ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1963. Οταν η Λευκωσία έγινε Σεράγεβο.
Ολα ξεκίνησαν μ' ένα περιστατικό αστυνομικής ρουτίνας, από αυτά που συνήθως κοσμούν τα "ψιλά" των εφημερίδων. Ηταν ξημερώματα της 21ης Δεκεμβρίου 1963, όταν μια περίπολος ελληνοκύπριων αστυνομικών επιχείρησε να ελέγξει τις ταυτότητες δυο μεθυσμένων Τουρκοκυπρίων που συνόδευαν (ή, κατ' άλλους, καταδίωκαν) μία -επίσης τουρκοκύπρια- πόρνη στην κακόφημη συνοικία της Λευκωσίας. Αυτοί αντιστάθηκαν και το επεισόδιο εξελίχθηκε σε ανταλλαγή πυροβολισμών, με αποτέλεσμα το θάνατο της κοπέλας κι ενός από τους συνοδούς της. Ακολούθησε η συγκέντρωση εκατοντάδων εξαγριωμένων περιοίκων, που γρήγορα εξελίχθηκε σε κανονική εξέγερση, όταν αστυνομικές δυνάμεις στάλθηκαν να απεγκλωβίσουν τους συναδέλφους τους και να καταστείλουν την "οχλοκρατική εκδήλωση". Πολύ σύντομα, ολόκληρο το κέντρο της πόλης είχε μετατραπεί σε πραγματικό πεδίο μάχης, με συμμετοχή εκατοντάδων ενόπλων από κάθε πλευρά. Η "τουρκοκυπριακή ανταρσία" ήταν γεγονός. Το ίδιο και ο θάνατος της ενιαίας Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τις συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου που επισφράγισαν το τέλος του αντιαποικιακού αγώνα. Μέχρι την τελική κάθαρση της τραγωδίας, το καλοκαίρι του 1974, η Κύπρος θα ζει σε ένα καθεστώς de facto διχοτόμησης, με τους Τουρκοκύπριους (18% του πληθυσμού) πολιορκημένους σε θύλακες που δεν ξεπερνάνε το 5% της έκτασης του νησιού, και περιοδικές εξάρσεις βίας.
Πώς φτάσαμε ώς εκεί; Μετά την τουρκική εισβολή, τα γεγονότα του 1963 φαίνεται πως έχουν σβηστεί από τη συλλογική μνήμη, στην Ελλάδα τουλάχιστον. Για το γενεσιουργό υπόστρωμα αυτής της επιλεκτικής λήθης, εύγλωττη είναι άλλωστε η δημοφιλής ρήση των ημερών, σύμφωνα με την οποία "σκοτώθηκε μια πουτάνα και διαλύθηκε ένα κράτος". Κι όμως, αντίθετα απ' ό,τι συμβαίνει με άλλες "λευκές σελίδες" της εθνικής μας ιστορίας, τα δημοσιευμένα σχετικά στοιχεία και ντοκουμέντα αφθονούν -και αποδεικνύουν ότι τα Δεκεμβριανά της Κύπρου υπήρξαν μια απολύτως προσχεδιασμένη επιλογή ορισμένων από τους δυναμικούς επιτελείς της "εθνικής πολιτικής" των ημερών, ο εθνικόφρων τυχοδιωκτισμός των οποίων ελάχιστα διέφερε στην πράξη από τη λογική των πραξικοπηματιών που, δέκα χρόνια αργότερα, επρόκειτο να ρίξουν την τελική αυλαία στο δράμα του νησιού. Ας δούμε, λοιπόν, πώς οι μαθητευόμενοι μάγοι του ελληνοκυπριακού και του ελλαδίτικου εθνικισμού έβαλαν μπροστά την αιματηρή διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετατρέποντας τη Λευκωσία σε Σεράγεβο.
Η Βοσνία της Μεσογείου
Μπορεί ένα προσφιλές λεκτικό σχήμα της εποχής να παρομοίαζε την ανεξάρτητη και "αδέσμευτη" Κύπρο της δεκαετίας του '60 με "Κούβα της Μεσογείου", στην πραγματικότητα όμως η νεοσύστατη Δημοκρατία θύμιζε περισσότερο τη σημερινή Βοσνία. Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η απουσία πολιτικής νομιμοποίησής της στα μάτια μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, που είχε γαλουχηθεί με εντελώς διαφορετικά εθνικά ιδανικά και δύσκολα μπορούσε να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι θα έμενε εσαεί αποκομμένη από το εθνικό της κέντρο. Στους κόλπους της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας, κυρίαρχο παρέμενε το αίτημα της Ενωσης με την Ελλάδα, στο όνομα της οποίας είχε διεξαχθεί ο πρόσφατος αντιαποικιακός αγώνας του 1955-59. Ανάλογη απήχηση στις γραμμές των Τουρκοκυπρίων έβρισκε το σύνθημα της Διχοτόμησης, ιδιαίτερα μετά τις αιματηρές διακοινοτικές ταραχές του 1958. Παρά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Αύγουστο του 1960, τοπικά ΜΜΕ και πολιτικά στελέχη των δυο κοινοτήτων δε θα πάψουν να υπενθυμίζουν, στο δικό του το καθένα κοινό, ότι η ανεξαρτησία του νησιού δεν υπήρξε παρά ένας αναγκαίος πλην προσωρινός συμβιβασμός στην πορεία προς την εθνική ολοκλήρωση.
Για τους Ελληνοκύπριους, αυτή η δυσφορία ενισχυόταν από το γεγονός ότι το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, για την αναθεώρηση του οποίου απαιτούνταν η συναίνεση και των δυο κοινοτήτων, παρείχε μια σειρά προνόμια και ασφαλιστικές δικλείδες στη μειονότητα: τουρκοκύπριος αντιπρόεδρος δίπλα στον ελληνοκύπριο πρόεδρο, ποσοστώσεις σαφώς ψηλότερες από το αριθμητικό της μέγεθος (30% των βουλευτών, υπουργών και υπαλλήλων, 40% του στρατού), απαίτηση χωριστών πλειοψηφιών για την υπερψήφιση ζωτικών νομοσχεδίων, πρόβλεψη για χωριστούς δήμους στις 5 πόλεις του νησιού... Την προστασία της ιδιότυπης αυτής συνταγματικής δομής -και τον συνακόλουθο περιορισμό της κυριαρχίας του νέου κράτους- οι συμφωνίες του 1959 ανέθεταν τέλος στις 3 "εγγυήτριες δυνάμεις" (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία), στις οποίες είχε παραχωρηθεί δικαίωμα επέμβασης -από κοινού ή και χωριστά- σε περίπτωση διασάλευσης αυτής της ισορροπίας. Και οι τρεις χώρες διέθεταν, επί τούτου, στρατιωτικές δυνάμεις στο νησί: οι Αγγλοι τις βάσεις τους, η Ελλάδα κι η Τουρκία την ΕΛΔΥΚ (950 οπλίτες) και την ΤΟΥΡΔΥΚ (650 οπλίτες) αντίστοιχα.
Τα ένοπλα καπετανάτα
Αυτά όσον αφορά την επίσημη διάταξη των δυνάμεων. Γιατί στο παρασκήνιο, καθοριστικότερο ρόλο ετοιμάζονταν να παίξουν οι "ανεπίσημες" πολιτικοστρατιωτικές δυνάμεις των δυο κοινοτήτων, καθοδηγούμενες από τους εκατέρωθεν ακραίους εθνικιστές. Στην τουρκοκυπριακή πλευρά, αιχμή του δόρατος της υπονόμευσης της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτέλεσε η "Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης" (ΤΜΤ) του Ραούφ Ντενκτάς. Εξοπλισμένη κι εκπαιδευμένη από αξιωματικούς της ΤΟΥΡΔΥΚ, παρέτασσε στις αρχές του 1963 κάπου 2.500 ενόπλους, σύμφωνα με βρετανικές πηγές. Κυριότερη ενασχόλησή της ώς τις παραμονές των συγκρούσεων υπήρξε, ωστόσο, η εξουδετέρωση του "εσωτερικού εχθρού" και η βίαιη στοίχιση της τουρκοκυπριακής κοινότητας πίσω από το εθνικό ιδεώδες της διχοτόμησης. Στελέχη της κοινότητας που υποστήριζαν μια πολιτική συμβίωσης και ανάπτυξης αγωνιστικών δεσμών με το ελληνικό στοιχείο (όπως οι συνδικαλιστές της Παγκύπριας Εργατικής Ομοσπονδίας, οι μη εθνικιστές δημοσιογράφοι και κάποια στελέχη της αντιπολίτευσης) εξοντώθηκαν ή αναγκάστηκαν να σιωπήσουν.
Ανάλογες διεργασίες σημειώνονταν την ίδια περίοδο και στο εσωτερικό της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας, με τη συγκρότηση ποικίλων παραστρατιωτικών σχηματισμών που προετοιμάζονταν κι αυτοί για το τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τους "αλλόφυλους". Ο σημαντικότερος ανάμεσά τους αποκαλούνταν απλώς "Η Οργάνωση", ιδρύθηκε το Μάρτιο του 1962 και είχε επικεφαλής τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών του Μακαρίου, Πολύκαρπο Γεωρκάτζη. "Κατά τρόπον τινά επίσημος, ως υφισταμένη τη εγκρίσει του Μακαρίου", σύμφωνα με τον καλά πληροφορημένο Σπύρο Παπαγεωργίου, επανδρωνόταν ως επί το πλείστον από παλιούς μαχητές της ΕΟΚΑ και στελεχωνόταν από το μισό υπουργικό συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι προκηρύξεις κι εσωτερικές της εγκύκλιοι (για ορισμένα δείγματα, βλ. Παπαγεωργίου 1983, τ. Α΄, σ. 212-27) χαρακτηρίζονται από ακραία συνωμοτικότητα, μεσσιανισμό, λατρεία του αρχηγού (που υπογράφει με το ψευδώνυμο "Ακρίτας"), έξαλλο αντικομμουνισμό και μπόλικη αερολογία: "Τα ιδανικά μας δεν είναι ανάγκη να εκτεθούν εις διακηρύξεις και καταστατικά, ουδέ εις άρθρα, ουδέ εις προτάσεις. Μία μόνη λέξις δίδει εις αυτά την πλέον μεστήν επιγραμματικότητα. Ταύτα συνοψίζονται εις την μαγικήν λέξιν: ΕΛΛΑΣ" (ό.π., σ. 220). Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της ιδεολογίας της "Οργάνωσης" είναι, ωστόσο, η υπεροψία που τα κείμενά της προδίδουν για τους Τούρκους (τόσο τους σύνοικους Τουρκοκύπριους όσο κι εκείνους της "εγγυήτριας δύναμης"), για τους οποίους δηλώνεται ότι "εάν τολμήσουν, δεν θα έχουν καλλιτέραν τύχην των Βρετανών"...
Ως στρατιωτικός μηχανισμός, η "Οργάνωση" πήρε σάρκα και οστά χάρη στην τεχνική στήριξη της ΕΛΔΥΚ. "Είχαν αναλάβει να τη συγκροτήσουν στρατιωτικά και να την εκπαιδεύσουν, "κεκαλυμμένα", Ελληνες αξιωματικοί", διαβάζουμε στο (εν μέρει αυτοβιογραφικό) βιβλίο του αντιστράτηγου Μπήτου. "Ο γράφων συμμετείχε σ' αυτές τις ομάδες οργανώσεως και εκπαιδεύσεως το θέρος και το φθινόπωρο του 1963" (σ. 59). Σύμφωνα με τον Κληρίδη, "η εκπαίδευση της οργάνωσης γινόταν από αξιωματικούς του ελληνικού αποσπάσματος που στάθμευε στην Κύπρο και τα σχέδια δράσης της, αμυντικά κι επιθετικά, είχαν αναπτυχθεί σε στρατιωτικές ασκήσεις που λάβαιναν χώρα σε διάφορα σημεία. Η μεγαλύτερη άσκηση έγινε επί ένα τριήμερο στο όρος Τρόοδος και το στρατηγείο της οργάνωσης στη διάρκειά της ήταν εγκατεστημένο στην προεδρική κατοικία" (σ. 236). Ο ίδιος υπολογίζει τη δύναμή της σε 1.800 περίπου ενόπλους, στους οποίους θα πρέπει να προστεθούν τα μέλη δυό ακόμη παραστρατιωτικών οργανώσεων που συγκροτήθηκαν την ίδια περίοδο, με επικεφαλής τον εκτελεστή της ΕΟΚΑ (και "πρόεδρο" των πραξικοπηματιών, το 1974) Νίκο Σαμψών και το γιατρό του Μακαρίου, Βάσο Λυσσαρίδη. Δυτικές πηγές εκτιμούν σε 10.000 περίπου τους εξοπλισμένους Ελληνοκύπριους που ήταν ενταγμένοι στο ένα ή το άλλο "καπετανάτο". Τα όπλα τους προέρχονταν από τα στοκ της ΕΟΚΑ, από το ελεύθερο εμπόριο αλλά και από "συμπαθούντες" αξιωματικούς της ΕΛΔΥΚ (Κληρίδης, ό.π., και Μπήτος, σ. 58).
Η ανατροπή των ισορροπιών
Από τα μέσα του 1963, τουλάχιστον, αυτή η αμοιβαία προετοιμασία για την ένοπλη αναμέτρηση άρχισε να αποδίδει τους καρπούς της. Οσον αφορά τους Τουρκοκυπρίους, αποκαλυπτικό είναι ένα έγγραφο που βρέθηκε στο γραφείο του αντιπροέδρου Κιουτσούκ την επαύριο των γεγονότων, φέρει ημερομηνία 14.9.63 και συμπυκνώνει την πολιτική συμφωνία της μετριοπαθούς τουρκοκυπριακής ηγεσίας με τους εξτρεμιστές της ΤΜΤ για τα περαιτέρω. Ξεκινώντας με τη διαπίστωση πως, από την ανεξαρτησία και μετά, "οι Ελληνοκύπριοι κατέφευγαν σε κάθε είδους τεχνάσματα για να αποκλείσουν την αναγνώριση έστω και των πιο ασήμαντων δικαιωμάτων στους Τούρκους", εκτιμάται πως "το 1964 θα είναι μια αποφασιστική χρονιά" και αποφασίζεται ότι "σε περίπτωση που οι Ελληνες καταγγείλουν επισήμως το Σύνταγμα ή επιχειρήσουν να το αναθεωρήσουν, η τουρκική κοινότητα θα πάρει τη μοίρα της στα χέρια της και θα εγκαθιδρύσει μια Κυπριακή Δημοκρατία εκτός των συμφωνιών της Ζυρίχης" (Κληρίδης 1988, σ. 218-22). Εντυπωσιακή είναι τέλος τόσο η αρνητική στάση των Κιουτσούκ και Ντενκτάς απέναντι στο ενδεχόμενο τουρκικής στρατιωτικής επέμβασης για αποκατάσταση του προηγούμενου καθεστώτος, που κρίνεται ανεπαρκές, όσο και η βεβαιότητά τους για την αξιοποίηση των ελληνοκύπριων εθνικιστών: "Μέχρι τότε οι Ελληνες θα μας δώσουν πολλές ευκαιρίες (...) Είναι φανερό από τώρα ότι τις περισσότερες ευκαιρίες θα μας τις δώσουν με τη συμπεριφορά τους"...
Γι' αυτές τις "ευκαιρίες", εξαιρετικά εύγλωττοι είναι οι σχεδόν ταυτόχρονοι σχεδιασμοί της ελληνοκυπριακής πλευράς. Ενάμιση μόλις χρόνο από την ίδρυση της Δημοκρατίας, ο Μακάριος έθεσε για πρώτη φορά δημόσια ζήτημα κατάργησης των "υπερβολικών" συνταγματικών προνομίων της μειονότητας (4.1.62). Η τελική του κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση έγινε, ως γνωστόν, στις 30 Νοεμβρίου 1963, όταν υπέβαλε ένα Μνημόνιο 13 σημείων για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με το αιτιολογικό ότι αυτό "εμποδίζει την ανάπτυξη και την πρόοδο της χώρας" και "δημιουργεί αφορμές τριβής μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων". Εκ των υστέρων, στενοί συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου θα αποφανθούν ότι αυτό που καθόρισε την επιλογή του δεν ήταν τόσο οι όποιες θεσμικές δυσλειτουργίες που προκλήθηκαν από τις διακοινοτικές τριβές των πρώτων μεταποικιακών χρόνων, όσο η εσωτερική αντιπολίτευση που αυτός δεχόταν από τους αδιάλλακτους ελληνοκύπριους κι ελλαδίτες εθνικιστές, οι οποίοι τον κατηγορούσαν πως "καταπάτησε τους όρκους του και πρόδωσε τον αγώνα του κυπριακού λαού" για Ενωση με την Ελλάδα (Κρανιδιώτης 1985, τ. Α΄, σ. 73 και Κληρίδης 1988, σ. 162).
Κατηγορηματικότερος απ' όλους, ο παλαίμαχος διπλωμάτης Αγγελος Βλάχος δεν διστάζει μάλιστα να κατηγορήσει το Μακάριο ότι συνειδητά οδήγησε τα πράγματα σε κρίση: "Ανεφάρμοστα είναι και τα άριστα των Συνταγμάτων, αν οι καλούμενοι να εξασφαλίσουν την λειτουργία τους δεν θέλουν να τα εφαρμόσουν. Και ο Αρχιεπίσκοπος δεν ήθελε να θέσει σε εφαρμογή τις σχετικές συνταγματικές διατάξεις που προέβλεπαν εγκατάσταση χωριστών δήμων, ελληνικών και τουρκικών (...). Επηρεασμένος ίσως από το περιβάλλον του, αρνήθηκε να τις εφαρμόσει και οι Τούρκοι, στο άκρο δύσπιστοι και καχύποπτοι, για να τον εξαναγκάσουν να ενδώσει εφάρμοζαν αντίποινα κωλυσιεργώντας στην ψήφιση φορολογικών νόμων από την Βουλή. Φυσικό ήταν να δημιουργηθεί αδιέξοδο, αποτέλεσμα της υπαναχωρήσεως του Αρχιεπισκόπου" (Βλάχος 1980, σ. 277).
Προετοιμασία για έγκλημα
Ετσι κι αλλιώς, πάντως, από τα μέσα του 1963 η ελληνοκυπριακή ηγεσία είχε επιλέξει κι αυτή το δρόμο της σύγκρουσης. Τα σχέδιά της, κωδικοποιημένα σε μίαν άκρως απόρρητη εγκύκλιο της "Οργάνωσης" (1963) που έμεινε στην Ιστορία με το όνομα "σχέδιο Ακρίτας" και σ' ένα έγγραφο του ελληνικού ΓΕΕΘΑ (6.12.63) με τον τίτλο "Σχέδιον Μακαρίου", πρόβλεπαν κλιμάκωση των ενεργειών της σε 4 στάδια: (α) "προσβολή των αρνητικών σημείων του Συντάγματος", (β) "Καταγγελία της συνθήκης εγγυήσεως", (γ) "Αυτοδιάθεσις", και (δ) "Υποβολή αιτήσεως προς την Ελλην. Κυβέρνησιν, εάν δέχεται την Κύπρον να ενωθή μετά του λοιπού Ελληνικού Κορμού" (Παπαγεωργίου 1983, τ. Α΄, σ. 270). Το πιο ενδιαφέρον είναι, ωστόσο, ότι αυτός ο σχεδιασμός προεξοφλούσε τη δυναμική αντίδραση των Τουρκοκυπρίων, προβλέποντας μάλιστα την αιματηρή καταστολή της: "Είναι αφελές να πιστεύωμεν ότι είναι δυνατόν να προβούμεν εις ουσιαστικές ενέργειες τροποποιήσεως του Συντάγματος, χωρίς οι Τούρκοι να επιχειρήσουν να δημιουργήσουν ή σκηνοθετήσουν δυναμικήν σύγκρουσιν. (...) Επιβάλλεται να καταστείλωμεν ταύτην δυναμικώς εις το συντομώτερον δυνατόν χρονικόν διάστημα (...) Δυναμική και αποτελεσματική αντιμετώπισις των Τούρκων θα διευκολύνη τα μέγιστα τας μεταγενεστέρας ενεργείας μας δια περαιτέρω τροποποιήσεις, διότι οι Τούρκοι θα γνωρίζουν ότι αντίδρασίς των είναι αδύνατος ή επιζημία σοβαρώς δια την κοινότητά τους" (ό.π., σ. 254- 5).
Ακόμη πιο εντυπωσιακός είναι ωστόσο ο αντίστοιχος σχεδιασμός της ελλαδικής στρατιωτικής ηγεσίας την ίδια περίοδο, που όχι μόνο συμφωνεί αλλά και επαυξάνει σε εθνοσωτήρια υπεραισιοδοξία. Διαπιστώνοντας κι αυτή πως "η κατάστασις εις την Κύπρον τυγχάνει εκρηκτική και ότι εις το εγγύς μέλλον δέον να αναμένωνται γεγονότα, τα οποία δυνατόν να δημιουργηθώσι και προκληθώσι, είτε βάσει προγραμματισμένου σχεδίου εκατέρας των κοινοτήτων, είτε κατόπιν τυχαίου συμβάντος ή σοβαρού επεισοδίου εις βάρος κοινότητος τινός", μια άκρως απόρρητη μελέτη (6.12.63) του αρχηγού ΓΕΕΘΑ Ι. Πιπιλή καταλήγει, ούτε λίγο ούτε πολύ, στο συμπέρασμα ότι ο συσχετισμός είναι τόσο ευνοϊκός για την Ελλάδα, ώστε "συμφέρει όπως εις την Κύπρον λάβουν χώραν γεγονότα". Οχι μόνο "το Ελληνοκυπριακόν στοιχείον δύναται να αντιμετωπίση το Τουρκοκυπριακόν τοιούτον", υποστηρίζει, αλλά και οι δυνατότητες της Τουρκίας προς επέμβαση είναι άκρως περιορισμένες, σύμπασα δε η διεθνής κοινότητα θα επέμβει ενεργά υπέρ των ελληνικών θέσεων! Η ανάλυση αυτή, που φέρεται να έχει υιοθετηθεί και από το Υπουργείο Αμύνης της πρώτης κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, κατέληγε στην προτροπή για "πολεμικήν ετοιμότητα της ελληνικής Δυνάμεως εν Κύπρω και ενίσχυσιν ταύτης δια την διευθέτησιν και προώθησιν της στρατιωτικής δραστηριότητος εν Κύπρω", με σκοπό την αντιμετώπιση των προβλεπόμενων "διακοινοτικών ταραχών" (ό.π., σ. 258-72).
Αγνωστο παραμένει σε ποιο βαθμό όλες αυτές οι ανεδαφικές και τουρκοφαγικές εκτιμήσεις οφείλονταν στον (ταγματάρχη, τότε) Δημήτριο Ιωαννίδη, που ως υπεύθυνος του γραφείου πληροφοριών της ΕΛΔΥΚ υπήρξε ο επικεφαλής των αξιωματικών που κατέστρωσαν τα σχέδια για την επερχόμενη ένοπλη αναμέτρηση. Αγνωστος είναι επίσης ο βαθμός επιρροών από ξένα κέντρα πάνω στον αρχηγό της "Οργάνωσης" και υπουργό Εσωτερικών του Μακαρίου, Γεωρκάτζη, οι σχέσεις του οποίου με την Ιντέλιτζενς Σέρβις και τη CIA ήταν κοινό μυστικό (για λεπτομέρειες, βλ. Μ. Δρουσιώτης "ΕΟΚΑ. Η σκοτεινή όψη", Αθήνα 1998, σ. 89-147 & 366-71). Εχει πιστοποιηθεί, αντίθετα, ότι καθοριστική στη διατύπωση των "13 σημείων" υπήρξε η συμβολή του βρετανού Ύπατου Αρμοστή, Λρθουρ Κλαρκ - ο οποίος, εκτελώντας σχετικές οδηγίες του Φόρεϊν Οφις, όχι μόνο ενθάρρυνε σχετικά το Μακάριο, αλλά προέβη και σε ιδιόχειρες διορθώσεις στο επίμαχο κείμενο. Χαρακτηρισμένη ως "το αβύθιστο αεροπλανοφόρο της Ανατολικής Μεσογείου", η Κύπρος ήταν όντως ένα υπερβολικά στρατηγικό χαρτί για να αφεθεί ανενόχλητη από τους επιτελείς του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό το γεγονός, ωστόσο, καθόλου δεν απαλλάσσει από τις ευθύνες τους όσους, συνεπαρμένοι από τις εθνοσωτήριες φαντασιώσεις τους, έπαιξαν με τη φωτιά...
ΣΤΟ ΟΡΙΟ
30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ. Υποβολή από τον Μακάριο των 13 σημείων για αναθεώρηση
του κυπριακού Συντάγματος.
16 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Απόρριψη των 13 σημείων από την Αγκυρα και απειλή επέμβασης σε περίπτωση μονομερούς αναθεώρησης.
μέσα ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Ενοπλοι Ελληνοκύπριοι αρχίζουν ελέγχους ταυτοτήτων των Τουρκοκυπρίων στους δρόμους. Κλιμάκωση της έντασης.
21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Πρώτα οδοφράγματα και ανταλλαγές πυρών, ύστερα από αιματηρό επεισόδιο στην κακόφημη συνοικία της Λευκωσίας.
22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Δίωρη σύσκεψη Μακαρίου-Κιουτσούκ και κοινή έκκλησή τους προς τις δυο κοινότητες για τερματισμό των συγκρούσεων, χωρίς αποτέλεσμα.
23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Οι τουρκοκύπριοι αστυνομικοί προσχωρούν στην εξέγερση. Εντολή Γεωρκάτζη στον Σαμψών να εκκαθαρίσει την Ομορφίτα. Απόφαση της κυβέρνησης Παπανδρέου να στείλει στη Λευκωσία τον τ. υπουργό Γ. Μελά, για να υποδείξει στον Μακάριο "αυτοσυγκράτηση".
24 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Εξάπλωση των συγκρούσεων σε όλη την Κύπρο. Ανακωχή στη Λάρνακα, ύστερα από μεγάλο αριθμό θυμάτων μεταξύ των Τουρκοκυπρίων. Το απόγευμα, γενική αντεπίθεση των Ελληνοκυπρίων, ανακατάληψη του μεγαλύτερου μέρους της Λευκωσίας και πολιορκία της Ομορφίτας. Ο τούρκος πρόεδρος Γκιουρσέλ δηλώνει πως η Τουρκία θα επέμβει μονομερώς, αν δεν παρέμβουν οι εγγυήτριες δυνάμεις. Εκκληση των 3 χωρών για άμεση κατάπαυση του πυρός. Νέα συνάντηση Μακαρίου-Κιουτσούκ και συμφωνία για εκεχειρία τα μεσάνυκτα. Στην Αθήνα, ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου εκφράζει στον κύπριο πρέσβη Ν. Κρανιδιώτη τη διαφωνία του με τις δυναμικές πρωτοβουλίες του Μακαρίου.
25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Κατάρρευση της εκεχειρίας και εξάπλωση των συγκρούσεων. Μαζική διανομή όπλων από το Μακάριο στις ελληνοκυπριακές οργανώσεις, εκκαθάριση της Ομορφίτας από τους άνδρες του Σαμψών με μεγάλο αριθμό θυμάτων μεταξύ των αμάχων. Απειλή της Τουρκίας για επέμβαση προκειμένου να σταματήσει η "γενοκτονία" των Τουρκοκυπρίων. Εκφοβιστική πτήση τουρκικών πολεμικών αεροσκαφών πάνω από τη Λευκωσία. Εξοδος της ΤΟΥΡΔΥΚ απ' τους στρατώνες της και κατάληψη θέσεων στο δρόμο Λευκωσίας-Κερύνειας. Διαταγή από την Αθήνα στην ΕΛΔΥΚ, να μην εμπλακεί στις μάχες. Δημόσια αποδοκιμασία της από ανθρώπους του Γεωρκάτζη και προπαγανδιστική έξοδος 4 ελληνικών τζιπ στους δρόμους της Λευκωσίας. Προσφυγή της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Συμφωνία ("προτάσει της ελληνικής κυβερνήσεως") να τεθούν ΕΛΔΥΚ και ΤΟΥΡΔΥΚ υπό βρετανικές διαταγές, προς αποφυγή σύγκρουσης μεταξύ τους.
26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Δηλώσεις Παπανδρέου προς Κρανιδιώτη, στην Αθήνα: "Δεν δύναμαι να γίνω ουραγός της κυπριακής κυβερνήσεως". Τουρκική δήλωση ότι δεν ετοιμάζεται επέμβαση στην Κύπρο, ύστερα από ελληνική προσφυγή στο Μικτό Συμβούλιο του ΝΑΤΟ. Αποδοχή από τον Μακάριο βρετανικής πρότασης για διαχωρισμό των 2 κοινοτήτων της κυπριακής πρωτεύουσας.
27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Φοιτητικές διαδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη υπέρ της Ενωσης.
28 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Ολονύκτιες διαβουλεύσεις σε Αθήνα και Λευκωσία, ύστερα από νέες πληροφορίες για επικείμενη τουρκική εισβολή. Προσφυγή του ΥΠΕΞ Βενιζέλου στις ΗΠΑ, που δηλώνουν ότι η Αγκυρα υπαναχώρησε ύστερα από προσωπική παρέμβαση Τζόνσον στον πρωθυπουργό Ινονού. Αφιξη στη Λευκωσία του βρετανού υφυπουργού Κοινοπολιτείας, Ντάνκαν Σάντις, και διαβουλεύσεις με τις ηγεσίες των 2 κοινοτήτων. Νέα φοιτητική διαδήλωση στην Αθήνα υπέρ της Ενωσης.
30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Χάραξη της "πράσινης γραμμής" στη Λευκωσία από το βρετανό στρατηγό Γιανγκ και υπογραφή της σχετικής συμφωνίας από τους Μακάριο & Κιουτσούκ.
15 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ. Εναρξη της "Πενταμερούς Διάσκεψης" στο Λονδίνο, για επίλυση του Κυπριακού.
Χριστουγεννιάτικη ανθρωποθυσία
Νεκροί, ξεσπιτωμένοι, αγνοούμενοι... Το ανθρώπινο κόστος των διακοινοτικών ταραχών του 1963 παρουσιάζει εκπληκτικές ομοιότητες με αυτό του 1974, μόνο που ο επιμερισμός του στις δυο κοινότητες είναι αντιστρόφως ανάλογος. Μπορεί η αντίσταση των Τουρκοκυπρίων να υπήρξε απείρως πιο αποτελεσματική απ' ό,τι φαντάζονταν οι επιτελείς του "σχεδίου Ακρίτας", ο συσχετισμός δυνάμεων όμως τους επέβαλε πολύ μεγαλύτερες απώλειες απ' ό,τι στην ελληνοκυπριακή πλειοψηφία: "Ως ανεκοινώθη, κατά τους υπολογισμούς του υπουργού Αμύνης, κατά την τετραήμερον αναταραχήν εις Κύπρον εφονεύθησαν 200 άτομα. Αι απώλειαι των Τούρκων υπερβαίνουν κατά πολύ εκείνας των Ελληνοκυπρίων", μας πληροφορεί λ.χ. το αθηναϊκό "Εθνος" στις 26 Δεκεμβρίου. Δεν είναι λοιπόν καθόλου συμπτωματικό που η ανάμνηση των γεγονότων (και όσων ακολούθησαν, χοντρικά ώς το 1968) αποτελεί μέχρι σήμερα το βασικό επιχείρημα από το οποίο αντλεί την (όποια) εσωτερική νομιμοποίησή του το καθεστώς Ντενκτάς στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο.
Τι όμως συνέβη ακριβώς τον Δεκέμβριο του 1963; Η τουρκική προπαγάνδα αξιοποιεί σε μεγάλο βαθμό δημοσιεύματα των ημερών, κυρίως ανταποκρίσεις ξένων δημοσιογράφων, που μιλάνε για συστηματικό κάψιμο και λεηλασία τουρκοκυπριακών σπιτιών από ένοπλους ελληνοκύπριους, μαζικές συλλήψεις αμάχων ομήρων, δολοφονίες ανυπεράσπιστων πολιτών και "μια μικρή αλλά κτηνώδη σφαγή" γυναικόπαιδων μετά την ανακατάληψη της Ομορφίτας από την πολιτοφυλακή του Σαμψών. Οι καταγγελίες αυτές εικονογραφούνται από μια σειρά φωτογραφιών, με θύματα τουρκοκύπριους πολίτες, δολοφονημένους στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια των ταραχών. Η πιο εντυπωσιακή, που έκανε το γύρο του κόσμου, απεικονίζει τη γυναίκα και τα τρία παιδάκια του στρατιωτικού γιατρού της ΤΟΥΡΔΥΚ, σφαγμένα μέσα σε μια μπανιέρα (την αναπαράγουμε εδώ από το Time της 10.1.64). Σύμφωνα με μαρτυρίες περιοίκων, δολοφονήθηκαν από "μια ομάδα 40 ανδρών, πολλοί απ' τους οποίους φορούσαν στρατιωτικές μπότες και μανδύες" (The Guardian 31.12.63).
Η εξακρίβωση των γεγονότων με βάση ελληνικές πηγές είναι αρκετά δύσκολη, καθώς οι πρωταγωνιστές της εποχής είναι αρκετά φειδωλοί (και, κατά κανόνα, απολογητικοί) στις περιγραφές τους. "Μέσα στην αλλοφροσύνη των παθών, έγιναν από μέρους των ατάκτων μας αντίποινα αξιοθρήνητα κατά των Τούρκων, χωρίς διάκριση φύλου και ηλικίας", παραδέχεται ο διπλωμάτης Χρηστίδης, αναφερόμενος στην κατάληψη της Ομορφίτας, ανήμερα των Χριστουγέννων (1967, σ. 442). "Είναι αλήθεια ότι από μερικούς Ελληνοκυπρίους έγιναν πράξεις κτηνωδίας και αδιαφορίας για την ανθρώπινη ζωή", διαβάζουμε στα απομνημονεύματα του Κληρίδη, με τη διευκρίνιση ότι "πράξεις κτηνωδίας διεπράχθησαν από ενόπλους των παραστρατιωτικών οργανώσεων και από τις δυο πλευρές" (σ. 244). Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρεσβευτής τότε της Ελλάδας στον ΟΗΕ, Δημήτρης Μπίτσιος, κάνει λόγο για "αξιοθρήνητα πράγματα που βαρύνουν και τις δυο πλευρές" (1976, σ. 140), ενώ γλαφυρότερος είναι ο Πλουτής Σέρβας: "Για εφτά μέρες άγριες μάχες διεξάγονται στις τούρκικες συνοικίες. Η αφροσύνη δεσπόζει παντού, σε πλήρη συνάρτηση με τις ωμότητες. Ο Σαμψών κατακρεουργεί γυναικόπαιδα και γέροντες στην Ομορφίτα. Και Τούρκοι βάρβαροι εξοντώνουν τους ελληνοκύπριους στην Τόχνη. Και επιστρέφουν ο καθένας θριαμβευτικά στις βάσεις του, ενώ τα φανατισμένα πλήθη, αμφότερων των παρατάξεων, ωρυόμενα στρώνουν δάφνες και μερσίνια για να περάσουν οι χασάπηδες ήρωες!" (τ. Β΄, σ. 337).
Η τραγικότερη ίσως συνέπεια των συγκρούσεων, όπως και το 1974, είναι η δημιουργία ενός μεγάλου αριθμού "αγνοουμένων", η ακριβής τύχη των οποίων παραμένει ανεξακρίβωτη ώς σήμερα. "Αρκετά άτομα, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι", αναφέρει ο Κληρίδης (σ. 250), "που για κάποιο λόγο βρέθηκαν σε περιοχές ελεγχόμενες από δυνάμεις της άλλης κοινότητας, εκτελέστηκαν εν ψυχρώ. Τα θύματα απλώς ανεφέροντο ώς αγνοούμενοι". Ο σχετικός πίνακας περιλαμβάνει συνολικά 38 Ελληνοκύπριους και 198 Τουρκοκυπρίους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Νιαζί Κιζιλγιουρέκ "Κύπρος: το αδιέξοδο των εθνικισμών" (Αθήνα 1999, εκδ. Μαύρη Λίστα). Συνοπτική παρουσίαση της ανάπτυξης και καταστροφικής δράσης των αντίπαλων εθνικών κινημάτων στη Μεγαλόνησο, από έναν κύπριο πανεπιστημιακό. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η περιοδολόγηση και πραγμάτευση του (άγνωστου στα καθ' ημάς) τουρκοκυπριακού εθνικισμού.
Νίκος Κρανιδιώτης "Ανοχύρωτη Πολιτεία. Κύπρος 1960-1974" (Αθήνα 1985, εκδ. Εστία). Δίτομη μαρτυρία ενός από τους στενότερους συνεργάτες του Μακαρίου για τα ταραγμένα γεγονότα της εποχής.
Γλαύκος Κληρίδης "Η κατάθεσή μου" (Αθήνα 1988, εκδ. Αλήθεια). Απομνημονεύματα του σημερινού προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο πρώτος τόμος ασχολείται αναλυτικά με τα συμβάντα της περιόδου 1960-64.
Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας "Ιστορία χαμένων ευκαιριών (Κυπριακό 1950-1963)" (Αθήνα 1981, 2 τ.). Η μαρτυρία του έλληνα υπουργού Εξωτερικών για την ίδια περίοδο.
Σπύρος Παπαγεωργίου "Τα κρίσιμα ντοκουμέντα του Κυπριακού" (Αθήνα 1983, εκδ. Γ. Λαδιά). Τρίτομη συλλογή απόρρητων εγγράφων και άλλων ντοκουμέντων της περιόδου 1959-1967, από ένα στέλεχος του ενωσίτικου κινήματος που ανένηψε μετά την τουρκική εισβολή. Περιέχει τόσο το "σχέδιο Ακρίτας" όσο και το σχεδιασμό των γεγονότων του 1963 από το ελληνικό ΓΕΕΘΑ.
Ιωάννης Γ. Μπήτος "Από την Πράσινη Γραμμή στους δυο Αττίλες" (Αθήνα 1995, εκδ. Εταιρεία Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας). Ανάλυση της περιόδου 1963-74 από ένα επιτελικό στέλεχος της ΕΛΔΥΚ. Εμφαση στις στρατιωτικές πτυχές των γεγονότων αλλά και κατάθεση προσωπικής μαρτυρίας για το κλίμα του 1963-64.
Πλουτής Σέρβας "Κυπριακό. Ευθύνες" (τ. Β΄, Αθήνα 1984, εκδ. Γραμμή). Κριτική των επιλογών της ελληνοκυπριακής ηγεσίας από τον γνωστό ελληνοκύπριο διανοούμενο, τέως γενικό γραμματέα του ΑΚΕΛ και εκλεγμένο δήμαρχο Λευκωσίας.
Μενέλαος Αλεξανδράκης, Βύρων Θεοδωρόπουλος & Ευστάθιος Λαγάκος "Το Κυπριακό, 1950-1974. Μια ενδοσκόπηση" (Αθήνα 1987, εκδ. Ευρωεκδοτική). Αυτοκριτική ανάλυση των "λαθών" της περιόδου, από τρεις έλληνες πρέσβεις που υπηρέτησαν στο νησί και σε αρμόδιες διευθύνσεις της Αθήνας.
Μακάριος Δρουσιώτης "Από τη Ζυρίχη στον Αττίλα" ("Ελευθεροτυπία" 21-24/7/97). Η πορεία προς την απόπειρα συνταγματικής αναθεώρησης, μέσα από τα βρετανικά κυρίως αρχεία. Αποκαλυπτικά στοιχεία για την αγγλική ενθάρρυνση προς το Μακάριο, παρά τις τουρκικές προειδοποιήσεις.
ΔΕΙΤΕ
Το τείχος μας/ Duvarmiz των Νιαζί Κιζιλγιουρέκ & Παννίκου Χρυσάνθου (1996). Ντοκιμαντέρ για την κυπριακή τραγωδία, μέσα από το βλέμμα των ανθρώπων -Τουρκοκυπρίων κι Ελληνοκυπρίων- που βίωσαν το δράμα της αλληλοσφαγής και υπέστησαν τις συνέπειες των εκατέρωθεν "εθνικών σχεδιασμών".
Πώς φτάσαμε ώς εκεί; Μετά την τουρκική εισβολή, τα γεγονότα του 1963 φαίνεται πως έχουν σβηστεί από τη συλλογική μνήμη, στην Ελλάδα τουλάχιστον. Για το γενεσιουργό υπόστρωμα αυτής της επιλεκτικής λήθης, εύγλωττη είναι άλλωστε η δημοφιλής ρήση των ημερών, σύμφωνα με την οποία "σκοτώθηκε μια πουτάνα και διαλύθηκε ένα κράτος". Κι όμως, αντίθετα απ' ό,τι συμβαίνει με άλλες "λευκές σελίδες" της εθνικής μας ιστορίας, τα δημοσιευμένα σχετικά στοιχεία και ντοκουμέντα αφθονούν -και αποδεικνύουν ότι τα Δεκεμβριανά της Κύπρου υπήρξαν μια απολύτως προσχεδιασμένη επιλογή ορισμένων από τους δυναμικούς επιτελείς της "εθνικής πολιτικής" των ημερών, ο εθνικόφρων τυχοδιωκτισμός των οποίων ελάχιστα διέφερε στην πράξη από τη λογική των πραξικοπηματιών που, δέκα χρόνια αργότερα, επρόκειτο να ρίξουν την τελική αυλαία στο δράμα του νησιού. Ας δούμε, λοιπόν, πώς οι μαθητευόμενοι μάγοι του ελληνοκυπριακού και του ελλαδίτικου εθνικισμού έβαλαν μπροστά την αιματηρή διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετατρέποντας τη Λευκωσία σε Σεράγεβο.
Η Βοσνία της Μεσογείου
Μπορεί ένα προσφιλές λεκτικό σχήμα της εποχής να παρομοίαζε την ανεξάρτητη και "αδέσμευτη" Κύπρο της δεκαετίας του '60 με "Κούβα της Μεσογείου", στην πραγματικότητα όμως η νεοσύστατη Δημοκρατία θύμιζε περισσότερο τη σημερινή Βοσνία. Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η απουσία πολιτικής νομιμοποίησής της στα μάτια μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, που είχε γαλουχηθεί με εντελώς διαφορετικά εθνικά ιδανικά και δύσκολα μπορούσε να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι θα έμενε εσαεί αποκομμένη από το εθνικό της κέντρο. Στους κόλπους της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας, κυρίαρχο παρέμενε το αίτημα της Ενωσης με την Ελλάδα, στο όνομα της οποίας είχε διεξαχθεί ο πρόσφατος αντιαποικιακός αγώνας του 1955-59. Ανάλογη απήχηση στις γραμμές των Τουρκοκυπρίων έβρισκε το σύνθημα της Διχοτόμησης, ιδιαίτερα μετά τις αιματηρές διακοινοτικές ταραχές του 1958. Παρά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Αύγουστο του 1960, τοπικά ΜΜΕ και πολιτικά στελέχη των δυο κοινοτήτων δε θα πάψουν να υπενθυμίζουν, στο δικό του το καθένα κοινό, ότι η ανεξαρτησία του νησιού δεν υπήρξε παρά ένας αναγκαίος πλην προσωρινός συμβιβασμός στην πορεία προς την εθνική ολοκλήρωση.
Για τους Ελληνοκύπριους, αυτή η δυσφορία ενισχυόταν από το γεγονός ότι το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, για την αναθεώρηση του οποίου απαιτούνταν η συναίνεση και των δυο κοινοτήτων, παρείχε μια σειρά προνόμια και ασφαλιστικές δικλείδες στη μειονότητα: τουρκοκύπριος αντιπρόεδρος δίπλα στον ελληνοκύπριο πρόεδρο, ποσοστώσεις σαφώς ψηλότερες από το αριθμητικό της μέγεθος (30% των βουλευτών, υπουργών και υπαλλήλων, 40% του στρατού), απαίτηση χωριστών πλειοψηφιών για την υπερψήφιση ζωτικών νομοσχεδίων, πρόβλεψη για χωριστούς δήμους στις 5 πόλεις του νησιού... Την προστασία της ιδιότυπης αυτής συνταγματικής δομής -και τον συνακόλουθο περιορισμό της κυριαρχίας του νέου κράτους- οι συμφωνίες του 1959 ανέθεταν τέλος στις 3 "εγγυήτριες δυνάμεις" (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία), στις οποίες είχε παραχωρηθεί δικαίωμα επέμβασης -από κοινού ή και χωριστά- σε περίπτωση διασάλευσης αυτής της ισορροπίας. Και οι τρεις χώρες διέθεταν, επί τούτου, στρατιωτικές δυνάμεις στο νησί: οι Αγγλοι τις βάσεις τους, η Ελλάδα κι η Τουρκία την ΕΛΔΥΚ (950 οπλίτες) και την ΤΟΥΡΔΥΚ (650 οπλίτες) αντίστοιχα.
Τα ένοπλα καπετανάτα
Αυτά όσον αφορά την επίσημη διάταξη των δυνάμεων. Γιατί στο παρασκήνιο, καθοριστικότερο ρόλο ετοιμάζονταν να παίξουν οι "ανεπίσημες" πολιτικοστρατιωτικές δυνάμεις των δυο κοινοτήτων, καθοδηγούμενες από τους εκατέρωθεν ακραίους εθνικιστές. Στην τουρκοκυπριακή πλευρά, αιχμή του δόρατος της υπονόμευσης της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτέλεσε η "Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης" (ΤΜΤ) του Ραούφ Ντενκτάς. Εξοπλισμένη κι εκπαιδευμένη από αξιωματικούς της ΤΟΥΡΔΥΚ, παρέτασσε στις αρχές του 1963 κάπου 2.500 ενόπλους, σύμφωνα με βρετανικές πηγές. Κυριότερη ενασχόλησή της ώς τις παραμονές των συγκρούσεων υπήρξε, ωστόσο, η εξουδετέρωση του "εσωτερικού εχθρού" και η βίαιη στοίχιση της τουρκοκυπριακής κοινότητας πίσω από το εθνικό ιδεώδες της διχοτόμησης. Στελέχη της κοινότητας που υποστήριζαν μια πολιτική συμβίωσης και ανάπτυξης αγωνιστικών δεσμών με το ελληνικό στοιχείο (όπως οι συνδικαλιστές της Παγκύπριας Εργατικής Ομοσπονδίας, οι μη εθνικιστές δημοσιογράφοι και κάποια στελέχη της αντιπολίτευσης) εξοντώθηκαν ή αναγκάστηκαν να σιωπήσουν.
Ανάλογες διεργασίες σημειώνονταν την ίδια περίοδο και στο εσωτερικό της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας, με τη συγκρότηση ποικίλων παραστρατιωτικών σχηματισμών που προετοιμάζονταν κι αυτοί για το τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τους "αλλόφυλους". Ο σημαντικότερος ανάμεσά τους αποκαλούνταν απλώς "Η Οργάνωση", ιδρύθηκε το Μάρτιο του 1962 και είχε επικεφαλής τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών του Μακαρίου, Πολύκαρπο Γεωρκάτζη. "Κατά τρόπον τινά επίσημος, ως υφισταμένη τη εγκρίσει του Μακαρίου", σύμφωνα με τον καλά πληροφορημένο Σπύρο Παπαγεωργίου, επανδρωνόταν ως επί το πλείστον από παλιούς μαχητές της ΕΟΚΑ και στελεχωνόταν από το μισό υπουργικό συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι προκηρύξεις κι εσωτερικές της εγκύκλιοι (για ορισμένα δείγματα, βλ. Παπαγεωργίου 1983, τ. Α΄, σ. 212-27) χαρακτηρίζονται από ακραία συνωμοτικότητα, μεσσιανισμό, λατρεία του αρχηγού (που υπογράφει με το ψευδώνυμο "Ακρίτας"), έξαλλο αντικομμουνισμό και μπόλικη αερολογία: "Τα ιδανικά μας δεν είναι ανάγκη να εκτεθούν εις διακηρύξεις και καταστατικά, ουδέ εις άρθρα, ουδέ εις προτάσεις. Μία μόνη λέξις δίδει εις αυτά την πλέον μεστήν επιγραμματικότητα. Ταύτα συνοψίζονται εις την μαγικήν λέξιν: ΕΛΛΑΣ" (ό.π., σ. 220). Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της ιδεολογίας της "Οργάνωσης" είναι, ωστόσο, η υπεροψία που τα κείμενά της προδίδουν για τους Τούρκους (τόσο τους σύνοικους Τουρκοκύπριους όσο κι εκείνους της "εγγυήτριας δύναμης"), για τους οποίους δηλώνεται ότι "εάν τολμήσουν, δεν θα έχουν καλλιτέραν τύχην των Βρετανών"...
Ως στρατιωτικός μηχανισμός, η "Οργάνωση" πήρε σάρκα και οστά χάρη στην τεχνική στήριξη της ΕΛΔΥΚ. "Είχαν αναλάβει να τη συγκροτήσουν στρατιωτικά και να την εκπαιδεύσουν, "κεκαλυμμένα", Ελληνες αξιωματικοί", διαβάζουμε στο (εν μέρει αυτοβιογραφικό) βιβλίο του αντιστράτηγου Μπήτου. "Ο γράφων συμμετείχε σ' αυτές τις ομάδες οργανώσεως και εκπαιδεύσεως το θέρος και το φθινόπωρο του 1963" (σ. 59). Σύμφωνα με τον Κληρίδη, "η εκπαίδευση της οργάνωσης γινόταν από αξιωματικούς του ελληνικού αποσπάσματος που στάθμευε στην Κύπρο και τα σχέδια δράσης της, αμυντικά κι επιθετικά, είχαν αναπτυχθεί σε στρατιωτικές ασκήσεις που λάβαιναν χώρα σε διάφορα σημεία. Η μεγαλύτερη άσκηση έγινε επί ένα τριήμερο στο όρος Τρόοδος και το στρατηγείο της οργάνωσης στη διάρκειά της ήταν εγκατεστημένο στην προεδρική κατοικία" (σ. 236). Ο ίδιος υπολογίζει τη δύναμή της σε 1.800 περίπου ενόπλους, στους οποίους θα πρέπει να προστεθούν τα μέλη δυό ακόμη παραστρατιωτικών οργανώσεων που συγκροτήθηκαν την ίδια περίοδο, με επικεφαλής τον εκτελεστή της ΕΟΚΑ (και "πρόεδρο" των πραξικοπηματιών, το 1974) Νίκο Σαμψών και το γιατρό του Μακαρίου, Βάσο Λυσσαρίδη. Δυτικές πηγές εκτιμούν σε 10.000 περίπου τους εξοπλισμένους Ελληνοκύπριους που ήταν ενταγμένοι στο ένα ή το άλλο "καπετανάτο". Τα όπλα τους προέρχονταν από τα στοκ της ΕΟΚΑ, από το ελεύθερο εμπόριο αλλά και από "συμπαθούντες" αξιωματικούς της ΕΛΔΥΚ (Κληρίδης, ό.π., και Μπήτος, σ. 58).
Η ανατροπή των ισορροπιών
Από τα μέσα του 1963, τουλάχιστον, αυτή η αμοιβαία προετοιμασία για την ένοπλη αναμέτρηση άρχισε να αποδίδει τους καρπούς της. Οσον αφορά τους Τουρκοκυπρίους, αποκαλυπτικό είναι ένα έγγραφο που βρέθηκε στο γραφείο του αντιπροέδρου Κιουτσούκ την επαύριο των γεγονότων, φέρει ημερομηνία 14.9.63 και συμπυκνώνει την πολιτική συμφωνία της μετριοπαθούς τουρκοκυπριακής ηγεσίας με τους εξτρεμιστές της ΤΜΤ για τα περαιτέρω. Ξεκινώντας με τη διαπίστωση πως, από την ανεξαρτησία και μετά, "οι Ελληνοκύπριοι κατέφευγαν σε κάθε είδους τεχνάσματα για να αποκλείσουν την αναγνώριση έστω και των πιο ασήμαντων δικαιωμάτων στους Τούρκους", εκτιμάται πως "το 1964 θα είναι μια αποφασιστική χρονιά" και αποφασίζεται ότι "σε περίπτωση που οι Ελληνες καταγγείλουν επισήμως το Σύνταγμα ή επιχειρήσουν να το αναθεωρήσουν, η τουρκική κοινότητα θα πάρει τη μοίρα της στα χέρια της και θα εγκαθιδρύσει μια Κυπριακή Δημοκρατία εκτός των συμφωνιών της Ζυρίχης" (Κληρίδης 1988, σ. 218-22). Εντυπωσιακή είναι τέλος τόσο η αρνητική στάση των Κιουτσούκ και Ντενκτάς απέναντι στο ενδεχόμενο τουρκικής στρατιωτικής επέμβασης για αποκατάσταση του προηγούμενου καθεστώτος, που κρίνεται ανεπαρκές, όσο και η βεβαιότητά τους για την αξιοποίηση των ελληνοκύπριων εθνικιστών: "Μέχρι τότε οι Ελληνες θα μας δώσουν πολλές ευκαιρίες (...) Είναι φανερό από τώρα ότι τις περισσότερες ευκαιρίες θα μας τις δώσουν με τη συμπεριφορά τους"...
Γι' αυτές τις "ευκαιρίες", εξαιρετικά εύγλωττοι είναι οι σχεδόν ταυτόχρονοι σχεδιασμοί της ελληνοκυπριακής πλευράς. Ενάμιση μόλις χρόνο από την ίδρυση της Δημοκρατίας, ο Μακάριος έθεσε για πρώτη φορά δημόσια ζήτημα κατάργησης των "υπερβολικών" συνταγματικών προνομίων της μειονότητας (4.1.62). Η τελική του κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση έγινε, ως γνωστόν, στις 30 Νοεμβρίου 1963, όταν υπέβαλε ένα Μνημόνιο 13 σημείων για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με το αιτιολογικό ότι αυτό "εμποδίζει την ανάπτυξη και την πρόοδο της χώρας" και "δημιουργεί αφορμές τριβής μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων". Εκ των υστέρων, στενοί συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου θα αποφανθούν ότι αυτό που καθόρισε την επιλογή του δεν ήταν τόσο οι όποιες θεσμικές δυσλειτουργίες που προκλήθηκαν από τις διακοινοτικές τριβές των πρώτων μεταποικιακών χρόνων, όσο η εσωτερική αντιπολίτευση που αυτός δεχόταν από τους αδιάλλακτους ελληνοκύπριους κι ελλαδίτες εθνικιστές, οι οποίοι τον κατηγορούσαν πως "καταπάτησε τους όρκους του και πρόδωσε τον αγώνα του κυπριακού λαού" για Ενωση με την Ελλάδα (Κρανιδιώτης 1985, τ. Α΄, σ. 73 και Κληρίδης 1988, σ. 162).
Κατηγορηματικότερος απ' όλους, ο παλαίμαχος διπλωμάτης Αγγελος Βλάχος δεν διστάζει μάλιστα να κατηγορήσει το Μακάριο ότι συνειδητά οδήγησε τα πράγματα σε κρίση: "Ανεφάρμοστα είναι και τα άριστα των Συνταγμάτων, αν οι καλούμενοι να εξασφαλίσουν την λειτουργία τους δεν θέλουν να τα εφαρμόσουν. Και ο Αρχιεπίσκοπος δεν ήθελε να θέσει σε εφαρμογή τις σχετικές συνταγματικές διατάξεις που προέβλεπαν εγκατάσταση χωριστών δήμων, ελληνικών και τουρκικών (...). Επηρεασμένος ίσως από το περιβάλλον του, αρνήθηκε να τις εφαρμόσει και οι Τούρκοι, στο άκρο δύσπιστοι και καχύποπτοι, για να τον εξαναγκάσουν να ενδώσει εφάρμοζαν αντίποινα κωλυσιεργώντας στην ψήφιση φορολογικών νόμων από την Βουλή. Φυσικό ήταν να δημιουργηθεί αδιέξοδο, αποτέλεσμα της υπαναχωρήσεως του Αρχιεπισκόπου" (Βλάχος 1980, σ. 277).
Προετοιμασία για έγκλημα
Ετσι κι αλλιώς, πάντως, από τα μέσα του 1963 η ελληνοκυπριακή ηγεσία είχε επιλέξει κι αυτή το δρόμο της σύγκρουσης. Τα σχέδιά της, κωδικοποιημένα σε μίαν άκρως απόρρητη εγκύκλιο της "Οργάνωσης" (1963) που έμεινε στην Ιστορία με το όνομα "σχέδιο Ακρίτας" και σ' ένα έγγραφο του ελληνικού ΓΕΕΘΑ (6.12.63) με τον τίτλο "Σχέδιον Μακαρίου", πρόβλεπαν κλιμάκωση των ενεργειών της σε 4 στάδια: (α) "προσβολή των αρνητικών σημείων του Συντάγματος", (β) "Καταγγελία της συνθήκης εγγυήσεως", (γ) "Αυτοδιάθεσις", και (δ) "Υποβολή αιτήσεως προς την Ελλην. Κυβέρνησιν, εάν δέχεται την Κύπρον να ενωθή μετά του λοιπού Ελληνικού Κορμού" (Παπαγεωργίου 1983, τ. Α΄, σ. 270). Το πιο ενδιαφέρον είναι, ωστόσο, ότι αυτός ο σχεδιασμός προεξοφλούσε τη δυναμική αντίδραση των Τουρκοκυπρίων, προβλέποντας μάλιστα την αιματηρή καταστολή της: "Είναι αφελές να πιστεύωμεν ότι είναι δυνατόν να προβούμεν εις ουσιαστικές ενέργειες τροποποιήσεως του Συντάγματος, χωρίς οι Τούρκοι να επιχειρήσουν να δημιουργήσουν ή σκηνοθετήσουν δυναμικήν σύγκρουσιν. (...) Επιβάλλεται να καταστείλωμεν ταύτην δυναμικώς εις το συντομώτερον δυνατόν χρονικόν διάστημα (...) Δυναμική και αποτελεσματική αντιμετώπισις των Τούρκων θα διευκολύνη τα μέγιστα τας μεταγενεστέρας ενεργείας μας δια περαιτέρω τροποποιήσεις, διότι οι Τούρκοι θα γνωρίζουν ότι αντίδρασίς των είναι αδύνατος ή επιζημία σοβαρώς δια την κοινότητά τους" (ό.π., σ. 254- 5).
Ακόμη πιο εντυπωσιακός είναι ωστόσο ο αντίστοιχος σχεδιασμός της ελλαδικής στρατιωτικής ηγεσίας την ίδια περίοδο, που όχι μόνο συμφωνεί αλλά και επαυξάνει σε εθνοσωτήρια υπεραισιοδοξία. Διαπιστώνοντας κι αυτή πως "η κατάστασις εις την Κύπρον τυγχάνει εκρηκτική και ότι εις το εγγύς μέλλον δέον να αναμένωνται γεγονότα, τα οποία δυνατόν να δημιουργηθώσι και προκληθώσι, είτε βάσει προγραμματισμένου σχεδίου εκατέρας των κοινοτήτων, είτε κατόπιν τυχαίου συμβάντος ή σοβαρού επεισοδίου εις βάρος κοινότητος τινός", μια άκρως απόρρητη μελέτη (6.12.63) του αρχηγού ΓΕΕΘΑ Ι. Πιπιλή καταλήγει, ούτε λίγο ούτε πολύ, στο συμπέρασμα ότι ο συσχετισμός είναι τόσο ευνοϊκός για την Ελλάδα, ώστε "συμφέρει όπως εις την Κύπρον λάβουν χώραν γεγονότα". Οχι μόνο "το Ελληνοκυπριακόν στοιχείον δύναται να αντιμετωπίση το Τουρκοκυπριακόν τοιούτον", υποστηρίζει, αλλά και οι δυνατότητες της Τουρκίας προς επέμβαση είναι άκρως περιορισμένες, σύμπασα δε η διεθνής κοινότητα θα επέμβει ενεργά υπέρ των ελληνικών θέσεων! Η ανάλυση αυτή, που φέρεται να έχει υιοθετηθεί και από το Υπουργείο Αμύνης της πρώτης κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, κατέληγε στην προτροπή για "πολεμικήν ετοιμότητα της ελληνικής Δυνάμεως εν Κύπρω και ενίσχυσιν ταύτης δια την διευθέτησιν και προώθησιν της στρατιωτικής δραστηριότητος εν Κύπρω", με σκοπό την αντιμετώπιση των προβλεπόμενων "διακοινοτικών ταραχών" (ό.π., σ. 258-72).
Αγνωστο παραμένει σε ποιο βαθμό όλες αυτές οι ανεδαφικές και τουρκοφαγικές εκτιμήσεις οφείλονταν στον (ταγματάρχη, τότε) Δημήτριο Ιωαννίδη, που ως υπεύθυνος του γραφείου πληροφοριών της ΕΛΔΥΚ υπήρξε ο επικεφαλής των αξιωματικών που κατέστρωσαν τα σχέδια για την επερχόμενη ένοπλη αναμέτρηση. Αγνωστος είναι επίσης ο βαθμός επιρροών από ξένα κέντρα πάνω στον αρχηγό της "Οργάνωσης" και υπουργό Εσωτερικών του Μακαρίου, Γεωρκάτζη, οι σχέσεις του οποίου με την Ιντέλιτζενς Σέρβις και τη CIA ήταν κοινό μυστικό (για λεπτομέρειες, βλ. Μ. Δρουσιώτης "ΕΟΚΑ. Η σκοτεινή όψη", Αθήνα 1998, σ. 89-147 & 366-71). Εχει πιστοποιηθεί, αντίθετα, ότι καθοριστική στη διατύπωση των "13 σημείων" υπήρξε η συμβολή του βρετανού Ύπατου Αρμοστή, Λρθουρ Κλαρκ - ο οποίος, εκτελώντας σχετικές οδηγίες του Φόρεϊν Οφις, όχι μόνο ενθάρρυνε σχετικά το Μακάριο, αλλά προέβη και σε ιδιόχειρες διορθώσεις στο επίμαχο κείμενο. Χαρακτηρισμένη ως "το αβύθιστο αεροπλανοφόρο της Ανατολικής Μεσογείου", η Κύπρος ήταν όντως ένα υπερβολικά στρατηγικό χαρτί για να αφεθεί ανενόχλητη από τους επιτελείς του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό το γεγονός, ωστόσο, καθόλου δεν απαλλάσσει από τις ευθύνες τους όσους, συνεπαρμένοι από τις εθνοσωτήριες φαντασιώσεις τους, έπαιξαν με τη φωτιά...
ΣΤΟ ΟΡΙΟ
30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ. Υποβολή από τον Μακάριο των 13 σημείων για αναθεώρηση
του κυπριακού Συντάγματος.
16 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Απόρριψη των 13 σημείων από την Αγκυρα και απειλή επέμβασης σε περίπτωση μονομερούς αναθεώρησης.
μέσα ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Ενοπλοι Ελληνοκύπριοι αρχίζουν ελέγχους ταυτοτήτων των Τουρκοκυπρίων στους δρόμους. Κλιμάκωση της έντασης.
21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Πρώτα οδοφράγματα και ανταλλαγές πυρών, ύστερα από αιματηρό επεισόδιο στην κακόφημη συνοικία της Λευκωσίας.
22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Δίωρη σύσκεψη Μακαρίου-Κιουτσούκ και κοινή έκκλησή τους προς τις δυο κοινότητες για τερματισμό των συγκρούσεων, χωρίς αποτέλεσμα.
23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Οι τουρκοκύπριοι αστυνομικοί προσχωρούν στην εξέγερση. Εντολή Γεωρκάτζη στον Σαμψών να εκκαθαρίσει την Ομορφίτα. Απόφαση της κυβέρνησης Παπανδρέου να στείλει στη Λευκωσία τον τ. υπουργό Γ. Μελά, για να υποδείξει στον Μακάριο "αυτοσυγκράτηση".
24 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Εξάπλωση των συγκρούσεων σε όλη την Κύπρο. Ανακωχή στη Λάρνακα, ύστερα από μεγάλο αριθμό θυμάτων μεταξύ των Τουρκοκυπρίων. Το απόγευμα, γενική αντεπίθεση των Ελληνοκυπρίων, ανακατάληψη του μεγαλύτερου μέρους της Λευκωσίας και πολιορκία της Ομορφίτας. Ο τούρκος πρόεδρος Γκιουρσέλ δηλώνει πως η Τουρκία θα επέμβει μονομερώς, αν δεν παρέμβουν οι εγγυήτριες δυνάμεις. Εκκληση των 3 χωρών για άμεση κατάπαυση του πυρός. Νέα συνάντηση Μακαρίου-Κιουτσούκ και συμφωνία για εκεχειρία τα μεσάνυκτα. Στην Αθήνα, ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου εκφράζει στον κύπριο πρέσβη Ν. Κρανιδιώτη τη διαφωνία του με τις δυναμικές πρωτοβουλίες του Μακαρίου.
25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Κατάρρευση της εκεχειρίας και εξάπλωση των συγκρούσεων. Μαζική διανομή όπλων από το Μακάριο στις ελληνοκυπριακές οργανώσεις, εκκαθάριση της Ομορφίτας από τους άνδρες του Σαμψών με μεγάλο αριθμό θυμάτων μεταξύ των αμάχων. Απειλή της Τουρκίας για επέμβαση προκειμένου να σταματήσει η "γενοκτονία" των Τουρκοκυπρίων. Εκφοβιστική πτήση τουρκικών πολεμικών αεροσκαφών πάνω από τη Λευκωσία. Εξοδος της ΤΟΥΡΔΥΚ απ' τους στρατώνες της και κατάληψη θέσεων στο δρόμο Λευκωσίας-Κερύνειας. Διαταγή από την Αθήνα στην ΕΛΔΥΚ, να μην εμπλακεί στις μάχες. Δημόσια αποδοκιμασία της από ανθρώπους του Γεωρκάτζη και προπαγανδιστική έξοδος 4 ελληνικών τζιπ στους δρόμους της Λευκωσίας. Προσφυγή της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Συμφωνία ("προτάσει της ελληνικής κυβερνήσεως") να τεθούν ΕΛΔΥΚ και ΤΟΥΡΔΥΚ υπό βρετανικές διαταγές, προς αποφυγή σύγκρουσης μεταξύ τους.
26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Δηλώσεις Παπανδρέου προς Κρανιδιώτη, στην Αθήνα: "Δεν δύναμαι να γίνω ουραγός της κυπριακής κυβερνήσεως". Τουρκική δήλωση ότι δεν ετοιμάζεται επέμβαση στην Κύπρο, ύστερα από ελληνική προσφυγή στο Μικτό Συμβούλιο του ΝΑΤΟ. Αποδοχή από τον Μακάριο βρετανικής πρότασης για διαχωρισμό των 2 κοινοτήτων της κυπριακής πρωτεύουσας.
27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Φοιτητικές διαδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη υπέρ της Ενωσης.
28 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Ολονύκτιες διαβουλεύσεις σε Αθήνα και Λευκωσία, ύστερα από νέες πληροφορίες για επικείμενη τουρκική εισβολή. Προσφυγή του ΥΠΕΞ Βενιζέλου στις ΗΠΑ, που δηλώνουν ότι η Αγκυρα υπαναχώρησε ύστερα από προσωπική παρέμβαση Τζόνσον στον πρωθυπουργό Ινονού. Αφιξη στη Λευκωσία του βρετανού υφυπουργού Κοινοπολιτείας, Ντάνκαν Σάντις, και διαβουλεύσεις με τις ηγεσίες των 2 κοινοτήτων. Νέα φοιτητική διαδήλωση στην Αθήνα υπέρ της Ενωσης.
30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Χάραξη της "πράσινης γραμμής" στη Λευκωσία από το βρετανό στρατηγό Γιανγκ και υπογραφή της σχετικής συμφωνίας από τους Μακάριο & Κιουτσούκ.
15 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ. Εναρξη της "Πενταμερούς Διάσκεψης" στο Λονδίνο, για επίλυση του Κυπριακού.
Χριστουγεννιάτικη ανθρωποθυσία
Νεκροί, ξεσπιτωμένοι, αγνοούμενοι... Το ανθρώπινο κόστος των διακοινοτικών ταραχών του 1963 παρουσιάζει εκπληκτικές ομοιότητες με αυτό του 1974, μόνο που ο επιμερισμός του στις δυο κοινότητες είναι αντιστρόφως ανάλογος. Μπορεί η αντίσταση των Τουρκοκυπρίων να υπήρξε απείρως πιο αποτελεσματική απ' ό,τι φαντάζονταν οι επιτελείς του "σχεδίου Ακρίτας", ο συσχετισμός δυνάμεων όμως τους επέβαλε πολύ μεγαλύτερες απώλειες απ' ό,τι στην ελληνοκυπριακή πλειοψηφία: "Ως ανεκοινώθη, κατά τους υπολογισμούς του υπουργού Αμύνης, κατά την τετραήμερον αναταραχήν εις Κύπρον εφονεύθησαν 200 άτομα. Αι απώλειαι των Τούρκων υπερβαίνουν κατά πολύ εκείνας των Ελληνοκυπρίων", μας πληροφορεί λ.χ. το αθηναϊκό "Εθνος" στις 26 Δεκεμβρίου. Δεν είναι λοιπόν καθόλου συμπτωματικό που η ανάμνηση των γεγονότων (και όσων ακολούθησαν, χοντρικά ώς το 1968) αποτελεί μέχρι σήμερα το βασικό επιχείρημα από το οποίο αντλεί την (όποια) εσωτερική νομιμοποίησή του το καθεστώς Ντενκτάς στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο.
Τι όμως συνέβη ακριβώς τον Δεκέμβριο του 1963; Η τουρκική προπαγάνδα αξιοποιεί σε μεγάλο βαθμό δημοσιεύματα των ημερών, κυρίως ανταποκρίσεις ξένων δημοσιογράφων, που μιλάνε για συστηματικό κάψιμο και λεηλασία τουρκοκυπριακών σπιτιών από ένοπλους ελληνοκύπριους, μαζικές συλλήψεις αμάχων ομήρων, δολοφονίες ανυπεράσπιστων πολιτών και "μια μικρή αλλά κτηνώδη σφαγή" γυναικόπαιδων μετά την ανακατάληψη της Ομορφίτας από την πολιτοφυλακή του Σαμψών. Οι καταγγελίες αυτές εικονογραφούνται από μια σειρά φωτογραφιών, με θύματα τουρκοκύπριους πολίτες, δολοφονημένους στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια των ταραχών. Η πιο εντυπωσιακή, που έκανε το γύρο του κόσμου, απεικονίζει τη γυναίκα και τα τρία παιδάκια του στρατιωτικού γιατρού της ΤΟΥΡΔΥΚ, σφαγμένα μέσα σε μια μπανιέρα (την αναπαράγουμε εδώ από το Time της 10.1.64). Σύμφωνα με μαρτυρίες περιοίκων, δολοφονήθηκαν από "μια ομάδα 40 ανδρών, πολλοί απ' τους οποίους φορούσαν στρατιωτικές μπότες και μανδύες" (The Guardian 31.12.63).
Η εξακρίβωση των γεγονότων με βάση ελληνικές πηγές είναι αρκετά δύσκολη, καθώς οι πρωταγωνιστές της εποχής είναι αρκετά φειδωλοί (και, κατά κανόνα, απολογητικοί) στις περιγραφές τους. "Μέσα στην αλλοφροσύνη των παθών, έγιναν από μέρους των ατάκτων μας αντίποινα αξιοθρήνητα κατά των Τούρκων, χωρίς διάκριση φύλου και ηλικίας", παραδέχεται ο διπλωμάτης Χρηστίδης, αναφερόμενος στην κατάληψη της Ομορφίτας, ανήμερα των Χριστουγέννων (1967, σ. 442). "Είναι αλήθεια ότι από μερικούς Ελληνοκυπρίους έγιναν πράξεις κτηνωδίας και αδιαφορίας για την ανθρώπινη ζωή", διαβάζουμε στα απομνημονεύματα του Κληρίδη, με τη διευκρίνιση ότι "πράξεις κτηνωδίας διεπράχθησαν από ενόπλους των παραστρατιωτικών οργανώσεων και από τις δυο πλευρές" (σ. 244). Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρεσβευτής τότε της Ελλάδας στον ΟΗΕ, Δημήτρης Μπίτσιος, κάνει λόγο για "αξιοθρήνητα πράγματα που βαρύνουν και τις δυο πλευρές" (1976, σ. 140), ενώ γλαφυρότερος είναι ο Πλουτής Σέρβας: "Για εφτά μέρες άγριες μάχες διεξάγονται στις τούρκικες συνοικίες. Η αφροσύνη δεσπόζει παντού, σε πλήρη συνάρτηση με τις ωμότητες. Ο Σαμψών κατακρεουργεί γυναικόπαιδα και γέροντες στην Ομορφίτα. Και Τούρκοι βάρβαροι εξοντώνουν τους ελληνοκύπριους στην Τόχνη. Και επιστρέφουν ο καθένας θριαμβευτικά στις βάσεις του, ενώ τα φανατισμένα πλήθη, αμφότερων των παρατάξεων, ωρυόμενα στρώνουν δάφνες και μερσίνια για να περάσουν οι χασάπηδες ήρωες!" (τ. Β΄, σ. 337).
Η τραγικότερη ίσως συνέπεια των συγκρούσεων, όπως και το 1974, είναι η δημιουργία ενός μεγάλου αριθμού "αγνοουμένων", η ακριβής τύχη των οποίων παραμένει ανεξακρίβωτη ώς σήμερα. "Αρκετά άτομα, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι", αναφέρει ο Κληρίδης (σ. 250), "που για κάποιο λόγο βρέθηκαν σε περιοχές ελεγχόμενες από δυνάμεις της άλλης κοινότητας, εκτελέστηκαν εν ψυχρώ. Τα θύματα απλώς ανεφέροντο ώς αγνοούμενοι". Ο σχετικός πίνακας περιλαμβάνει συνολικά 38 Ελληνοκύπριους και 198 Τουρκοκυπρίους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Νιαζί Κιζιλγιουρέκ "Κύπρος: το αδιέξοδο των εθνικισμών" (Αθήνα 1999, εκδ. Μαύρη Λίστα). Συνοπτική παρουσίαση της ανάπτυξης και καταστροφικής δράσης των αντίπαλων εθνικών κινημάτων στη Μεγαλόνησο, από έναν κύπριο πανεπιστημιακό. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η περιοδολόγηση και πραγμάτευση του (άγνωστου στα καθ' ημάς) τουρκοκυπριακού εθνικισμού.
Νίκος Κρανιδιώτης "Ανοχύρωτη Πολιτεία. Κύπρος 1960-1974" (Αθήνα 1985, εκδ. Εστία). Δίτομη μαρτυρία ενός από τους στενότερους συνεργάτες του Μακαρίου για τα ταραγμένα γεγονότα της εποχής.
Γλαύκος Κληρίδης "Η κατάθεσή μου" (Αθήνα 1988, εκδ. Αλήθεια). Απομνημονεύματα του σημερινού προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο πρώτος τόμος ασχολείται αναλυτικά με τα συμβάντα της περιόδου 1960-64.
Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας "Ιστορία χαμένων ευκαιριών (Κυπριακό 1950-1963)" (Αθήνα 1981, 2 τ.). Η μαρτυρία του έλληνα υπουργού Εξωτερικών για την ίδια περίοδο.
Σπύρος Παπαγεωργίου "Τα κρίσιμα ντοκουμέντα του Κυπριακού" (Αθήνα 1983, εκδ. Γ. Λαδιά). Τρίτομη συλλογή απόρρητων εγγράφων και άλλων ντοκουμέντων της περιόδου 1959-1967, από ένα στέλεχος του ενωσίτικου κινήματος που ανένηψε μετά την τουρκική εισβολή. Περιέχει τόσο το "σχέδιο Ακρίτας" όσο και το σχεδιασμό των γεγονότων του 1963 από το ελληνικό ΓΕΕΘΑ.
Ιωάννης Γ. Μπήτος "Από την Πράσινη Γραμμή στους δυο Αττίλες" (Αθήνα 1995, εκδ. Εταιρεία Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας). Ανάλυση της περιόδου 1963-74 από ένα επιτελικό στέλεχος της ΕΛΔΥΚ. Εμφαση στις στρατιωτικές πτυχές των γεγονότων αλλά και κατάθεση προσωπικής μαρτυρίας για το κλίμα του 1963-64.
Πλουτής Σέρβας "Κυπριακό. Ευθύνες" (τ. Β΄, Αθήνα 1984, εκδ. Γραμμή). Κριτική των επιλογών της ελληνοκυπριακής ηγεσίας από τον γνωστό ελληνοκύπριο διανοούμενο, τέως γενικό γραμματέα του ΑΚΕΛ και εκλεγμένο δήμαρχο Λευκωσίας.
Μενέλαος Αλεξανδράκης, Βύρων Θεοδωρόπουλος & Ευστάθιος Λαγάκος "Το Κυπριακό, 1950-1974. Μια ενδοσκόπηση" (Αθήνα 1987, εκδ. Ευρωεκδοτική). Αυτοκριτική ανάλυση των "λαθών" της περιόδου, από τρεις έλληνες πρέσβεις που υπηρέτησαν στο νησί και σε αρμόδιες διευθύνσεις της Αθήνας.
Μακάριος Δρουσιώτης "Από τη Ζυρίχη στον Αττίλα" ("Ελευθεροτυπία" 21-24/7/97). Η πορεία προς την απόπειρα συνταγματικής αναθεώρησης, μέσα από τα βρετανικά κυρίως αρχεία. Αποκαλυπτικά στοιχεία για την αγγλική ενθάρρυνση προς το Μακάριο, παρά τις τουρκικές προειδοποιήσεις.
ΔΕΙΤΕ
Το τείχος μας/ Duvarmiz των Νιαζί Κιζιλγιουρέκ & Παννίκου Χρυσάνθου (1996). Ντοκιμαντέρ για την κυπριακή τραγωδία, μέσα από το βλέμμα των ανθρώπων -Τουρκοκυπρίων κι Ελληνοκυπρίων- που βίωσαν το δράμα της αλληλοσφαγής και υπέστησαν τις συνέπειες των εκατέρωθεν "εθνικών σχεδιασμών".
0 σχόλια