Ο Ματωμένος Δεκέμβρης του 1944



3 Δεκέμβρη 1944: Η ματωμένη Κυριακή
Τα γεγονότα της 3ης του Δεκέμβρη 1944 υπό το πρίσμα της ιστορικής έρευνας. Κείμενο του Γιώργου Πετρόπουλου από το «Ριζοσπάστη» της 2 Δεκέμβρη 2001.







«…Και ξημέρωσε η 3 του Δεκέμβρη. Τρεις του Δεκέμβρη!.. Οποιος έζησε στις 3 του Δεκέμβρη, στις 4 μπορούσε να πεθάνει. Ο προορισμός του ανθρώπου, που είναι: να κάνει κάτι μεγάλο ή να ζήσει κάτι μεγάλο εκπληρώνεται. Γιατί ο λαός, ο Αθηναϊκός λαός, κείνη τη μεγάλη μέρα αποκαλύφθηκε μπροστά στο ίδιο του το μεγαλείο».



Μενέλαος Λουντέμης 1

Κυριακή 3 Δεκέμβρη 1944. Ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα του ΕΑΜ συγκεντρώνεται από το πρωί στο κέντρο της πρωτεύουσας για να διαδηλώσει την αντίθεσή του στην πολιτική του εμφυλίου πολέμου που προωθούσαν η ντόπια αντίδραση και οι Αγγλοι με την επιδίωξη τους για μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, για να διακηρύξει τη θέλησή του να αγωνιστεί για εθνική ανεξαρτησία και δημοκρατία. Ο «Ριζοσπάστης» εκείνης της μέρας, που κυκλοφορούσε από τα χαράματα έγραφε στην κορυφή της πρώτης του σελίδας: «Ολοι σήμερα στις 11 στο συλλαλητήριο του ΕΑΜ στο Σύνταγμα – Κάτω η κυβέρνηση του εμφυλίου πολέμου! Εμπρός για κυβέρνηση ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ Εθνικής Ενότητας!». Το κύριο άρθρο γραμμένο από τον Γ. Ζέβγο, με τίτλο «ΕΜΠΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ», εξηγούσε μέσα από έναν απολογισμό του έργου της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου πώς είχε προκληθεί η κρίση, με αποτέλεσμα τα μεσάνυχτα της 1 προς 2 Δεκέμβρη 1944 να παραιτηθούν όλοι οι υπουργοί και υφυπουργοί του ΕΑΜ. «Τώρα -έγραφε ο Ζέβγος- το λόγο τον έχει ο ελληνικός λαός. Οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ, που τους ζητούν να παραδώσουν τα τιμημένα και κερδισμένα σε μάχες όπλα τους. Οι περήφανοι πολίτες της Αθήνας, που αντιμετώπισαν νικηφόρα τις ορδές των Γερμανών και των προδοτών. Ολοι οι δημοκράτες, όλοι όσοι πονάν την Ελλάδα και το λαό της θα βρεθούν ενωμένοι στις γραμμές του για να υπερασπίσουν τη λευτεριά του, τη ζωή του, τα δημοκρατικά του δικαιώματα, την εθνική ανεξαρτησία. Ο ελληνικός λαός θα σαρώσει την κυβέρνηση του εμφυλίου πολέμου και θα δημιουργήσει μια κυβέρνηση πραγματικής εθνικής ενότητας»2.


3 Δεκεμβρίου 1944
Ο Μίκης Θεοδωράκης (19χρονος τότε) στη φωτογραφία υψώνει μια αιματοβαμμένη σημαία. Στο συλλαλητήριο στο Σύνταγμα





Γύρω στις 10 και 45′ π.μ. η πλατεία Συντάγματος και οι γύρω δρόμοι έχουν πλημμυρίσει από χιλιάδες λαού. Μπροστά στον Αγνωστο Στρατιώτη έχουν συγκεντρωθεί λαϊκές επιτροπές, διοικήσεις σωματείων και στελέχη του λαϊκού κινήματος. «Είχε προγραμματιστεί -γράφει ο Θ. Χατζής3– ν” αρχίσει η εκδήλωση με κατάθεση στεφάνων στη μνήμη εκείνων που θυσίασαν τη ζωή τους για τη λευτεριά και την ανεξαρτησία»… Τίποτα απ” όλα αυτά, όμως δεν έμελλε να γίνει.


Η διαδήλωση αρχίζει

Η κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά είχε δώσει την άδεια να γίνει το συλλαλητήριο, αλλά τα μεσάνυχτα του Σαββάτου 2 Δεκέμβρη η άδεια ανακλήθηκε με την πρόφαση πως το συλλαλητήριο ήταν η απαρχή «σειράς επαναστατικών πράξεων αι οποίαι απέβλεπαν εις κατάλυσιν του κράτους»4. Η άρχουσα τάξη έδινε τη μάχη για τη δική της επικράτηση μετά την απελευθέρωση. Επρεπε λοιπόν να υποταχτεί ο λαός με τη βία. Ετσι η ανάκληση της άδειας του συλλαλητηρίου ήταν μια σαφής πρόκληση σε βάρος του ΕΑΜικού κινήματος που εκδηλωνόταν στο παραπέντε για να προκαλέσει, το λιγότερο, όξυνση. Ομως κανείς δεν περίμενε να επακολουθήσει ό,τι επακολούθησε.


Το μακελειό

Η ώρα πλησίαζε 11 π.μ. και το πλήθος στην πλατεία Συντάγματος και τους γύρω δρόμους όλο και πύκνωνε τις γραμμές του, με σημαίες, λάβαρα και πλακάτ, με προκηρύξεις και τα φέιγ – βολάν να πέφτουν βροχή. Τα συνθήματα «όχι άλλη κατοχή», «Παπανδρέου παραιτήσου» κυριαρχούν σ” όλα τα χείλη.

Οι αστυνομικοί είχαν οχυρωθεί στην είσοδο του κτιρίου, στην ταράτσα και στα παράθυρα της Αστυνομικής Διεύθυνσης που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και βασιλίσσης Σοφίας (τότε Κηφισίας), στην ταράτσα των Παλιών Ανακτόρων (Βουλή) και στο απέναντι του κτιρίου πεζοδρόμιο, προς την πλευρά του Αγνώστου Στρατιώτη. Επίσης στους γύρω από την πλατεία δρόμους υπήρχαν αγγλικά άρματα μάχης5.

Λίγο πριν αρχίσει το μακελειό, ο κόσμο περιεργάζεται τα βρετανικά οχήματα που είχαν σταθμεύσει στην Πλατεία Συντάγματος




Οι πρώτες συγκρούσεις και αψιμαχίες των διαδηλωτών με την Αστυνομία εκδηλώθηκαν όταν το πλήθος έφτανε, από τους γύρω δρόμους, στα σημεία προσέγγισης της πλατείας Συντάγματος κι εμποδιζόταν να εισχωρήσει από τις αστυνομικές δυνάμεις. Ξαφνικά, χωρίς να υπάρχει ορατός λόγος, από τα παράθυρα της Αστυνομικής Διεύθυνσης και από τα άλλα σημεία οχύρωσης των αστυνομικών άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί. Γράφει η Μέλπω Αξιώτη6:



«Δίπλα απ” τα ανάκτορα αστυνομικοί και φασίστες εκείνη τη στιγμή μας πυροβολούν στο ψαχνό. Κορίτσια τότε δείχνουν τα στήθια τους και φωνάζουν: βαράτε εδώ! Είμαστε άοπλοι! Και οι φασίστες τα βαρούν… Οι νεκροί πέφτουν τώρα γύρω – τριγύρω μας ένας – ένας χάμω, σα σπουργίτια. Οι ξένοι ανταποκριτές στέκουν εκστατικοί. Ενας Αμερικανός με στολή χιμά κι αρπά πιστόλι αστυνομικού που ήταν έτοιμο ν” ανάψει. Αλλος Αμερικανός πίσω από τανκ εγγλέζικο φωτογραφίζει το λάβαρο του ΕΑΜ που μούσκεψε σε σκοτωμένου το αίμα… Πολλοί από τους πόλισμαν πετούν τα όπλα τους στους διαδηλωτές και οι διαδηλωτές τους σηκώνουν στα χέρια. Οι Αγγλοι γύρω – γύρω και πάνω στα τανκς, στη »Μεγάλη Βρετάνια» στα πεζοδρόμια, ανάμεσα στο πλήθος, φλεγματικοί παντού και αξιοπρεπείς στέκουν και βλέπουν τη δολοφονία μας, πως θάστεκαν να βλέπουν ταινία κινηματογράφου. Στο τέλος – τέλος παίρνουν μέρος. Μαζεύουν με τα φορτηγά τους, τραυματισμένους και γερούς. Ηταν αυτοί οι πρώτοι όμηροι. Σε λίγες μέρες γίνηκαν χιλιάδες».



Ο απολογισμός της δολοφονικής επίθεσης ήταν 21 νεκροί και 140 τραυματίες7, γεγονός που δίκαια βάφτισε την 3η Δεκέμβρη 1944 ως «Ματωμένη Κυριακή».

Μαρτυρίες και ομολογίες για τη σφαγή

Στις 7 Δεκέμβρη του 1944, ο Γ. Παπανδρέου υποστήριξε με ανακοινώσεις του προς τους ξένους ανταποκριτές8 ότι την ευθύνη για το μακελειό την είχε το ΕΑΜ γιατί το συλλαλητήριο ήταν ένοπλο και άρχισε με επίθεση κατά της οικίας του και στη συνέχεια εκδηλώθηκαν επιθέσεις κατά της Αστυνομίας, με αποτέλεσμα αυτή να αναγκαστεί να αμυνθεί. Βέβαια, δεν υπάρχει κανείς σοβαρός άνθρωπος που να πιστεύει κάτι τέτοιο δεδομένου ότι και τα ιστορικά στοιχεία που έχουν έρθει στο φως αποδεικνύουν κατά τρόπο κατηγορηματικό πως η Ματωμένη Κυριακή της 3ης Δεκέμβρη του 1944 ήταν δημιούργημα της ντόπιας αντίδρασης και των Βρετανών καθοδηγητών της. Εντούτοις, θα σταθούμε περισσότερο στο γεγονός αυτό καθ” αυτό για να το φωτίσουμε παραθέτοντας ορισμένες μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, καθώς και ομολογίες πρωταγωνιστών.




Η αστυνομία επεμβαίνει για τη διάλυση της διαδήλωσης.

Ο Κ. Κουβαράς που ήρθε στην Ελλάδα την Ανοιξη του ’44 με ειδική αποστολή της υπηρεσίας OSS9 των ΗΠΑ, παρακολούθησε τα γεγονότα της 3ης Δεκέμβρη1944 από τον εξώστη του ξενοδοχείου «Μ. Βρετάνια». Να τι γράφει μεταξύ άλλων10: «Είδα τον κόσμο να έρχεται σε παράταξη με τις σημαίες του -ελληνική, αμερικανική, βρετανική και ρωσική- μπροστά. Ηταν μια γιγάντια φάλαγγα, αλλά οι διαδηλωτές προχωρούσαν με τάξη τραγουδώντας αντάρτικα τραγούδια και φωνάζοντας συνθήματα. Ερχονταν δυτικά από την οδό Πανεπιστημίου και προσπάθησαν να μπουν στην πλατεία Συντάγματος στρίβοντας αριστερά στην οδό Οθωνος. Η Αστυνομία τους σταμάτησε. Η πελώρια φάλαγγα άρχισε πάλι να κινείται για να μπει στην πλατεία, κατεβαίνοντας τα σκαλιά που οδηγούν από το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη. Η Αστυνομία και πάλι τους σταμάτησε κι η φάλαγγα άρχισε πάλι να κινείται… Το μπροστινό τμήμα του συλλαλητηρίου είχε φτάσει στην άκρη της πλατείας όπου βρισκόμασταν, και καθώς παρατηρούσα προσεκτικά, άκουσα τους επικεφαλής να συζητούν με την Αστυνομία, μόλις δέκα μέτρα από κει που στεκόμασταν. Προσπαθήσαμε να παρακολουθήσουμε τη συζήτηση που διεξαγόταν σε υψηλό τόνο, αλλά δεδομένων των περιστάσεων το πράγμα δε φαινόταν εξαιρετικό. Οι διαδηλωτές σπρώχνανε για να μπουν στην πλατεία, αλλά δε γινόταν καμιά συμπλοκή. Ξαφνικά ένα παράγγελμα »τραβηχτείτε πίσω:» δόθηκε με μια στριγγλή, στρατιωτική φωνή και όλοι οι αστυνομικοί υποχώρησαν κάπου είκοσι μέτρα, γονάτισαν κι άρχισαν να πυροβολούν! Τα πυρά ήταν πυκνά. Διακόσιοι αστυνομικοί έβαλλαν ταυτόχρονα, οι περισσότεροι με αυτόματα…».



Ο δημοσιογράφος Μ. Φόντορ σε μια διαπίστωσή του που δημοσιεύτηκε στη «New York Post», στις 17/2/1945 γράφει11: «Μέσα σε 25 χρόνια έχω δει σχεδόν όλες τις επαναστάσεις της Ευρώπης. Αυτή εδώ ήταν η πιο ήρεμη και πολιτισμένη επανάσταση που έχω δει ποτέ μέχρι τη στιγμή που η αστυνομία άρχισε να πυροβολεί και οι Αγγλοι επενέβησαν».



Ο Κρις Γουντχάουζ, αρχηγός της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής στην Ελλάδα, που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί για φιλοεαμικά αισθήματα, όσο και να προσπαθεί στα γραπτά του δεν καταφέρνει να κρύψει την αλήθεια που γνώριζε πολύ καλά. «Οταν τα πλήθη των διαδηλωτών -γράφει12– βρέθηκαν αντιμέτωπα με την Αστυνομία στην πλατεία Συντάγματος, πολλοί αστυνομικοί πυροβόλησαν κατευθείαν πάνω τους, πράγμα που χωρίς αμφιβολία, ήταν ο σκοπός για τον οποίο τα είχε συγκεντρώσει εκεί το ΚΚΕ»!!!



Ας δώσουμε όμως το λόγο και στον άνθρωπο που διέταξε πυρ εκείνο το ματωμένο πρωινό του Δεκέμβρη. Πρόκειται για τον, τότε, διευθυντή της Αστυνομίας Αγγελο Εβερτ, ο οποίος το 1958 σε μία συνέντευξή του, ομολόγησε ότι εκείνος, βάσει κυβερνητικών εντολών, έδωσε τη διαταγή να χτυπήσουν οι αστυνομικοί τους διαδηλωτές. Συγκεκριμένα, αφού αναφέρει -χωρίς βεβαίως να το αποδεικνύει- ότι υπήρχε σχέδιο να καταλάβουν οι διαδηλωτές νευραλγικά σημεία της πρωτεύουσας όπως η Αστυνομική Διεύθυνση, τα Παλαιά Ανάκτορα και τα υπουργεία Εξωτερικών και Στρατιωτικών, καταλήγει: «Εκείνην τη στιγμήν ακριβώς και βάσει των διαταγών τας οποίας είχον, διέταξα υπευθύνως και εγώ τη βιαίαν διάλυσιν των επιτιθέντων διαδηλωτών…»13.
Αντί επιλόγου

Η 3η Δεκέμβρη του ’44 θεωρείται, δικαίως, η απαρχή της μάχης του Δεκέμβρη. Δεν ήταν ένα τυχαίο αιματηρό γεγονός από τη μεριά της αντίδρασης, ντόπιας και ξένης, αφού το ματοκύλισμα του λαού επαναλήφθηκε την επομένη, 4Δεκέμβρη, όταν ο λαός κήδευε τα θύματα της «Ματωμένης Κυριακής». Ούτε οι αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις θα αναλάμβαναν αμέσως δράση κατά του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Τέλος, θα διευκολύνονταν κυβερνητικές λύσεις αποδεκτές από το ΕΑΜ που κάποια στιγμή φάνηκαν δυνατές όταν ο Παπανδρέου παραιτήθηκε για λογαριασμό του Θ. Σοφούλη, αλλά οι Εγγλέζοι δεν επέτρεψαν οποιαδήποτε κυβερνητική αλλαγή14.

Ο Τσόρτσιλ με τον Σκόμπι και τον Αλεξάντερ στην Αθήνα

Στις 7/11/1944, σε τηλεγράφημά του στον υπουργό του επί των Εξωτερικών Α. Ηντεν, ο Ου. Τσόρτσιλ, ανάμεσα στα άλλα, σημείωνε15: «Περιμένω ανοιχτή σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν πρέπει να τη φοβόμαστε, υπό την προϋπόθεση ότι έχουμε διαλέξει με προσοχή το έδαφος». Δεν ξέρουμε αν το έδαφος που επιζητούσε ήταν εντελώς κατάλληλο στις αρχές Δεκέμβρη του ’44. Ξέρουμε όμως ότι δε δίστασε να ματοκυλίσει τον ελληνικό λαό διατάσσοντας τα βρετανικά στρατεύματα να λειτουργήσουν ως δύναμη κατοχής. Η διαταγή που έστειλε στο στρατηγό Σκόμπι στις 5/12/1944 δεν αφήνει περιθώρια παρανοήσεων: «Είσθε υπεύθυνος -έλεγε το κείμενο της διαταγής προς το στρατηγό- για την τήρηση της τάξεως στην Αθήνα και πρέπει να εξουδετερώσετε ή να συντρίψετε όλες τις ομάδες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, που θα πλησιάσουν προς την πόλη… Μη διστάζετε, πάντως, να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη, όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση»16.

Για τα συγκεκριμένα γεγονότα, πολλά έχουν γραφεί που δεν είναι δυνατό να αναλυθούν εδώ. Αν ήθελε όμως να δει κανείς τη σημασία που είχε εκείνη η μάχη για τα λαϊκά συμφέροντα, δεν έχει παρά να αναζητήσει τη σημασία που είχε για τα συμφέροντα της ντόπιας ολιγαρχίας και του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Γράφει πάλι ο Τσόρτσιλ17:

«Η μάχη που διήρκεσε έξι εβδομάδες… έγινε για να καταλάβωμε την Αθήνα και, όπως θα δείξει η συνέχεια των γεγονότων, να απαλλάξωμε την Ελλάδα από τον κομμουνιστικό ζυγό. Την εποχή αυτήν που τρία εκατομμύρια άνδρες πολεμούσαν σε κάθε στρατόπεδο στο Δυτικό Μέτωπο και που τεράστιες αμερικανικές δυνάμεις ηγωνίζοντο εναντίον της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό, οι ελληνικές αυτές παραφορες μπορούσαν να φαίνονται ότι είχαν ελάχιστη σημασία, αλλά δεν ευρίσκοντο λιγώτερο στο νευρικό κέντρο της ισχύος, της τάξεως και της ελευθερίας του Δυτικού κόσμου». Περισσότερα σχόλια ασφαλώς περιττεύουν.

1. Μενέλαος Λουντέμης: «Ο Μεγάλος Δεκέμβρης», εκδόσεις Μαρή & Κοροντζή, Αθήνα 1945, σελ. 40

2. «Ριζοσπάστης» 3/12/1944

3. Θ. Χατζή: «Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε», εκδόσεις Δωρικός, τόμος Δ”, σελ. 198

4. Γ. Παπανδρέου: «Κείμενα», τόμος β” «Η απελευθέρωσις της Ελλάδος», εκδόσεις Μπίρης, σελ. 211

5. Σπ. Γασπαρινάτου: «Απελευθέρωση – Δεκεμβριανά – Βάρκιζα», εκδόσεις Ι. Σιδέρης, τόμος Α”, σελ. 258

6. Μέλπω Αξιώτη: «Απάντηση σε 5 ερωτήματα» εκδόσεις Μαρή & Κοροντζή, Αθήνα 1945, σελ. 66

7. «Ρ» της 4/12/1944. Τα ίδια στοιχεία δίνει ανακοίνωση του ΕΑΜ στις 6/12/1944 («Κείμενα Εθνικής Αντίστασης», Εκδόσεις ΣΕ, τόμος Α” σελ. 128), ο Θ. Χατζής («Η Νικηφόρα Επανάσταση», τόμος Δ” σελ. 200, το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ» (έκδοση ΣΕ, σελ. 488) κλπ. Αλλες ΕΑΜικές πηγές όπως ο Σαράφης μιλούν για 28 νεκρούς και 150 τραυματίες (Στ. Σαράφη: «Ο ΕΛΑΣ», εκδόσεις Επικαιρότητα, σελ. 542. Αντίθετα η αντιεαμική πλευρά προσπάθησε να μειώσει τον απολογισμό του αίματος. Η κυβέρνηση Παπανδρέου για παράδειγμα, μίλησε για 10 νεκρούς και 26 τραυματίες (Γ. Ιατρίδη: «Εξέγερση στην Αθήνα», εκδόσεις Νέα Σύνορα, σελ. 184)

8. Γ. Παπανδρέου, στο ίδιο, σελ. 230-231

9. Office Strategic Services: Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών – πρόδρομος της CIA

10. Κ. Κουβαρά: «O.S.S. Με την Κεντρική του ΕΑΜ», εκδόσεις Εξάντας, σελ. 162-163

11. Λ. Σταυριανού: «Η Ελλάδα σε επαναστατική περίοδο», εκδόσεις Κάλβος 1974, σελ. 151

12. C. M. Woodhouse: «Το μήλο της έριδος», εκδόσεις Εξάντας, σελ. 325

13. «Ακρόπολις» 12/12/ 1958

14. «Στη Δίνη του Εμφυλίου Πολέμου – Σπάνια ντοκουμέντα του ΕΑΜ 1944-1947», εκδόσεις ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ, σελ. 78

15. Γ. Ανδρικόπουλου, «1944 Κρίσιμη Χρονιά», εκδόσεις Διογένης, τόμος Β”, σελ. 201

16. Γ. Ανδρικόπουλου: στο ίδιο, τόμος Β”, σελ. 257

17. Ουίνστον Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος πόλεμος», Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, τόμος ΣΤ” σελ. 352.

http://www.imerodromos.gr



Στις 4 του Δεκέμβρη του 1944 η Αθήνα ξεσηκώνεται σύσσωμη για να συνοδέψει στην τελευταία τους κατοικία τα θύματα της δολοφονικής επίθεσης της προηγούμενης μέρας, όταν η ειρηνική διαδήλωση του ΕΑΜ βάφτηκε στο αίμα από τους Σκόμπι - Παπανδρέου μέσω των χωροφυλάκων του ΕΒΕΡΤ.




Καθώς ο όγκος της πένθιμης πομπής έφθασε στην πλατεία Συντάγματος, οι διαδηλωτές γονάτισαν και ορκίστηκαν στη μνήμη των νεκρών κάτω από ένα τεράστιο πανό, με την υπογραφή του ΕΑΜ, που έγραφε: «Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».


Κατά την επιστροφή από το νεκροταφείο, όμως, τα δολοφονικά όργανα του αστικού κράτους εξαπέλυσαν νέα επίθεση: 40 οι νεκροί και 70 οι τραυματίες.




Ο ΕΛΑΣ λαμβάνει εντολή να δράσει. Τμήματα του ΕΛΑΣ ξεκαθαρίζουν τις σφηκοφωλιές των χιτών στο Θησείο, ενώ αφοπλίζουν τα αστυνομικά τμήματα της Αθήνας και του Πειραιά. Μοναδικά στηρίγματα των αστικών δυνάμεων στον Πειραιά μένουν μόνο το οχυρωμένο μέγαρο Βάτη και η Σχολή Δοκίμων που προστατεύονται από τα κανόνια των βρετανικών πολεμικών πλοίων.



Παραθέτουμε το δημοσίευμα το άρθρο του Νίκου Μπογιόπουλου για το Δεκέμβρη του 44 και το άρθρο του Ριζοσπάστη της 5 Δεκέμβρη του 1944
Δεν είχαν περάσει ούτε δυο μήνες από την απελευθέρωση της πρωτεύουσας από τους Γερμανούς και ο λαός της Αθήνας αιματοκυλίστηκε από το νέο κατακτητή. Δυο μέρες νωρίτερα είχε προηγηθεί το ιταμό τελεσίγραφο του στρατηγού Σκόμπι και της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου για το μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ. Όσα έγιναν τον Δεκέμβρη είχαν προσχεδιαστεί από εκείνους που εμφανίζονταν σαν «απελευθερωτές». Ηδη από τις 22/9/1944, ο Γεώργιος Παπανδρέου, τηλεγραφούσε στον Τσόρτσιλ τα εξής: «Δεν γνωρίζω τους λόγους διά την απουσία της Βρετανίας. Μόνον η άμεσος παρουσία εντυπωσιακών βρετανικών δυνάμεων εις την Ελλάδα και ως τας τουρκικάς ακτάς θα ήτο δυνατό να μεταβάλει την κατάστασιν». Η κατάσταση που ήθελαν να «μεταβληθεί» ήταν να κλείσει ο δρόμος που είχε ανοίξει με το μεγαλειώδες ΕΑΜικό κίνημα προς μια Ελλάδα της λαικής αναδημιουργίας. Πώς θα γινόταν αυτό: «Την 21ην Αυγούστου 1944 συνηντήθην εις την Ρώμην με τον Βρετανόν Πρωθυπουργόν. Και όταν μου έθεσε το ερώ­τημα, ποια είναι η πολιτική μου, απήντησα: "Εξοπλισμός του Κράτους. Αφοπλισμός του ΕΑΜ" (από την επιστολή του Γεωργίου Παπανδρέου που δημοσιεύτηκε στην εφημε­ρίδα «Η Καθημερινή» στις 2 Μάρτη 1948).

Όσο μεγαλειώδης ήταν η ΕΑΜική αντίσταση, τόσο μεγάλο έπρεπε να είναι και το έγκλημα που διαπράχτηκε εναντίον της. Αποφάσισαν να χτυπήσουν απροκάλυπτα. Η ειρηνική διαδήλωση της Αθήνας, αφού πρώτα απαγορεύτηκε, το συλλαλητήριο που τα αιτήματά του δεν ήταν παρά η ομαλότητα, η κατοχύρωση των λαϊκών ελευθεριών μέσω άμεσης διεξαγωγής δημοψηφίσματος και η προετοιμασία διενέργειας ελεύθερων εκλογών, πνίγηκε στο αίμα: 24 νεκροί, 160 τραυματίες. Οι Εγγλέζοι με 60.000 στρατό και σε συνεργασία με τους δοσίλογους της Κατοχής, ο Τσόρτσιλ μαζί με τους χωροφυλάκους και με το ανδρείκελό του, τον Γεώργιο Παπανδρέου, έστρεψαν τα τανκς εναντίον των εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων που διαδήλωναν στο Σύνταγμα.
Την επόμενη μέρα, στις 4 Δεκέμβρη, στο ίδιο σημείο που την προηγούμενη είχαν διαπραχθεί οι δολοφονίες, χιλιάδες λαού συγκεντρώθηκαν ψάλλοντας το «Πένθιμο Εμβατήριο» και συνοδεύοντας τους νεκρούς τους. Το πανό που ξεδιπλώθηκε υπενθύμιζε τη δοκιμασμένη από την ζωντανή περίοδο της Κατοχής αλήθεια: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα -- ΕΑΜ». Τα εγγλέζικα βόλια, σε συνεργασία με τους χτεσινούς συνεργάτες των Γερμανών, ξαναχτυπούν. Νέοι νεκροί…




Μέχρι εκείνες τις μέρες οι δολοφόνοι εμφανίζονταν σαν «δημοκράτες», σαν «απελευθερωτές». Στις 3 και 4 Δεκέμβρη του ’44 οι μάσκες έπεσαν. Οι δολοφόνοι, οι Εγγλέζοι «σύμμαχοι» και οι εγχώριοι πραιτοριανοί τους, δήλωσαν με τον πιο εγκληματικό τρόπο την απόφασή τους να περάσουν νέες αλυσίδες στον λαό, να συντρίψουν το ΕΑΜικό κίνημα, να ναρκοθετήσουν την παλλαϊκή απαίτηση για δημοκρατική αναδημιουργία της Ελλάδας. Έτσι ξεκίνησε το νέο μεγαλειώδες κεφάλαιο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, με το λαό να διαλέγει τα όπλα κόντρα στις αλυσίδες, σε μια πάλη άνιση και ηρωική, που κράτησε 33 μέρες απέναντι σε μια «πολιτισμένη» αυτοκρατορία που βομβάρδιζε από εδάφους και αέρος πυκνοκατοικημένες περιοχές, ανεξάρτητα από υλικές ζημιές ή θανάτους αμάχων.



Για δεκαετίες η απάντηση στην ερώτηση «τι έγινε το Δεκέμβρη;» υπήρξε ασφαλής τρόπος για να χωρίζει η ήρα από το στάρι. Ανάλογα με τη «διήγηση» μπορούσες να διακρίνεις πότε μιλούσε η δουλοφροσύνη και πότε η αξιοπρέπεια. Ανάλογα με την απάντηση ερχόταν στην επιφάνεια το νήμα που συνέδεε τουςμαυραγορίτες του χτες με τους μετέπειτα «κατσαπλιάδες», τουςγερμανοτσολιάδες του τότε με τους κατοπινούς «αμερικανοτσολιάδες». Ο Δεκέμβρης σηματοδότησε την αρχή μιας ιστορικής περιόδου που περιλαμβάνει τα πάντα: Σελίδες τιμής, σελίδες χρέους, σελίδες τραγωδίας. Αποτελεί σημείο ορόσημο από το οποίο είναι αναγκασμένος να περάσει κανείς για να φτάσει στον Εμφύλιο, στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας και στις αμερικανικές βόμβες ναπάλμ του Βαν Φλιτ, στο ανθρώπινο μεγαλείο στα Μακρονήσια και στο «όχι» στις δηλώσεις μετανοίας, στον εξευτελισμό των στρατοδικών μέσα στα ίδια τους τα στρατοδικεία έως το «ΕΑΜ - ΕΛΑΣ - ΠΟλυτεχνείο» των μεταπολιτευτικών χρόνων.



Οι μάχες του Δεκέμβρη έληξαν με νικητές και ηττημένους. Το έπαθλο των πρώτων η εξουσία. Το έπαθλο των δεύτερων οι φυλακές, οι εξορίες, οι εκτελέσεις, τα βασανιστήρια. Οι δεύτεροι, αυτοί που ηττήθηκαν στρατιωτικά, ισχυρίζονται ότι κατόρθωσαν κάτι περισσότερο από τους νικητές: Ότι υπέστησαν μια από τις «νικηφόρες» εκείνες ήττες που στην Ιστορία μόνο ένας ηττημένος που έχει το δίκιο με το μέρος του μπορεί να κατακτήσει. Νίκη όπως εκείνη των ηττημένων δημοκρατικών ταξιαρχιών της Ισπανίας, νίκη όπως εκείνη των ηττημένων της παρισινής κομμούνας: Νίκη ηθική, νίκη ιδεολογική έναντι των νικητών αντιπάλων τους! Συμφωνούμε…

Ένα ερώτημα που συνήθιζε να επανέρχεται για δεκαετίες μετά τον Δεκέμβρη ήταν τούτο: Ναι αλλά «αν» τότε νικούσαν οι ηττημένοι και «αν» έχαναν οι νικητές, τι θα γινόταν; Που θα βρισκόταν σήμερα η Ελλάδα; Μερικές από τις πιο γνώριμες απαντήσεις είναι κι αυτές: «Αλβανία θα είχαμε γίνει», «θα πεινάγαμε», «δεν θα είχαμε ελευθερία», «θα είχαμε καταρρεύσει όπως οι άλλοι και οι γυναίκες μας θα είχαν γίνει πουτάνες»… Φυσικά η Ιστορία δεν γράφεται με «αν». Γι’ αυτό για εμάς δεν έχει σημασία να μπούμε στο φανταστικό σενάριο τι θα είχε γίνει «αν». Για εμάς έχει μεγάλη σημασία να σταθούμε στο πραγματικό σενάριο που γράφτηκε με βάση τα όσα πραγματικά έγιναν. Και αφότου νίκησαν αυτοί που νίκησαν εκείνο που – πραγματικά - έγινε ήταν ότι η Ελλάδα, που «το ΕΑΜ την έσωσε από την πείνα» μέσα στην Κατοχή, έφτασε να πεινάει μετά τον εμφύλιο και να στέλνει τα παιδιά της μετανάστες για ένα κομμάτι ψωμί. Εκείνο που πραγματικά έγινε ήταν ότι η Ελλάδα, από την πρωτόγνωρη λευτεριά και δημοκρατία του Βουνού, πέρασε στη βία, στη νοθεία και στις χούντες. Εκείνο που πραγματικά ακολούθησε ήταν ότι η Ελλάδα από έμβλημα της αντάρτισσας χειραφετημένης γυναίκας έγινε για δεκαετίες η «Τρούμπα» του αμερικάνικου στόλου.



Μπέρτολτ Μπρέχτ
Κρατήστε τους γιους σας μες στο σπίτι, μανάδες της Αθήνας!
Ή ανάψτε γι’ αυτούς ένα κερί: απόψε το βράδυ
ο Γέρος της Ντάουνιγκ στριτ σας φέρνει πίσω/ το βασιλιά σας…


Ο Γέρος της Ντάουνιγκ στριτ (Τσώρτσιλ)»
Μπέρτολτ Μπρέχτ
december 1944 from manos kasimatis on Vimeo.

You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες