Υπεύθυνος: ΕΠΙΛΟΓΗ-ΑΡΧΕΙΟ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΕΒΕΛΑΚΗΣ
Η «κολλεχτίβα» της Ιου αποτελούσε άλλοτε την πλουσιωτέρα και πιο ενδιαφέρουσα ομάδα συμβιώσεως των εξορίστων. Είχε πολλούς να διαθρέψη. Το Κράτος έστελνε βαποριές ολόκληρες θυμάτων του Ιδιωνύμου, και η Νιό, με τις ακρογιαλιές της και τα γλέντια των ναυτικών, που δεν απέλιπαν, μπορούσε να θεωρηθή ο ιδεώδης τόπος... εξορίας! Τότε οι τραγικοί ιδεολόγοι έτρωγαν. Ησαν πολλοί. Το ενδεκάδραχμο επίδομα στο σύνολό του επέτρεπε την αγορά τροφίμων και ψωμιού. Η εποχή όμως εκείνη πέρασε και η πραγματικότης της σχετικής υποφερτής τροφοδοσίας εκείνης, μετεβλήθη εις όνειρον απίστευτον...
Σήμερα, οι λίγοι εξόριστοι που απομένουν, δύσκολα εξοικονομούν και το ψωμί ακόμη, μια φέτα ψωμιού βουτηγμένου στο νερό της θαλάσσης. Ζεστό φαΐ σημαίνει Πάσχα! Και Πάσχα, είναι μια φορά το χρόνο...
Στο μισογυρμένο κι' έτοιμο να καταρρεύση σπίτι της παραλίας, όπου μ' ωδήγησαν να βρω τα θύματα ενός Κράτους αναλγήτου και εγκληματικού, δεν βρήκα μόνον εξορίστους, πεινασμένους και υποφέροντας. Βρήκα όλη την ιστορία του πολιτισμού κουρελιασμένη, την έννοια κάθε ανθρωπισμού τσαλακωμένη κατά τρόπον οικτρόν και αξιοθρήνητον. Είδα στους εξορίστους κι' ανάμεσα στην απερίγραπτη τραγωδία της ζωής των, όλους αυτούς τους συμφεροντολόγους υμνωδούς, που τραγουδούν τα αγαθά των τωρινών συστημάτων και εκδηλώσεων του Κράτους ως ζωής ωργανωμένης, υποκείμενα γελοία όσον και κακοποιά...
Εξ άνθρωποι, από εκείνους, που πιστεύουν σε κάποιες προοδευτικώτερες ιδέες από τους χωροφύλακας, βρίσκονται εις την Νιό. Το Κράτος σκέφθηκε να τους απομονώση, αδιάφορο για τη ζωή των. Τους έστειλε εκεί και τους εγκατέλειψε. Πεινούν, διψούν και κάθε μέρα που περνά, σβύνει και ένα χρόνο της ζωής των. Ο πολιτισμός, ο ανθρωπισμός, όλα μαζή τα κοινωνικά συστήματα, σπάζουν και κομματιάζονται πάνω στο ετοιμόρροπο σπίτι της «κολλεχτίβας».
Τέσσαρα πτώματα αντίκρυσα μπαίνοντας. Ξαπλωμένα σε πρόχειρα κρεββάτια, σήκωσαν λίγο τα χλωμά και αναμαλλιασμένα κεφάλια των και κύτταξαν:
- Ποιον ζητάτε;... ρώτησε μια φωνή σαν ψίθυρος.
- Ολους σας... Είμαι...
Αλλά τι ήμουνα την ώρα κείνη; Ποιος άνθρωπος στη θέσι μου δεν θάνοιωθε ντροπή, ακριβώς διότι ήταν άνθρωπος, θεατής μιας τέτοιας καταισχύνης, τέτοιου εξευτελισμού κάθε εννοίας πολιτισμού και ανθρωπίνων αισθημάτων;
Οι τέσσαρες ζωντανοί νεκροί σηκώθηκαν. Μάλλον επίστευαν ότι σε ύπνο έβλεπαν την άφιξι δημοσιογράφου.
- Δεν μας έχουν συνηθίσει... Προ μηνός πέρασε κάποιος ηλικιωμένος με μαλλιά σαν χαίτη αλόγου. Τράβηξε στο χωριό, έκαμε μια βόλτα κι' έφυγε. Εγραψε ύστερα στην εφημερίδα του πως πήγε στον... Παράδεισο. Οι καχεκτικές γυναίκες τού φάνηκαν άγγελοι. Και το μόνο που βρήκε να γράψη, ήταν ότι η Νιό έχει τις ωραιότερες γυναίκες!...
Οι ετοιμοθάνατοι για την ζωήν των άλλων
Εμπρός μου είχα τον εξόριστο καπνεργάτη Ιωάν. Μανιτσάρα, τον επίσης καπνεργάτη Στ. Βουδούρογλου, τον εργάτη της γης Ιωάν. Στάθη και τον φοιτητή από τον Πύργο Ν. Μπελογιάννη.
Ελειπαν δύο. Ο Ηλίας Βέργος, ιατρός από τον Βόλο και σπουδασμένος στην Γερμανία και ο Θεόδ. Χαρμπαντίδης, σωφέρ.
Ο τελευταίος αυτός δεν άργησε να έλθη. Μισόγυμνος, είχε χωθή στη θάλασσα ζητώντας τροφή... Επί ώρες αγωνιζότανε να ξεκολλά από τα βράχια μικροσκοπικά όστρακα, να βρίσκη σαλιγκάρια και καβούρια, που εκρύβοντο μέσα στις τρύπες και του αιμάτωναν τα χέρια.
- Δεν χωρταίνει εύκολα κανείς, είπε, με πεταλίδες... Τρως μία και μέχρις ότου βρης την δεύτερη, έχεις χωνέψει την πρώτη!...
Ενα σκυλί, που πεινά κι' αυτό μαζή με τους εξορίστους, ήρθε και κουλουριάστηκε στον ήλιο για να στεγνώση. Η απελπισία το έχει αναγκάσει κι' αυτό να ρίχνεται μέσα στη θάλασσα και να ζητά τα ξεροκόμματα ή τ' αποφάγια που ρίχνουν τα βαπόρια και τα βενζινόπλοια. Το σκυλί τρώει καβούρια και κάθε τι που μόνο του διαπιστώνει ότι πίσω από το χορταριασμένο όστρακο κρύβει κάποια μικρή ζωή... Πριν από λίγες εβδομάδες, είχε στη μεγάλη του πείνα καταπιή ένα καβούρι, που του προκάλεσε τρομερή αναστάτωσι στο στομάχι. Για πολλές ώρες είχαν πιστέψει οι εξόριστοι ότι θα πέθαινε. Ευτυχώς, πρόλαβε και πέθανε το καβούρι στο στομάχι του μέσα...
Ενώ μιλούσαμε για τη ζωή της εξορίας, έφθασε ο γιατρός Βέργος. Ανθρωπος νέος, μορφωμένος και ενθουσιώδης για το μέλλον της ζωής.
- Δεν μπορούμε να πεθάνωμε... έλεγε εις απάντησιν της διατυπωθείσης ιδικής μου απαισιοδοξίας. Θα ζήσωμε, ακριβώς διότι αυτοί μάς έστειλαν για να πεθάνωμε εδώ. Υποφέρομε, βέβαια, η πείνα μάς εξαντλεί και μας θερίζουν οι στερήσεις, αλλά δεν χάνομε το θάρρος μας. Και όχι μόνο δεν λιποψυχούμε, αλλά φροντίζομε και για τους ντόπιους. Γιατρός και φάρμακα δεν υπάρχουν στο νησί. Οι κάτοικοι πεθαίνουν με ένα τσίμπημα καρφίτσας, με λίγο περισσότερο βήχα, χωρίς να βρίσκεται λίγη κινίνη, μια ασπιρίνη, μια σταγόνα ιωδίου. Η «κολλεχτίβα» μας δεν έχει τρόφιμα, ούτε ψωμί, έχει, όμως, τα απαραίτητα και στοιχειώδη φάρμακα. Εγώ προσωπικώς φροντίζω για τους αρρώστους χωρικούς. Δεν μπορούμε να τους αφήνωμε να πεθαίνουν. Τώρα νηστικός και εξηντλημένος γυρίζω από κάποιον άρρωστον. Θα ξεκουραστώ λίγο, θα φάω λίγο ξερό ψωμί και θα τραβήξω τον ανήφορο προς το χωριό, για άλλους αρρώστους...
Αργότερα τον ακολούθησα στο χωριό, όπως και οι υπόλοιποι εξόριστοι. Είδα με τα μάτια μου τους αρρώστους του και διεπίστωσα με ποια εκτίμησι και σεβασμό μιλούν για τα θύματα του Ιδιωνύμου οι χωρικοί της Ιου. Ας σημειωθή ότι ο εξόριστος ιατρός Βέργος εκαλείτο συχνά κατά το παρελθόν και σ' άλλα μικρά νησιά, όπου γιατροί δεν υπήρχαν. Το Κράτος, όμως, το απηγόρευσε. Οι κάτοικοι, φυσικά, διεμαρτυρήθησαν, αλλά ποιος προσέχει την φωνήν μερικών Ροβινσώνων της Ιου, της Σίκινου και της Ανάφης...
Αργά το βράδυ, γυρίζοντας πίσω στο λιμάνι, μιλήσαμε για τις αφορμές της εξορίας των. Ο γιατρός είχε θεωρηθή... επικίνδυνος από την χωροφυλακή Βόλου και γι' αυτό κατεδικάσθη 3 χρόνια φυλακή και 1 χρόνο εξορία. Οι καπνεργάτες Μανιτσάρας και Βουδούρογλου εφυλακίσθησαν και στάλησαν εξορία, ο πρώτος γιατί έλαβε μέρος σε «νόμιμη» συνέλευσι των καπνεργατών και ο δεύτερος γιατί εθεωρήθη επικίνδυνος! Ο αγρότης Στάθης κατεδικάσθη ένα χρόνο εξορία από την Επιτροπή Ασφαλείας Κοζάνης γιατί συμμετέσχε και αυτός εις μίαν κάθοδον των εργατών γης των Σκοπίων.
Ο σωφέρ Χαρμπαντίδης κατεδικάσθη 1 χρόνο φυλακή και εξορία, γιατί ευρέθη εις το αυτοκίνητό του ένα φύλλο... «Ριζοσπάστου»! Τέλος, ο φοιτητής Μπελογιάννης κατεδικάσθη εις τον Πύργον σε φυλάκισι 2 ετών, σε πρόστιμο 5 χιλ. δραχμών και 2 ετών εξορία, γιατί εζητωκραύγασε σε μια συγκέντρωσι υπέρ του... «εθνικού λαού»!
Σίκινος, άλλο νησί μαρτυρίου
Η Σίκινος δεν απέχει πολύ από την Νιό. Ούτε και διαφέρει των άλλων νησιών του μαρτυρίου και του θανάτου. Ξερότοπος, πιο πολύ από την Νιό και την Φολέγανδρο, θαρρεί κανείς ότι έχει μαζέψει επάνω της όλες τις πέτρες του κόσμου. Για πείνα και για δυστυχία ας μη γίνεται πια λόγος... Η φυματίωσις και οι άλλες αρρώστειες έχουν ρημάξει τους εξορίστους. Εκεί συνήντησα τους εξορίστους Δημ. Παπανικολάου, καταδικασθέντα διότι ήτο υποψήφιος βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου, Δημ. Παγώνην, Ν. Παπαβασίλην, Ν. Μαντηλάν, Ι. Χατζηφόρον, Γουβέκαν, τον αγράμματον Καπνάν, ο οποίος κατεδικάσθη ως επικίνδυνος... δημοσιογράφος και τυπογράφος (!), Λάππαν, Ακίνδυνον, Σ. Χατζησταύρου, Καζαντζήν, Αυξεντίου, Θεοδωρίδην, Μελίδην, Μπαρμπαλέξην, Μπαξιβάνην, Κομνηνόν και Κωστάραν. Επίσης, παράλληλα στις άλλες γελοίες αποφάσεις, συνεπεία των οποίων εξωρίστηκαν τόσοι άνθρωποι, βρήκα και δύο, που πρέπει να σημειωθούν ιδιαιτέρως:
Στη Σίκινο ευρίσκεται εξόριστος ο Ιωάν. Ζαχαρόπουλος, διότι, λέγει η απόφασις, «είναι ευγενής, και διά της ευφραδείας του κατορθώνει να δημιουργή οπαδούς!».
Η άλλη είναι τραγικωτέρα. Ο εξόριστος Χαρ. Θεοδοσίου κατηγορήθη ότι έκαμε Σοβιέτ εις την... Μυτιλήνην. Πώς; Ο Νομάρχης τούς είχε δώσει μοναστηριακά κτήματα να τα μοιράσουν. Ο Θεοδοσίου, μαζή με άλλους, ανέλαβε την εντολήν από τον Νομάρχην. Τα μοίρασαν, αλλά μόλις τελείωσαν την εργασίαν των, συνελήφθησαν και εξετοπίσθησαν!
Το Κράτος είχε φανή και την φοράν εκείνην αισχρόν και απερίγραπτον, έτσι όπως είναι, και όπως συμπεριφέρεται διά των χωροφυλάκων του και των επιτροπών Ασφαλείας, εις κάθε πτωχόν αστόν, εργάτην και αγρότην. Ενα Κράτος, που χάνει την αξιοπρέπεια και τον πολιτισμό του στην Ανάφη, στη Φολέγανδρο, στην Ιον και στη Σίκινο.
Γ. ΛΥΔΙΑΣ
Εφημερίς «Ελευθέρα Γνώμη»
10 Ιουνίου 1936
Βραχύβια εφημερίδα με αριστερή κατεύθυνση. Εκλεισε λίγο μετά τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936. Εξέδιδε συγχρόνως και το εγκυκλοπαιδικό-λαϊκό περιοδικό Α.Ο.Δ.Ο. (Από Ολα Δι' Ολους) με διευθυντή τον ποιητή Νίκο Χάγερ-Μπουφίδη
Η «κολλεχτίβα» της Ιου αποτελούσε άλλοτε την πλουσιωτέρα και πιο ενδιαφέρουσα ομάδα συμβιώσεως των εξορίστων. Είχε πολλούς να διαθρέψη. Το Κράτος έστελνε βαποριές ολόκληρες θυμάτων του Ιδιωνύμου, και η Νιό, με τις ακρογιαλιές της και τα γλέντια των ναυτικών, που δεν απέλιπαν, μπορούσε να θεωρηθή ο ιδεώδης τόπος... εξορίας! Τότε οι τραγικοί ιδεολόγοι έτρωγαν. Ησαν πολλοί. Το ενδεκάδραχμο επίδομα στο σύνολό του επέτρεπε την αγορά τροφίμων και ψωμιού. Η εποχή όμως εκείνη πέρασε και η πραγματικότης της σχετικής υποφερτής τροφοδοσίας εκείνης, μετεβλήθη εις όνειρον απίστευτον...
Σήμερα, οι λίγοι εξόριστοι που απομένουν, δύσκολα εξοικονομούν και το ψωμί ακόμη, μια φέτα ψωμιού βουτηγμένου στο νερό της θαλάσσης. Ζεστό φαΐ σημαίνει Πάσχα! Και Πάσχα, είναι μια φορά το χρόνο...
Στο μισογυρμένο κι' έτοιμο να καταρρεύση σπίτι της παραλίας, όπου μ' ωδήγησαν να βρω τα θύματα ενός Κράτους αναλγήτου και εγκληματικού, δεν βρήκα μόνον εξορίστους, πεινασμένους και υποφέροντας. Βρήκα όλη την ιστορία του πολιτισμού κουρελιασμένη, την έννοια κάθε ανθρωπισμού τσαλακωμένη κατά τρόπον οικτρόν και αξιοθρήνητον. Είδα στους εξορίστους κι' ανάμεσα στην απερίγραπτη τραγωδία της ζωής των, όλους αυτούς τους συμφεροντολόγους υμνωδούς, που τραγουδούν τα αγαθά των τωρινών συστημάτων και εκδηλώσεων του Κράτους ως ζωής ωργανωμένης, υποκείμενα γελοία όσον και κακοποιά...
Εξ άνθρωποι, από εκείνους, που πιστεύουν σε κάποιες προοδευτικώτερες ιδέες από τους χωροφύλακας, βρίσκονται εις την Νιό. Το Κράτος σκέφθηκε να τους απομονώση, αδιάφορο για τη ζωή των. Τους έστειλε εκεί και τους εγκατέλειψε. Πεινούν, διψούν και κάθε μέρα που περνά, σβύνει και ένα χρόνο της ζωής των. Ο πολιτισμός, ο ανθρωπισμός, όλα μαζή τα κοινωνικά συστήματα, σπάζουν και κομματιάζονται πάνω στο ετοιμόρροπο σπίτι της «κολλεχτίβας».
Τέσσαρα πτώματα αντίκρυσα μπαίνοντας. Ξαπλωμένα σε πρόχειρα κρεββάτια, σήκωσαν λίγο τα χλωμά και αναμαλλιασμένα κεφάλια των και κύτταξαν:
- Ποιον ζητάτε;... ρώτησε μια φωνή σαν ψίθυρος.
- Ολους σας... Είμαι...
Αλλά τι ήμουνα την ώρα κείνη; Ποιος άνθρωπος στη θέσι μου δεν θάνοιωθε ντροπή, ακριβώς διότι ήταν άνθρωπος, θεατής μιας τέτοιας καταισχύνης, τέτοιου εξευτελισμού κάθε εννοίας πολιτισμού και ανθρωπίνων αισθημάτων;
Οι τέσσαρες ζωντανοί νεκροί σηκώθηκαν. Μάλλον επίστευαν ότι σε ύπνο έβλεπαν την άφιξι δημοσιογράφου.
- Δεν μας έχουν συνηθίσει... Προ μηνός πέρασε κάποιος ηλικιωμένος με μαλλιά σαν χαίτη αλόγου. Τράβηξε στο χωριό, έκαμε μια βόλτα κι' έφυγε. Εγραψε ύστερα στην εφημερίδα του πως πήγε στον... Παράδεισο. Οι καχεκτικές γυναίκες τού φάνηκαν άγγελοι. Και το μόνο που βρήκε να γράψη, ήταν ότι η Νιό έχει τις ωραιότερες γυναίκες!...
Οι ετοιμοθάνατοι για την ζωήν των άλλων
Εμπρός μου είχα τον εξόριστο καπνεργάτη Ιωάν. Μανιτσάρα, τον επίσης καπνεργάτη Στ. Βουδούρογλου, τον εργάτη της γης Ιωάν. Στάθη και τον φοιτητή από τον Πύργο Ν. Μπελογιάννη.
Ελειπαν δύο. Ο Ηλίας Βέργος, ιατρός από τον Βόλο και σπουδασμένος στην Γερμανία και ο Θεόδ. Χαρμπαντίδης, σωφέρ.
Ο τελευταίος αυτός δεν άργησε να έλθη. Μισόγυμνος, είχε χωθή στη θάλασσα ζητώντας τροφή... Επί ώρες αγωνιζότανε να ξεκολλά από τα βράχια μικροσκοπικά όστρακα, να βρίσκη σαλιγκάρια και καβούρια, που εκρύβοντο μέσα στις τρύπες και του αιμάτωναν τα χέρια.
- Δεν χωρταίνει εύκολα κανείς, είπε, με πεταλίδες... Τρως μία και μέχρις ότου βρης την δεύτερη, έχεις χωνέψει την πρώτη!...
Ενα σκυλί, που πεινά κι' αυτό μαζή με τους εξορίστους, ήρθε και κουλουριάστηκε στον ήλιο για να στεγνώση. Η απελπισία το έχει αναγκάσει κι' αυτό να ρίχνεται μέσα στη θάλασσα και να ζητά τα ξεροκόμματα ή τ' αποφάγια που ρίχνουν τα βαπόρια και τα βενζινόπλοια. Το σκυλί τρώει καβούρια και κάθε τι που μόνο του διαπιστώνει ότι πίσω από το χορταριασμένο όστρακο κρύβει κάποια μικρή ζωή... Πριν από λίγες εβδομάδες, είχε στη μεγάλη του πείνα καταπιή ένα καβούρι, που του προκάλεσε τρομερή αναστάτωσι στο στομάχι. Για πολλές ώρες είχαν πιστέψει οι εξόριστοι ότι θα πέθαινε. Ευτυχώς, πρόλαβε και πέθανε το καβούρι στο στομάχι του μέσα...
Ενώ μιλούσαμε για τη ζωή της εξορίας, έφθασε ο γιατρός Βέργος. Ανθρωπος νέος, μορφωμένος και ενθουσιώδης για το μέλλον της ζωής.
- Δεν μπορούμε να πεθάνωμε... έλεγε εις απάντησιν της διατυπωθείσης ιδικής μου απαισιοδοξίας. Θα ζήσωμε, ακριβώς διότι αυτοί μάς έστειλαν για να πεθάνωμε εδώ. Υποφέρομε, βέβαια, η πείνα μάς εξαντλεί και μας θερίζουν οι στερήσεις, αλλά δεν χάνομε το θάρρος μας. Και όχι μόνο δεν λιποψυχούμε, αλλά φροντίζομε και για τους ντόπιους. Γιατρός και φάρμακα δεν υπάρχουν στο νησί. Οι κάτοικοι πεθαίνουν με ένα τσίμπημα καρφίτσας, με λίγο περισσότερο βήχα, χωρίς να βρίσκεται λίγη κινίνη, μια ασπιρίνη, μια σταγόνα ιωδίου. Η «κολλεχτίβα» μας δεν έχει τρόφιμα, ούτε ψωμί, έχει, όμως, τα απαραίτητα και στοιχειώδη φάρμακα. Εγώ προσωπικώς φροντίζω για τους αρρώστους χωρικούς. Δεν μπορούμε να τους αφήνωμε να πεθαίνουν. Τώρα νηστικός και εξηντλημένος γυρίζω από κάποιον άρρωστον. Θα ξεκουραστώ λίγο, θα φάω λίγο ξερό ψωμί και θα τραβήξω τον ανήφορο προς το χωριό, για άλλους αρρώστους...
Αργότερα τον ακολούθησα στο χωριό, όπως και οι υπόλοιποι εξόριστοι. Είδα με τα μάτια μου τους αρρώστους του και διεπίστωσα με ποια εκτίμησι και σεβασμό μιλούν για τα θύματα του Ιδιωνύμου οι χωρικοί της Ιου. Ας σημειωθή ότι ο εξόριστος ιατρός Βέργος εκαλείτο συχνά κατά το παρελθόν και σ' άλλα μικρά νησιά, όπου γιατροί δεν υπήρχαν. Το Κράτος, όμως, το απηγόρευσε. Οι κάτοικοι, φυσικά, διεμαρτυρήθησαν, αλλά ποιος προσέχει την φωνήν μερικών Ροβινσώνων της Ιου, της Σίκινου και της Ανάφης...
Αργά το βράδυ, γυρίζοντας πίσω στο λιμάνι, μιλήσαμε για τις αφορμές της εξορίας των. Ο γιατρός είχε θεωρηθή... επικίνδυνος από την χωροφυλακή Βόλου και γι' αυτό κατεδικάσθη 3 χρόνια φυλακή και 1 χρόνο εξορία. Οι καπνεργάτες Μανιτσάρας και Βουδούρογλου εφυλακίσθησαν και στάλησαν εξορία, ο πρώτος γιατί έλαβε μέρος σε «νόμιμη» συνέλευσι των καπνεργατών και ο δεύτερος γιατί εθεωρήθη επικίνδυνος! Ο αγρότης Στάθης κατεδικάσθη ένα χρόνο εξορία από την Επιτροπή Ασφαλείας Κοζάνης γιατί συμμετέσχε και αυτός εις μίαν κάθοδον των εργατών γης των Σκοπίων.
Ο σωφέρ Χαρμπαντίδης κατεδικάσθη 1 χρόνο φυλακή και εξορία, γιατί ευρέθη εις το αυτοκίνητό του ένα φύλλο... «Ριζοσπάστου»! Τέλος, ο φοιτητής Μπελογιάννης κατεδικάσθη εις τον Πύργον σε φυλάκισι 2 ετών, σε πρόστιμο 5 χιλ. δραχμών και 2 ετών εξορία, γιατί εζητωκραύγασε σε μια συγκέντρωσι υπέρ του... «εθνικού λαού»!
Σίκινος, άλλο νησί μαρτυρίου
Η Σίκινος δεν απέχει πολύ από την Νιό. Ούτε και διαφέρει των άλλων νησιών του μαρτυρίου και του θανάτου. Ξερότοπος, πιο πολύ από την Νιό και την Φολέγανδρο, θαρρεί κανείς ότι έχει μαζέψει επάνω της όλες τις πέτρες του κόσμου. Για πείνα και για δυστυχία ας μη γίνεται πια λόγος... Η φυματίωσις και οι άλλες αρρώστειες έχουν ρημάξει τους εξορίστους. Εκεί συνήντησα τους εξορίστους Δημ. Παπανικολάου, καταδικασθέντα διότι ήτο υποψήφιος βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου, Δημ. Παγώνην, Ν. Παπαβασίλην, Ν. Μαντηλάν, Ι. Χατζηφόρον, Γουβέκαν, τον αγράμματον Καπνάν, ο οποίος κατεδικάσθη ως επικίνδυνος... δημοσιογράφος και τυπογράφος (!), Λάππαν, Ακίνδυνον, Σ. Χατζησταύρου, Καζαντζήν, Αυξεντίου, Θεοδωρίδην, Μελίδην, Μπαρμπαλέξην, Μπαξιβάνην, Κομνηνόν και Κωστάραν. Επίσης, παράλληλα στις άλλες γελοίες αποφάσεις, συνεπεία των οποίων εξωρίστηκαν τόσοι άνθρωποι, βρήκα και δύο, που πρέπει να σημειωθούν ιδιαιτέρως:
Στη Σίκινο ευρίσκεται εξόριστος ο Ιωάν. Ζαχαρόπουλος, διότι, λέγει η απόφασις, «είναι ευγενής, και διά της ευφραδείας του κατορθώνει να δημιουργή οπαδούς!».
Η άλλη είναι τραγικωτέρα. Ο εξόριστος Χαρ. Θεοδοσίου κατηγορήθη ότι έκαμε Σοβιέτ εις την... Μυτιλήνην. Πώς; Ο Νομάρχης τούς είχε δώσει μοναστηριακά κτήματα να τα μοιράσουν. Ο Θεοδοσίου, μαζή με άλλους, ανέλαβε την εντολήν από τον Νομάρχην. Τα μοίρασαν, αλλά μόλις τελείωσαν την εργασίαν των, συνελήφθησαν και εξετοπίσθησαν!
Το Κράτος είχε φανή και την φοράν εκείνην αισχρόν και απερίγραπτον, έτσι όπως είναι, και όπως συμπεριφέρεται διά των χωροφυλάκων του και των επιτροπών Ασφαλείας, εις κάθε πτωχόν αστόν, εργάτην και αγρότην. Ενα Κράτος, που χάνει την αξιοπρέπεια και τον πολιτισμό του στην Ανάφη, στη Φολέγανδρο, στην Ιον και στη Σίκινο.
Γ. ΛΥΔΙΑΣ
Εφημερίς «Ελευθέρα Γνώμη»
10 Ιουνίου 1936
Βραχύβια εφημερίδα με αριστερή κατεύθυνση. Εκλεισε λίγο μετά τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936. Εξέδιδε συγχρόνως και το εγκυκλοπαιδικό-λαϊκό περιοδικό Α.Ο.Δ.Ο. (Από Ολα Δι' Ολους) με διευθυντή τον ποιητή Νίκο Χάγερ-Μπουφίδη