Η δεκαετία που άλλαξε την Ελλάδα
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ
Ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε την καλή ιδέα να μνημονεύσει με σειρά εκδηλώσεων τη δεκαετία του '60 (50 χρόνια από την αφετηρία της, 40 από το φινάλε), καθώς ο ίδιος υπήρξε μεταξύ των εκφραστών της.
Να δώσω (ως... αυτόπτης) κι από την παρούσα σελίδα μερικές εικόνες από αυτή την όντως σημαντική από κάθε άποψη περίοδο, που άλλαξε τη ζωή μας.
Εσωτερική κατοχή
Δέκα χρόνια και κάτι πριν είχε λήξει ο Εμφύλιος, αλλά, όπως έχει ειπωθεί, η νικήτρια «εθνικόφρων» παράταξη εννοούσε να τον συντηρεί, αιμοδοτώντας την εξουσία της. Ο «εχθρός» είχε κατατροπωθεί (στο χώμα, στα ξερονήσια, στο «παραπέτασμα»), ο μπαμπούλας όμως του κομμουνισμού κρατούσε. Με το κυνήγι των «μιασμάτων» (βασιλικός χαρακτηρισμός), τα «πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων», με μια αστυνομία (αστυφύλαξ και χωροφύλαξ) άκρως αποτελεσματική, καθώς δεν είχαν ακόμη προκύψει οι ληστείες ντάλα μεσημέρι και οι ποικιλώνυμες «απείθαρχες» οργανώσεις. Η όποια αναταραχή οφειλόταν στους κομμουνιστές, που τους «εξέλιξαν» στη συνέχεια σε αναρχοκομμουνιστές (το αντιεξουσιαστές είναι των ημερών μας). Και κάποια στιγμή προέκυψε ο νόμος 4.000, που προέβλεπε κούρεμα με την ψιλή και δημόσια διαπόμπευση των νέων που εμφάνιζαν «αντικοινωνική συμπεριφορά». Αρωγοί της αστυνομίας, οι παρακρατικοί (που χρεώθηκαν τον Μάιο του 1963 τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη).
Ηταν ακόμη τα εγκλήματα «για λόγους τιμής», οι θανατερές βεντέτες, τα «Ζητείται υπηρέτρια» στις στήλες των εφημερίδων. Για την όποια κακοπέραση έφταιγε η «άτιμη κοινωνία», οι άλλοι, ο πλησίον, ενίοτε και ο συγγενής- όχι η εξουσία, το κράτος. Το δήλωναν άλλωστε τα λαϊκά τραγούδια και οι ελληνικές ταινίες.
Ηταν η δεκαετία που η επαρχιακή Ελλάδα εξακολουθούσε να απορφανίζεται από το πιο εύρωστο ανθρώπινο δυναμικό της για την Αθήνα της αντιπαροχής, της τσιμεντοποίησης, της αυθαιρεσίας ή την αγύριστη ξενιτιά. Για δουλειές που κάνουν σήμερα οι εδώ νόμιμοι ή παράνομοι οικονομικοί λεγόμενοι μετανάστες.
Δεν έλειπαν, ωστόσο, τα μεγαλεία. Είχαμε βασιλιά, πρίγκιπες, βασιλική αυλή, που προκαλούσαν δέος σ' ένα κομμάτι κόσμου, που το είχαν πείσει ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι, όπως δεν είναι ίσα τα δάχτυλα του χεριού, ότι δεν κάνουμε χωρίς αφέντες. Ανάλογο δέος προκαλούσαν κι αυτοί που είχαν τον πλούτο (με προφανή ένδειξη το πάχος) και τα «μέσα». Βασική ψυχαγωγία του κοσμάκη το ραδιόφωνο (στο βαθμό που είχε τη δυνατότητα να το αποκτήσει - συχνά με δόσεις) και ο κινηματογράφος («έναρξις από δεκάτης πρωινής»), με τις ελληνικές, κυρίως, και ιταλικές νεορεαλιστικές ταινίες και τους εξ Αμερικής «ήρωες», που καθάριζαν για όλα. Και, φυσικά, το ποδόσφαιρο -ερασιτεχνικό ακόμα, το γήπεδο ξερό, οι ποδοσφαιριστές με ελληνικά ονόματα (και, άντε μια θέση σε κάποια δημόσια υπηρεσία).
Και το καλό ντύσιμο. Αδύνατη η έξοδος χωρίς γραβάτα. Πανάκριβα και όλα «επί παραγγελία» - ακόμα και τα πουκάμισα και τα παπούτσια. Εξ ου και το συχνό βόλεμα με μεταχειρισμένα από το Μοναστηράκι ή με «γυρισμένα». Κι όπου βέβαια κανένας δεν υποψιαζόταν ότι θα ερχόταν μια εποχή όπου η κουρελαρία θα γινόταν μόδα και όπου θα πληρώνεις για να... πεινάς.
Τα απαγορευμένα
Εκεί, πάντως, στα μέσα του '60, ήταν που έσκασε μύτη το μίνι - απαρχή μιας γενικότερης απελευθέρωσης, ενώ νωρίτερα είχαν ενσκήψει το ροκ, τα «τζιν» (και συνακόλουθα ο αμερικάνικος τρόπος ζωής, που ξορκίζαμε πολιτικά). Και τα πάρτι - ρεφενέ, όπου ο καθένας προσερχόταν με το κατιτίς του: βερμούτ, πίπερμαν, ξηρούς καρπούς και τα απαραίτητα 45άρια δισκάκια. Κρατούσαν ακόμα οι «αγκαλιαστοί» χοροί -τανγκό και σλόου- που ευνοούσαν το «ψηστήρι».
Απαντοχή των ψαγμένων νέων, τα απαγορευμένα: τα βιβλία, κυρίως αριστερών λογοτεχνών, η «Αυγή» (που οι περιπτεράδες έδιναν διπλωμένη, από το φόβο του αστυνομικού), οι εκ Σοβιετίας ταινίες και τα χορευτικά και θεατρικά συγκροτήματα που συνηγορούσαν στο όραμα μιας δίκαιης κοινωνίας.
Και φυσικά οι συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη, με ήχους και λόγια που συνήγειραν. Κι από κοντά οι νεότεροι, το «νέο κύμα», οι μπουάτ της Πλάκας. Κι οι «πορείες ειρήνης», οι διαδηλώσεις, με πρωτοπόρα τη «Νεολαία Λαμπράκη», για «προίκα στην Παιδεία», ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, την αποστασία του 1965 (με θύμα τον φοιτητή Σωτήρη Πέτρουλα) και την υπεράσπιση του «114», του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος, που κουρέλιασαν οι πραξικοπηματίες του 1967.
Με χούντα πληροφορήθηκε η Ελλάδα για τον γαλλικό Μάη, το Γούντστοκ, τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα, τις ανά τον κόσμο διαδηλώσεις για τον βρώμικο πόλεμο στο Βιετνάμ.
Σε κάθε περίπτωση, το '60 υπήρξε μια δεκαετία εξάρσεων, οραμάτων και αλλαγών. Με τον προβληματισμό τι έχει εισπραχθεί στα χρόνια που ζούμε.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε την καλή ιδέα να μνημονεύσει με σειρά εκδηλώσεων τη δεκαετία του '60 (50 χρόνια από την αφετηρία της, 40 από το φινάλε), καθώς ο ίδιος υπήρξε μεταξύ των εκφραστών της.
Να δώσω (ως... αυτόπτης) κι από την παρούσα σελίδα μερικές εικόνες από αυτή την όντως σημαντική από κάθε άποψη περίοδο, που άλλαξε τη ζωή μας.
Εσωτερική κατοχή
Δέκα χρόνια και κάτι πριν είχε λήξει ο Εμφύλιος, αλλά, όπως έχει ειπωθεί, η νικήτρια «εθνικόφρων» παράταξη εννοούσε να τον συντηρεί, αιμοδοτώντας την εξουσία της. Ο «εχθρός» είχε κατατροπωθεί (στο χώμα, στα ξερονήσια, στο «παραπέτασμα»), ο μπαμπούλας όμως του κομμουνισμού κρατούσε. Με το κυνήγι των «μιασμάτων» (βασιλικός χαρακτηρισμός), τα «πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων», με μια αστυνομία (αστυφύλαξ και χωροφύλαξ) άκρως αποτελεσματική, καθώς δεν είχαν ακόμη προκύψει οι ληστείες ντάλα μεσημέρι και οι ποικιλώνυμες «απείθαρχες» οργανώσεις. Η όποια αναταραχή οφειλόταν στους κομμουνιστές, που τους «εξέλιξαν» στη συνέχεια σε αναρχοκομμουνιστές (το αντιεξουσιαστές είναι των ημερών μας). Και κάποια στιγμή προέκυψε ο νόμος 4.000, που προέβλεπε κούρεμα με την ψιλή και δημόσια διαπόμπευση των νέων που εμφάνιζαν «αντικοινωνική συμπεριφορά». Αρωγοί της αστυνομίας, οι παρακρατικοί (που χρεώθηκαν τον Μάιο του 1963 τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη).
Ηταν ακόμη τα εγκλήματα «για λόγους τιμής», οι θανατερές βεντέτες, τα «Ζητείται υπηρέτρια» στις στήλες των εφημερίδων. Για την όποια κακοπέραση έφταιγε η «άτιμη κοινωνία», οι άλλοι, ο πλησίον, ενίοτε και ο συγγενής- όχι η εξουσία, το κράτος. Το δήλωναν άλλωστε τα λαϊκά τραγούδια και οι ελληνικές ταινίες.
Ηταν η δεκαετία που η επαρχιακή Ελλάδα εξακολουθούσε να απορφανίζεται από το πιο εύρωστο ανθρώπινο δυναμικό της για την Αθήνα της αντιπαροχής, της τσιμεντοποίησης, της αυθαιρεσίας ή την αγύριστη ξενιτιά. Για δουλειές που κάνουν σήμερα οι εδώ νόμιμοι ή παράνομοι οικονομικοί λεγόμενοι μετανάστες.
Δεν έλειπαν, ωστόσο, τα μεγαλεία. Είχαμε βασιλιά, πρίγκιπες, βασιλική αυλή, που προκαλούσαν δέος σ' ένα κομμάτι κόσμου, που το είχαν πείσει ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι, όπως δεν είναι ίσα τα δάχτυλα του χεριού, ότι δεν κάνουμε χωρίς αφέντες. Ανάλογο δέος προκαλούσαν κι αυτοί που είχαν τον πλούτο (με προφανή ένδειξη το πάχος) και τα «μέσα». Βασική ψυχαγωγία του κοσμάκη το ραδιόφωνο (στο βαθμό που είχε τη δυνατότητα να το αποκτήσει - συχνά με δόσεις) και ο κινηματογράφος («έναρξις από δεκάτης πρωινής»), με τις ελληνικές, κυρίως, και ιταλικές νεορεαλιστικές ταινίες και τους εξ Αμερικής «ήρωες», που καθάριζαν για όλα. Και, φυσικά, το ποδόσφαιρο -ερασιτεχνικό ακόμα, το γήπεδο ξερό, οι ποδοσφαιριστές με ελληνικά ονόματα (και, άντε μια θέση σε κάποια δημόσια υπηρεσία).
Και το καλό ντύσιμο. Αδύνατη η έξοδος χωρίς γραβάτα. Πανάκριβα και όλα «επί παραγγελία» - ακόμα και τα πουκάμισα και τα παπούτσια. Εξ ου και το συχνό βόλεμα με μεταχειρισμένα από το Μοναστηράκι ή με «γυρισμένα». Κι όπου βέβαια κανένας δεν υποψιαζόταν ότι θα ερχόταν μια εποχή όπου η κουρελαρία θα γινόταν μόδα και όπου θα πληρώνεις για να... πεινάς.
Τα απαγορευμένα
Εκεί, πάντως, στα μέσα του '60, ήταν που έσκασε μύτη το μίνι - απαρχή μιας γενικότερης απελευθέρωσης, ενώ νωρίτερα είχαν ενσκήψει το ροκ, τα «τζιν» (και συνακόλουθα ο αμερικάνικος τρόπος ζωής, που ξορκίζαμε πολιτικά). Και τα πάρτι - ρεφενέ, όπου ο καθένας προσερχόταν με το κατιτίς του: βερμούτ, πίπερμαν, ξηρούς καρπούς και τα απαραίτητα 45άρια δισκάκια. Κρατούσαν ακόμα οι «αγκαλιαστοί» χοροί -τανγκό και σλόου- που ευνοούσαν το «ψηστήρι».
Απαντοχή των ψαγμένων νέων, τα απαγορευμένα: τα βιβλία, κυρίως αριστερών λογοτεχνών, η «Αυγή» (που οι περιπτεράδες έδιναν διπλωμένη, από το φόβο του αστυνομικού), οι εκ Σοβιετίας ταινίες και τα χορευτικά και θεατρικά συγκροτήματα που συνηγορούσαν στο όραμα μιας δίκαιης κοινωνίας.
Και φυσικά οι συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη, με ήχους και λόγια που συνήγειραν. Κι από κοντά οι νεότεροι, το «νέο κύμα», οι μπουάτ της Πλάκας. Κι οι «πορείες ειρήνης», οι διαδηλώσεις, με πρωτοπόρα τη «Νεολαία Λαμπράκη», για «προίκα στην Παιδεία», ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, την αποστασία του 1965 (με θύμα τον φοιτητή Σωτήρη Πέτρουλα) και την υπεράσπιση του «114», του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος, που κουρέλιασαν οι πραξικοπηματίες του 1967.
Με χούντα πληροφορήθηκε η Ελλάδα για τον γαλλικό Μάη, το Γούντστοκ, τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα, τις ανά τον κόσμο διαδηλώσεις για τον βρώμικο πόλεμο στο Βιετνάμ.
Σε κάθε περίπτωση, το '60 υπήρξε μια δεκαετία εξάρσεων, οραμάτων και αλλαγών. Με τον προβληματισμό τι έχει εισπραχθεί στα χρόνια που ζούμε.
0 σχόλια