Η μάχη της Ηλεκτρικής
Αφήγηση του Ν. Λαγωνίκα
Η ΠΑΟΥΕΡ όπως την λέγαμε τότε, έδινε ηλεκτρική ενέργεια στην Αθήνα,
στον Πειραιά, στην Αττική, ίσως και πιο πέρα ακόμη, σε όλα τα
εργοστάσια, στα σπίτια, στα μαγαζιά.
Εγγλέζικο εργοστάσιο με τον Κεμπ Γενικό Διευθυντή, ένα Εγγλέζο
κέρβερο στην δουλειά του όπως άκουγα τους μεγάλους που δούλευαν εκεί
είτε προσέφεραν διάφορες εξωτερικές υπηρεσίες σ’ αυτό.
Για την ανατίναξη της ΠΑΟΥΕΡ οι Γερμανοί έστειλαν μια φάλαγγα περίπου
από στρατιώτες 50-60 χρονών, ίσως της 999 μεραρχίας που την είχαν για
οπισθοφυλακή και ανατινάξεις.
Επήγαν πρώτα στο ΙΚΟΝΙΟ σης δεξαμενές πετρελαίου της ΣΕΛ και της ΣΟΚΟΝΥ και τις ανατίναξαν όλες.
Το θέμα της ανατίναξης των δεξαμενών είναι φοβερό.
Από του Τρίμπαλη στην αρχή και μετά πιο ψηλά από τον Άη-Γιώργη τα
παιδικά μας μάτια είδαν τα καζάνια όπως λέγαμε τις δεξαμενές που είχαν
διάμετρο 15-20 μέτρα και ύψος 15 μέτρα περίπου να ανατινάσσονται να
παίρνουν φωτιά και φλεγόμενες να καίνε ότι υπήρχε εκεί.
Αφού τελείωσαν στις δεξαμενές ξεκίνησαν για την ΠΑΟΥΕΡ.
Εκεί τους περίμεναν οι Έλληνες του ΕΛΑΣ με επικεφαλής ένα Εγγλέζο
Αξιωματικό, όπως ελέγετο τότε από τους μεγάλους, ο οποίος είχε έλθει γι’
αυτό το σκοπό κατά διαταγή του Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής. Είχε
ακουστεί ακόμη, και ο ιστορικός του μέλλοντος θα επιβεβαιώσει ή όχι, ότι
υπήρχε κάποια συμφωνία μεταξύ Στρατηγείου Μέσης Ανατολής της τότε
Ελληνικής Κυβερνήσεως και των Γερμανών να μην ανατινάξουν το Φράγμα του
Μαραθώνα και την ΠΑΟΥΕΡ, είχε έλθει δε ο μέλλων Στρατιωτικός Διοικητής
της Αττικής Σπηλιοτόπουλος γι’ αυτό το σκοπό. Τελικά οι Γερμανοί δεν
σεβάστηκαν τίποτε και αποφάσισαν να τα ανατινάξουν.
Η μάχη στο ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ άρχισε πριν από το μεσημέρι σε μια βουβή ημέρα,
έτσι τουλάχιστον μου φαινότανε. Όλα τα ‘σκιαζε ο φόβος. Η κυκλοφορία στα
Ταμπούρια – Αμφιάλη – Ευγένεια ήταν ελάχιστη. Όλοι καταλάβαιναν την
σοβαρότητα της καταστάσεως και ανέμεναν άγρια αντίποινα αν νικούσαν οι
Γερμανοί.
Μόνο εμείς οι πιτσιρικάδες, για μια ακόμη φορά, όπως συνέβαινε σε όλη
την Κατοχή δεν ζυγίζαμε τον κίνδυνο και κυκλοφορούσαμε, βέβαια με
προφυλάξεις για τον φόβο καμίας αδέσποτης.
Η Μάχη άρχισε μόλις η Φάλαγγα των Γερμανών πέρασε του Σταυριανού και ζύγωσε την ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ, με πυκνά πυρά πολυβόλων.
Τα μυδράλια να κροταλίζουν και με τους όλμους να μας κουφαίνουν αν
και ήμασταν αρκετά μακριά. Οι χειροβομβίδες έπεφταν σύννεφο.
Αναγκαστήκαμε να «οπισθοχωρήσουμε» και πήγαμε στο πεζοδρόμιο του σπιτιού
του Γρηγόρη του Κουμπή και περιμέναμε την έκβαση της Μάχης που κράτησε
αν θυμάμαι καλά 3 με 4 ώρες.
Οι Γερμανοί συγκριτικά με τους δικούς μας ήταν Βαριά οπλισμένοι. Οι
‘Ελληνες πολέμησαν γενναία. Οι Γερμανοί πολέμησαν σκληρά αλλά με τί
ιδανικά; Ο Ναζισμός ψυχορραγούσε. Ο Χίτλερ τους είχε πάρει στο λαιμό του
και μαζί όλη την Ευρώπη με εκατομμύρια νεκρούς και σακατεμένους και όχι
μόνο.
Στην Μάχη της ΠΑΟΥΕΡ έπεσαν 17 αντάρτες, πολεμώντας σαν ήρωες, και
επαναλαμβάνοντας σε μικρογραφία το Αλβανικό Έπος 1940-41. Θυμάμαι έναν
ελασίτη, τον Γιώργο τον Γκιόρδα που έπεσε στην μάχη πολεμώντας όρθιος
όπως είπαν, και τον γάζωσαν τα μυδράλια.
Πριν από κάμποσες ημέρες τον είχα δει στην πόρτα της θειας
Λευτέραινας στην γειτονιά μου, κολλητά να προσπαθεί να κρυφθεί, ίσως για
να αποφύγει τους Γερμανούς, με ένα γερμανικό παραμπέλλουμ στην ζώνη
του.
Οι περισσότεροι Γερμανοί σκοτώθηκαν, οι υπόλοιποι επιάστηκαν αιχμάλωτοι.
Όταν τελείωσε η μάχη, πήγαμε και είδαμε το πεδίο της Μάχης, βραχώδες,
ανώμαλο, με μικρούς θάμνους από την θάλασσα μέχρι και τις πρώτες
πολυκατοικίες στην Ευγένεια.
Ανάμεσα στους βράχους, σε πρόχειρα γιατάκια και αμπριά είδαμε πηγμένα αίματα και σκόρπια κράνη και άλλα στρατιωτικά είδη.
Τους πεσόντες Έλληνες και Γερμανούς τους είχαν πάρει.
Η κηδεία των Ελλήνων πεσόντων ήταν Πάνδημος μεγαλοπρεπής και
συγκινητική. Αμέτρητα πλήθη κόσμου εβγήκαν στους δρόμους να γιορτάσουν
την νίκη, την ελευθερία και να αποτίσουν φόρο τιμής στους ήρωες. Τα
πλήθη είχαν απλωθεί από την ΠΑΟΥΕΡ σε όλη την Αγχιάλου μέχρι την
Υπαπαντής και την Αιτωλικού.
Ο κόσμος, ο Λαός, όλοι τραγουδούσαν το «επέσατε θύματα αδέλφια εσείς».
το κείμενο δημοσιεύεται σε ηλεκτρονική σελίδα του Συλλόγου Αποφοίτων του Ε’ Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς “Ο Θεμιστοκλής”
0 σχόλια