Αλκη Ζέη. Τα παιδιά πρέπει να ξέρουν το παρελθόν, αν θέλουν να γνωρίσουν τον εαυτό τους.
Όλη της η ζωή είναι ουσιαστικά καταγραμμένη στα βιβλία της, η προσωπική της διαδρομή από τα παιδικά της χρόνια, μέχρι την πιο ώριμη ηλικία της. Κι όσα είχαν μείνει κενά, έπιασε ένα μολύβι φάμπερ νο 2, και τα κατέγραψε σε ένα από τα τελευταία της βιβλία, όπου καλύπτει αρκετά σημεία για τα παιδικά και νεανικά της χρόνια.
Αλλά το πιο γνωστό και πετυχημένο βιβλίο της για την παιδική της ηλικία, είναι το περίφημο “Καπλάνι της βιτρίνας” που το έγραψε όσο βρισκόταν στη Σοβιετική Ένωση. Σε αυτό καταγράφει μεταξύ άλλων τη βοήθεια που έδιναν σε έναν σύντροφο που ήθελε να φύγει για να πολεμήσει στον ισπανικό εμφύλιο, και τους παιδικούς διαλόγους που είχε με την αδελφή της και το συνθηματικό “ευ-πο”, “λυ-πο”, που φανέρωνε την ψυχική τους διάθεση και σήμαινε (πολύ ευτυχισμένη, πολύ λυπημένη).
Η Άλκη Ζέη παντρεύτηκε το θεατρικό συγγραφέα Γ. Σεβαστίκογλου, με τον οποίο έμειναν ζευγάρι για πολλά χρόνια, μέχρι το θάνατο του τελευταίου, το 1990. Είχε οικογενειακή σχέση με τη Διδώ Σωτηρίου, που παντρεύτηκε το θείο της και της έδωσε τα πρώτα, αποφασιστικά ερεθίσματα για να καλλιεργήσει το ταλέντο της στο γράψιμο. Αλλά οι περισσότεροι την συνδέουν -και πολύ συχνά την μπερδεύουν- με την επιστήθια φίλη της, Ζωρζ Σαρή, που πέθανε πριν μερικά χρόνια. Μαζί της η Άλκη Ζέη καθιέρωσε ουσιαστικά ένα νέο είδος: το παιδικό πολιτικό μυθιστόρημα, που έπιανε τα πιο δύσκολα θέματα, από τα Δεκεμβριανά και τον Εμφύλιο ως τη δικτατορία, εξηγώντας με απλό, μοναδικό τρόπο, υψηλά νοήματα και σύνθετες έννοιες. Οι δυο τους έγραφαν με τον ίδιο τρόπο που θα διηγούνταν στα παιδιά τους μια ιστορία και φτιάχνουν την καλύτερη εισαγωγή (για παιδιά και μεγάλους) στα βασικά γεγονότα του πολυκύμαντου εικοστού αιώνα, που μένουν έξω από τα σχολικά εγχειρίδια.
Κι αυτό είναι το πιο σημαντικό σε μια εποχή, όπου η αλήθεια χάνεται σε έναν ωκεανό από πληροφορίες κι άχρηστες “γνώσεις”. Είναι χαρακτηριστικά μια διήγηση της Ζέη από τμια σχετικά πρόσφατη επίσκεψή της σε μια τάξη. Εκεί ένας μαθητής που ‘χε διαβάσει το “μεγάλο περίπατο του Πέτρου”, της είπε ότι θα άλλαζε την τελευταία σκηνή, όπου ο ναζί στρατιώτης, φεύγοντας από την Αθήνα, σκοτώνει το παιδί, γιατί την ώρα που θα πήγαινε να το πυροβολήσει, θα χτυπούσε το κινητό του! Κι αυτό εξάλλου θέλει το Γερμανό του…
Πολιτικά δυστυχώς η Άλκη Ζέη ακολούθησε τη διαδρομή πολλών συντρόφων της από το “ΚΚΕ εσ.”. Από την ΕΠΟΝ και τις περιπέτειες στις οποίες την υποχρέωσε το εμφυλιακό και μετεμφυλιακό αστικό κράτος, ώσπου να καταφέρει να ξανασυνδεθεί με το σύζυγό της, στην Τασκένδη… στο παρόν, όπου διηγείται τα Δεκεμβριανά ως τη χειρότερη περίοδο της ζωής της (γιατί ήταν λάθος και στοίχισαν τη ζωή σε πολλούς ανθρώπους) και στηρίζει το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του 15’, γιατί έχει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως υπέρτατο ιδανικό. Μια διαδρομή από το “Ευ-πο” στο “Λυ-πο”, αν θέλαμε να αποδώσουμε με τους δικούς της όρους, από το “Καπλάνι της Βιτρίνας”, τα συναισθήματα που προκαλεί στην εξέλιξή της, στο πέρασμα του χρόνου.
Το έργο της βέβαια αυτονομείται από τη μετέπειτα πολιτική της διαδρομή. Ή μάλλον, για την ακρίβεια, αυτή η ίδια διάλεξε να αυτονομηθεί από το δικό της έργο, και τις ιδέες που εξέφραζε τον καιρό που έγραφε αυτά τα βιβλία. Και αυτά ακριβώς είναι που μένουν σήμερα -και θα μείνουν διαχρονικά- ως χρυσή παρακαταθήκη, για την παιδική -και όχι μόνο- λογοτεχνία…
Ιούνιος 2018
Πρόσφατα, πάντως, επανακυκλοφόρησε το μοναδικό βιβλίο της για ενηλίκους, το μυθιστόρημα του 1987 «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» («Κέδρος»), που βρίσκεται στην τριακοστή τέταρτη έκδοση. Θυμίζουμε ότι αναφέρεται στην Αντίσταση, τον Εμφύλιο, τις διώξεις και τις εξορίες, αλλά και στην Τασκένδη.
Με ποιο θέμα θα προτείνατε να ασχοληθούν οι νεότεροί σας συγγραφείς, οι οποίοι γράφουν βιβλία που απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους;
«Στα παιδιά μπορείς να μιλήσεις για οποιοδήποτε θέμα: τα ναρκωτικά, το AIDS, τη βία, την οικολογία. Αρκεί να βρεις τον τρόπο».
Υπάρχει «συνταγή» ή όχι;
«Δεν υπάρχει "συνταγή". Επαναλαμβάνω ότι πρέπεις να βρεις τον τρόπο, αλλιώς τα παιδιά θα κλοτσήσουν. Να αναφέρω ένα παράδειγμα; Η Πηνελόπη Δέλτα είχε καταφέρει να προσελκύει τα παιδιά και σε "βαριά" θέματα, όπως είναι ο Μακεδονικός Αγώνας. Το ύφος των βιβλίων της ήταν γλαφυρό και πολύ προσιτό στα παιδιά, ενώ η γλώσσα της ήταν εξαιρετική. Αυτό που πάντα μέτραγε για μένα ήταν ο ήρωας ή η ηρωίδα, όταν είναι παιδί, να είναι πραγματικό παιδί. Εγώ μπαίνω στο πετσί των παιδιών και γίνομαι ένα μ' αυτά.
Δεν σας κρύβω ότι όταν έγραφα τον "Ψεύτη παππού", ένιωθα έντονο δισταγμό, μήπως θέματα, όπως ο Δεκέμβρης του '44 ή ο Μάης του '68, ήταν μακρινά για τα σημερινά παιδιά. Εν τούτοις, έγινε μπεστ σέλερ. Πιστεύω ακράδαντα ότι τα παιδιά πρέπει να ξέρουν το παρελθόν, αν θέλουν να γνωρίσουν τον εαυτό τους».
Η «Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» έγινε μπεστ σέλερ το 1987...
«Τότε το μπεστ σέλερ δεν γινόταν εύκολα, όπως τώρα. Ηταν σπάνιο γεγονός».
Ομως σ' αυτό το βιβλίο σας είχατε μιλήσει έξω από τα δόντια για τα δεινά του σοβιετικού καθεστώτος, το οποίο είχατε ζήσει εκ των έσω. Πού αποδίδετε την επιτυχία του;
«Τόλμησα να μιλήσω για πράγματα που ήταν ταμπού και είμαι ευτυχής που τα είπα, προτού γίνει η περεστρόικα. Τα είχα ζήσει από κοντά η ίδια και δεν μου τα αφηγήθηκαν άλλοι. Γι' αυτό έπεισα».
Αν σας έλεγαν να φανταστείτε μια «πυραμίδα» αρνητικών του σοβιετικού καθεστώτος, ποιο θα βάζατε στην κορυφή;
«Είχαμε εξιδανικεύσει ό,τι υπήρχε στη Σοβιετική Ενωση. Ενώ εάν είχαμε επιλέξει τον αντίθετο δρόμο, θα είχε βαθύνει το βλέμμα μας και δεν θα είχε τόσο εύκολα καταρρεύσει η πίστη μας. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τα αρνητικά αποτελέσματα μιας επανάστασης, γι' αυτό, όταν ήρθε η ώρα της απαξίωσής της, επήλθε μέσα μας η τέλεια κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού».
Εσείς εκ των υστέρων πού στέκεστε, στα θετικά ή στα αρνητικά;
«Υπήρχαν πάρα πολλά θετικά, αλλά δεν ξέραμε πόσα αρνητικά ήταν τροχοπέδη στην εξέλιξη. Στο 20ό Συνέδριο του 1955 ήταν εμφανές ότι με τον ερχομό του Χρουστσόφ είχαμε πολλές ελπίδες ότι τα αρνητικά θα βελτιωθούν. Τι τα θέλετε όμως; Ανοιξε μία πόρτα και ξανάκλεισε. Τα διηγήματά μου, τα οποία έδινα να δημοσιευτούν σε σοβιετικά περιοδικά, δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ! Σκεφτόμουν ότι θα τους άρεσαν, γιατί δεν είχαν τίποτα το επιλήψιμο για τη Σοβιετική Ενωση. Θα έλεγα ότι ήταν μάλλον με αγάπη γραμμένα για το καθεστώς».
Πώς ήταν η καθημερινότητα, αρχικά στην Τασκένδη κι αργότερα στη Μόσχα; Σας αντιμετώπισαν ισότιμα τους Ελληνες πρόσφυγες οι Σοβιετικοί;
«Η καθημερινότητα στην Τασκένδη ήταν αρκετά δύσκολη. Ευτυχώς που είχαμε Σοβιετικούς και Ελληνες φίλους, που ισορροπούσαν την αρνητική κατάσταση που ζούσαμε. Να καταλάβετε, δεν είχαμε τρεχούμενο νερό, δεν είχαμε νερό στο μπάνιο... Η ζωή στη Μόσχα ήταν πιο εύκολη. Είχαμε καλά σχολεία, η πρόνοια για τα παιδιά ήταν υψηλή, είχαμε βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς».
Τελικά αισθανθήκατε ότι ανήκετε στη σοβιετική κοινωνία;
«Δεν αισθανόμασταν ότι ανήκαμε. Περισσότερο ήμασταν ένα κομμάτι της. Εμένα το μυαλό μου ήταν στην Ελλάδα. Μου έκανε, μάλιστα, εντύπωση ότι οι δεξιοί που έρχονταν από την πατρίδα στη Σοβιετική Ενωση την έβρισκαν καλύτερη, ενώ οι αριστεροί χειρότερη! Να αναφέρω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ενας δημοσιογράφος από δεξιά εφημερίδα εξεπλάγη, όταν διαπίστωσε ότι οι Εσκιμώοι είχαν Ακαδημία Επιστημών! "Δεν έχετε ταβέρνες για να πάτε!", άκουγες, αντίθετα, συχνά από αυτούς που προέρχονταν από τη φιλοκομμουνιστική παράταξη».
Να ξαναγυρίσουμε στους νέους, που τους γνωρίζετε καλύτερα απ' όλους μας. Μετά το τέλος των ιδεολογιών, με τι βλέπετε να παθιάζονται;
«Θεωρώ απόλυτα φυσικό ότι σήμερα δεν μπορούν να εμπιστευθούν το πρόσωπο κανενός πολιτικού, γιατί χάθηκε η πίστη. Τα νέα παιδιά που παθιάζονται με την οικολογία, την επιλέγουν γιατί θέλουν με κάτι να παθιαστούν, καθώς δεν βρίσκουν μια ιδεολογία. Είναι μια πολιτική διέξοδος».
Τι κοινά χαρακτηριστικά έχουν οι νέοι άνθρωποι;
«Μία πλευρά παιδιών τάσσεται με την κοινωνία της κατανάλωσης. Μία άλλη ξεδίνει με κιθάρες και μουσική, και βλέπει με βαθύ τρόπο τη ζωή. Βλέπω τον εγγονό μου να μοιράζεται ένα αυτοκίνητο με την αδελφή του και τη μητέρα του, γιατί αν πάρουν ένα δεύτερο, θα μολύνουν το περιβάλλον».
Οι νεότεροί σας συγγραφείς σε ποιο βαθμό έχουν διαφοροποιηθεί από τις γενιές του πολέμου και του μεταπολέμου;
«Περισσότερο περιστρέφονται γύρω από την ψυχανάλυση του καθενός μας. Δεν αγγίζουν μεγάλα θέματα, γιατί ίσως δεν υπάρχουν. Για μας ήταν πιο εύκολο να βρούμε τα θέματά μας, γιατί τα είχαμε ζήσει κιόλας».
Θα χαρακτηρίζατε τη λογοτεχνία των νέων συγγραφέων, λογοτεχνία δωματίου;
«Χωρίς να είναι κατώτερη, είναι πιο εσωστρεφής».
Αυτή η εσωστρέφεια, που λέτε, είναι κυρίως θέμα εποχής ή ταλέντου;
«Πιο πολύ θέμα εποχής».
Τους βρίσκετε αναποφάσιστους;
«Σήμερα όλοι οι δρόμοι είναι κλειστοί. Όλα είναι απελπισία κι αυτή η απελπισία ξεκινά από το σχολείο. Μετά τη δευτέρα Γυμνασίου τα παιδιά τα χάνεις. Όλο το λάθος αρχίζει από την εκπαίδευση. Αν το παιδί έχει άγχος από το Δημοτικό, τι θα γίνει μετά;»
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 10/05/2008
Η Αλκη Ζέη έχει ταυτιστεί με βιβλία που απευθύνονται σε νεαρές ηλικίες. Από το «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου» και το «Καπλάνι της βιτρίνας» μέχρι το πρόσφατο «Ο ψεύτης παππούς» («Κέδρος»), που μέσα σ' ένα χρόνο έχει πουλήσει 30.000 αντίτυπα και δεν θ' αργήσει να μεταφερθεί στη μικρή οθόνη, γνωρίζει να κρατάει σε υψηλή θερμοκρασία τη σχέση της με τους υπό διαμόρφωση αναγνώστες.
Πρόσφατα, πάντως, επανακυκλοφόρησε το μοναδικό βιβλίο της για ενηλίκους, το μυθιστόρημα του 1987 «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» («Κέδρος»), που βρίσκεται στην τριακοστή τέταρτη έκδοση. Θυμίζουμε ότι αναφέρεται στην Αντίσταση, τον Εμφύλιο, τις διώξεις και τις εξορίες, αλλά και στην Τασκένδη.
Με ποιο θέμα θα προτείνατε να ασχοληθούν οι νεότεροί σας συγγραφείς, οι οποίοι γράφουν βιβλία που απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους;
«Στα παιδιά μπορείς να μιλήσεις για οποιοδήποτε θέμα: τα ναρκωτικά, το AIDS, τη βία, την οικολογία. Αρκεί να βρεις τον τρόπο».
Υπάρχει «συνταγή» ή όχι;
«Δεν υπάρχει "συνταγή". Επαναλαμβάνω ότι πρέπεις να βρεις τον τρόπο, αλλιώς τα παιδιά θα κλοτσήσουν. Να αναφέρω ένα παράδειγμα; Η Πηνελόπη Δέλτα είχε καταφέρει να προσελκύει τα παιδιά και σε "βαριά" θέματα, όπως είναι ο Μακεδονικός Αγώνας. Το ύφος των βιβλίων της ήταν γλαφυρό και πολύ προσιτό στα παιδιά, ενώ η γλώσσα της ήταν εξαιρετική. Αυτό που πάντα μέτραγε για μένα ήταν ο ήρωας ή η ηρωίδα, όταν είναι παιδί, να είναι πραγματικό παιδί. Εγώ μπαίνω στο πετσί των παιδιών και γίνομαι ένα μ' αυτά.
Δεν σας κρύβω ότι όταν έγραφα τον "Ψεύτη παππού", ένιωθα έντονο δισταγμό, μήπως θέματα, όπως ο Δεκέμβρης του '44 ή ο Μάης του '68, ήταν μακρινά για τα σημερινά παιδιά. Εν τούτοις, έγινε μπεστ σέλερ. Πιστεύω ακράδαντα ότι τα παιδιά πρέπει να ξέρουν το παρελθόν, αν θέλουν να γνωρίσουν τον εαυτό τους».
Η «Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» έγινε μπεστ σέλερ το 1987...
«Τότε το μπεστ σέλερ δεν γινόταν εύκολα, όπως τώρα. Ηταν σπάνιο γεγονός».
Ομως σ' αυτό το βιβλίο σας είχατε μιλήσει έξω από τα δόντια για τα δεινά του σοβιετικού καθεστώτος, το οποίο είχατε ζήσει εκ των έσω. Πού αποδίδετε την επιτυχία του;
«Τόλμησα να μιλήσω για πράγματα που ήταν ταμπού και είμαι ευτυχής που τα είπα, προτού γίνει η περεστρόικα. Τα είχα ζήσει από κοντά η ίδια και δεν μου τα αφηγήθηκαν άλλοι. Γι' αυτό έπεισα».
Αν σας έλεγαν να φανταστείτε μια «πυραμίδα» αρνητικών του σοβιετικού καθεστώτος, ποιο θα βάζατε στην κορυφή;
«Είχαμε εξιδανικεύσει ό,τι υπήρχε στη Σοβιετική Ενωση. Ενώ εάν είχαμε επιλέξει τον αντίθετο δρόμο, θα είχε βαθύνει το βλέμμα μας και δεν θα είχε τόσο εύκολα καταρρεύσει η πίστη μας. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τα αρνητικά αποτελέσματα μιας επανάστασης, γι' αυτό, όταν ήρθε η ώρα της απαξίωσής της, επήλθε μέσα μας η τέλεια κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού».
Εσείς εκ των υστέρων πού στέκεστε, στα θετικά ή στα αρνητικά;
«Υπήρχαν πάρα πολλά θετικά, αλλά δεν ξέραμε πόσα αρνητικά ήταν τροχοπέδη στην εξέλιξη. Στο 20ό Συνέδριο του 1955 ήταν εμφανές ότι με τον ερχομό του Χρουστσόφ είχαμε πολλές ελπίδες ότι τα αρνητικά θα βελτιωθούν. Τι τα θέλετε όμως; Ανοιξε μία πόρτα και ξανάκλεισε. Τα διηγήματά μου, τα οποία έδινα να δημοσιευτούν σε σοβιετικά περιοδικά, δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ! Σκεφτόμουν ότι θα τους άρεσαν, γιατί δεν είχαν τίποτα το επιλήψιμο για τη Σοβιετική Ενωση. Θα έλεγα ότι ήταν μάλλον με αγάπη γραμμένα για το καθεστώς».
Πώς ήταν η καθημερινότητα, αρχικά στην Τασκένδη κι αργότερα στη Μόσχα; Σας αντιμετώπισαν ισότιμα τους Ελληνες πρόσφυγες οι Σοβιετικοί;
«Η καθημερινότητα στην Τασκένδη ήταν αρκετά δύσκολη. Ευτυχώς που είχαμε Σοβιετικούς και Ελληνες φίλους, που ισορροπούσαν την αρνητική κατάσταση που ζούσαμε. Να καταλάβετε, δεν είχαμε τρεχούμενο νερό, δεν είχαμε νερό στο μπάνιο... Η ζωή στη Μόσχα ήταν πιο εύκολη. Είχαμε καλά σχολεία, η πρόνοια για τα παιδιά ήταν υψηλή, είχαμε βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς».
Τελικά αισθανθήκατε ότι ανήκετε στη σοβιετική κοινωνία;
«Δεν αισθανόμασταν ότι ανήκαμε. Περισσότερο ήμασταν ένα κομμάτι της. Εμένα το μυαλό μου ήταν στην Ελλάδα. Μου έκανε, μάλιστα, εντύπωση ότι οι δεξιοί που έρχονταν από την πατρίδα στη Σοβιετική Ενωση την έβρισκαν καλύτερη, ενώ οι αριστεροί χειρότερη! Να αναφέρω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ενας δημοσιογράφος από δεξιά εφημερίδα εξεπλάγη, όταν διαπίστωσε ότι οι Εσκιμώοι είχαν Ακαδημία Επιστημών! "Δεν έχετε ταβέρνες για να πάτε!", άκουγες, αντίθετα, συχνά από αυτούς που προέρχονταν από τη φιλοκομμουνιστική παράταξη».
Να ξαναγυρίσουμε στους νέους, που τους γνωρίζετε καλύτερα απ' όλους μας. Μετά το τέλος των ιδεολογιών, με τι βλέπετε να παθιάζονται;
«Θεωρώ απόλυτα φυσικό ότι σήμερα δεν μπορούν να εμπιστευθούν το πρόσωπο κανενός πολιτικού, γιατί χάθηκε η πίστη. Τα νέα παιδιά που παθιάζονται με την οικολογία, την επιλέγουν γιατί θέλουν με κάτι να παθιαστούν, καθώς δεν βρίσκουν μια ιδεολογία. Είναι μια πολιτική διέξοδος».
Τι κοινά χαρακτηριστικά έχουν οι νέοι άνθρωποι;
«Μία πλευρά παιδιών τάσσεται με την κοινωνία της κατανάλωσης. Μία άλλη ξεδίνει με κιθάρες και μουσική, και βλέπει με βαθύ τρόπο τη ζωή. Βλέπω τον εγγονό μου να μοιράζεται ένα αυτοκίνητο με την αδελφή του και τη μητέρα του, γιατί αν πάρουν ένα δεύτερο, θα μολύνουν το περιβάλλον».
Οι νεότεροί σας συγγραφείς σε ποιο βαθμό έχουν διαφοροποιηθεί από τις γενιές του πολέμου και του μεταπολέμου;
«Περισσότερο περιστρέφονται γύρω από την ψυχανάλυση του καθενός μας. Δεν αγγίζουν μεγάλα θέματα, γιατί ίσως δεν υπάρχουν. Για μας ήταν πιο εύκολο να βρούμε τα θέματά μας, γιατί τα είχαμε ζήσει κιόλας».
Θα χαρακτηρίζατε τη λογοτεχνία των νέων συγγραφέων, λογοτεχνία δωματίου;
«Χωρίς να είναι κατώτερη, είναι πιο εσωστρεφής».
Αυτή η εσωστρέφεια, που λέτε, είναι κυρίως θέμα εποχής ή ταλέντου;
«Πιο πολύ θέμα εποχής».
Τους βρίσκετε αναποφάσιστους;
«Σήμερα όλοι οι δρόμοι είναι κλειστοί. Όλα είναι απελπισία κι αυτή η απελπισία ξεκινά από το σχολείο. Μετά τη δευτέρα Γυμνασίου τα παιδιά τα χάνεις. Όλο το λάθος αρχίζει από την εκπαίδευση. Αν το παιδί έχει άγχος από το Δημοτικό, τι θα γίνει μετά;»
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 10/05/2008
0 σχόλια