Αλκη Ζέη. «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο»
Με τα κείμενα της Ζέη μου συμβαίνει κάτι που ισχύει για πολύ λίγους, μετρημένους στα δάχτυλα, συγγραφείς: μόλις ανοίγω την πρώτη σελίδα, νιώθω σαν να ανοίγω την πόρτα του σπιτιού μου και να στρώνομαι στο καθιστικό.
Ολα είναι οικεία, ταιριαγμένα, σαν διαλεγμένα όχι από εμένα τον επιπόλαιο, ρηχό και απρόσεχτο, αλλά από τη νονά μου τη νεράιδα: εκείνη μου φέρνει πάντοτε ό,τι μου ταιριάζει περισσότερο σε λεπτομέρειες και βαθμούς που αν εγώ της έδινα παραγγελία, θα ήταν αδύνατο να είχα θυμηθεί να τα ζητήσω όλα.
Με άλλα λόγια είμαι ερωτευμένος με την πρόζα της Ζέη. Γι' αυτό και δεν θα μακρηγορήσω περί των χαρισμάτων του νέου της βιβλίου «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο» (Μεταίχμιο, 2013), διότι είμαι ασφαλώς προκατειλημμένος. Θα επισημάνω λίγα μόνον στοιχεία.
Το πρώτο μού κάνει πραγματικά κατάπληξη: η ποιότητα είναι σταθερά η ίδια. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αυτό είναι ένα προσόν που το περιμένει περισσότερο από την κατσικίσια φέτα παρά από τη συγγραφική πένα, αλλά είναι ειλικρινά απίστευτο να διαβάζει κανείς τις σελίδες του παιδικού της βίου με την αδελφή της Λενούλα (την κυρία Ελένη Κόκκου) και συγκρίνοντάς τες με αντίστοιχες από το «Καπλάνι της Βιτρίνας» (μυθοπλασία με τις ίδιες, εκδ. 1963) να νιώθει απαράλλαχτη τη φρεσκάδα, την ακρίβεια, το χιούμορ, τη διάθεση, τη μόνιμα θετική σκέψη ανάμεσα σε κείμενα που τα χωρίζει μισός αιώνας. Εκτός πια και αν διαθέτει κάποιον επιμελητή που να μπορεί να αναστηλώσει σε τέτοιο σημείο και με αυτή την ποιοτική επέμβαση ένα κείμενο, πράγμα αδύνατο. Συνελόντι ειπείν, το «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο» όχι μόνο δεν είναι γεροντικό βιβλίο (η Ζέη είναι 88 ετών) αλλά σκανδαλωδώς νεανικό.
Το δεύτερο είναι επίσης ασυνήθιστο για αυτοβιογραφία: αυτό το βιβλίο έχει χαρακτήρες κανονικούς και τρισδιάστατους, που είναι περίβλεπτοι και συμπαγώς λαξευμένοι όσο θα περίμενε κανείς να είναι, αν αποτελούσαν προϊόντα μυθοπλασίας. Η κολλητή φίλη της Ζωρζ Σαρρή, η αδελφή, ο καλός της αδελφής της Νίκος Γκάτσος, ο, και από άλλα κείμενά της γνωστός, θείος Πλάτων και, φυσικά, η θεία της Διδώ Σωτηρίου, είναι χειροπιαστά και σπαρταριστά δοσμένοι. Στις περιπτώσεις της Ζωρζ Σαρρή και του Νίκου Γκάτσου η εικόνα/εντύπωση που προκύπτει είναι σχεδόν αναπάντεχη: η Ζωρζ Σαρρή, πασίγνωστη ομότεχνός της, καθώς υπήρξε το άλλο μεγάλο αστέρι της μεταπολεμικής παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας, έχει, από τις εμφανίσεις της στον κινηματογράφο, μια persona ωραίας, αριστοκρατικής και κάπως απόμακρης κυρίας. Οπως φαίνεται από το κείμενο της Ζέη, όχι μόνο δεν ήταν τίποτε από όλα αυτά, αλλά, αντίθετα, είχε μια συγκλονιστικά ηρωική προσφορά στην Αντίσταση σύμμετρη όχι μόνο με τις ιδέες αλλά και τον παράφορο χαρακτήρα της.
Ο Γκάτσος προκύπτει ανάγλυφα ανθρώπινος, ζεστός και, μολονότι απόλυτος και εκκεντρικός, παρ' όλ' αυτά συμπαθητικός. Κράτησε την προσωπική του ζωή τόσο ερμητικά μακριά από τη δημοσιότητα που είναι μια απόλαυση να διαβάζεις πώς αντιδρούσε σε καταστάσεις και περιστατικά του καθημερινού βίου. Τρίτο και τελευταίο. Οι αυτοβιογραφούμενοι χαίρονται να γράφουν πολύ για τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, καμιά φορά παρατραβώντας το και στριμώχνοντας τον υπόλοιπο βίο σε πολύ λιγότερες σελίδες. Για τον αναγνώστη τα πρώτα χρόνια είναι συνήθως βαρετά. Η Ζέη γράφει για τα πρώτα είκοσι χρόνια της ζωής της και διαβάζεται μονορούφι.
enet.gr
0 σχόλια