καταλάβω εγώ". Τι να κάνει εκείνος, νέος σολίστ ήταν ακόμη, αρχίζει να προσποιείται ότι παίζει το κοντσέρτο, ώσπου ο Λάινσντορφ τον διακόπτει και του λέει: "Εδώ πρέπει να παίξετε λίγο πιο λεγκάτο". Τότε ο Πρεβέν τού απαντά: "Με συγχωρείτε, μαέστρο, αλλά στο σπίτι μελετάω σε άλλο τραπέζι"». *
0 σχόλια