Ηταν ο αγωνιστής της Αντίστασης, στον οποίο ο Μίκης Θεοδωράκης έχει αφιερώσει ένα μέρος της «3ης Συμφωνίας» του: «Βυζαντινοί ύμνοι αφιερωμένοι στον Πέτρο της ΕΠΟΝ» - ήγουν στον Δημήτρη Δεσποτίδη.
Ηταν -προδικτατορικά- η ψυχή του αριστερού εκδοτικού οίκου «Θεμέλιο», που ξεθεμελίωσε η χούντα. «Ο Δεσποτίδης στάθηκε για μένα και για ολόκληρη τη γενιά μου ο άνθρωπος που μας άνοιξε παράθυρα στον κόσμο», είχε πει ο Βασίλης Βασιλικός, σε συνέντευξη που του είχα πάρει και δημοσιεύθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1981 στην «Ε».
Στον Βασίλη Βασιλικό απευθύνθηκα για το σημερινό «Διαχρονικό», το αφιερωμένο στον Δημήτρη Δεσποτίδη, καθώς στις 6 Ιανουαρίου συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από τότε (1981) που έφυγε από τη ζωή, γύρω στα 55 του. Και ανταποκρίθηκε πρόθυμα:
«Ο ινστρούχτοράς μου»
«Ηρθα επί τούτου το Γενάρη του 1981 από τη Νέα Υόρκη για το "τελευταίο αντίο". Είχαμε γνωριστεί είκοσι χρόνια πριν, πάλι Γενάρη μήνα, όταν ανέβηκα τους τέσσερις ορόφους, στα γραφεία της "Επιθεώρησης Τέχνης", να αφήσω ένα αντίτυπο από το "Φύλλο". Επεσα πάνω του. Δεν ήξερα ποιος είναι. Του το έδωσα. "Προσέξτε μη λεκιάσετε το εξώφυλλο", του είπα, "δεν στέγνωσε ακόμα το μαύρο χρώμα" (κι ούτε στα πενήντα χρόνια που πέρασαν έχει ακόμα στεγνώσει στα δύο-τρία αντίτυπα εκείνης της αυτοέκδοσης).
Αυτό ήταν. Από εκείνη τη σημαδιακή για μένα μέρα έγινα δορυφόρος στο άστρο του (τότε λεγόταν "συνοδοιπόρος"). Με μαγνήτισε. Κι έγινε ο "εκπαιδευτής" μου, δηλαδή ο ινστρούχτοράς μου. Ο,τι μου πρότεινε να διαβάσω, το ρουφούσα με απληστία. Σιγά-σιγά "κοκκίνιζα". Ο,τι μου ζητούσε να γράψω (τότε έγραφα περιστασιακά στον "Ταχυδρόμο", του Γιώργου και της Λένας Σαββίδη), το έγραφα με πάθος: για τους ρακοσυλλέκτες, για τις μάνες των πολιτικών κρατουμένων, για τα "σπίτια με τις τρύπες" (στα Δεκεμβριανά).
Ωσπου μια μέρα μου ζήτησε να γράψω ένα βιβλίο για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Δύο χρόνια παιδεύτηκα με την έρευνα, ενώ ο ίδιος μού έφερε όλο το υλικό της ανάκρισης του Σαρτζετάκη, σε φωτοτυπίες, κάπου σαράντα κούτες (πώς το βρήκε, ποτέ δεν τον ρώτησα), μα το βιβλίο δεν μπορούσα να το γράψω.
Τελικά, έπειτα από τρία χρόνια βρήκα την πρώτη φράση και ο "Ζ" τελείωσε σε 28 μέρες.
Χτυπήματα
Ομως, ένα περιστατικό που μεσολάβησε άλλαξε τα δεδομένα. Απρίλη του 1966, στο πολυσύχναστο βουλεβάρτο Σεν Ζερμέν, στο Παρίσι, πηγαίνοντας σε κάποια συνάντηση με μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ. Γαλλίας -με τον Αραγκόν, νομίζω, ή με τον Γκαροντί, δεν είμαι σίγουρος- για κάτι σχετικό με τον εκδοτικό οίκο "Θεμέλιο", που είχε δημιουργήσει με τον Θόδωρο Μαλικιώση στην Αθήνα, κάποιος ή κάποιοι τον χτύπησαν με λοστό στο κρανίο. Κι αν δεν τύχαινε να εφημερεύει στο νοσοκομείο, όπου τον μετέφερε το ασθενοφόρο, ο διάσημος Ελληνο-παρισινός νευροχειρουργός Στέλιος Νικολαΐδης, σίγουρα δεν θα την έβγαζε καθαρή. Η υγεία του, όμως, κλονίστηκε σοβαρά. Τα μικρά τότε παιδιά του, η Βίργκω κι ο Αντώνης, η γυναίκα του Ανθή -μάνα κουράγιο- καταξιωμένη παιδαγωγός, οι φίλοι, οι συγγενείς από τη γενέτειρά του την Αμοργό, ανησυχούσαμε. Ωστόσο, όπως είχε ξεπεράσει στο παρελθόν τόσα τραύματα, σε φυλακές και ξερονήσια, σύντομα το ξεπέρασε κι αυτό...
Ο Δεσποτίδης, μαζί με μια ομάδα φωτισμένων συντρόφων (Δημήτρης Ραυτόπουλος, Κώστας Κουλουφάκος, Γιάννης Χαΐνης, Στάθης Δρομάζος, Τίτος Πατρίκιος, Φίλιππος Ηλιού κ.ά.) υπήρξε από τους πρωτεργάτες της λεγόμενης "πολιτιστικής άνοιξης" της ελληνικής Αριστεράς. Είχε, μέσα στα άλλα, και κάτι το μοναδικό: να φέρνει στο αριστερό στρατόπεδο είτε νεοσσούς σαν εμένα, είτε καθιερωμένους σαν τον Θεοτοκά και τον Πλωρίτη, που εξέδωσαν τα βιβλία τους στο "Θεμέλιο", είτε ακόμα και μεγαλοαστούς, ώς και γόνους πρώην αυλαρχών. Σ' αυτόν, εξάλλου, οφείλεται η μελοποιημένη "Ρωμιοσύνη" του Ρίτσου και το "Μαουτχάουζεν" του Καμπανέλλη (αφού πριν είχε εκδοθεί σε βιβλίο στο "Θεμέλιο") από τον Θεοδωράκη.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1974, τόση ήταν η άγνοια των "ρηγάδων" της εποχής, μαζί και τα συντροφικά μαχαιρώματα, ώστε δεν εξελέγη μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Πικράθηκε και άρχισε να πίνει, ποιος; Αυτός που δεν είχαν αγγίξει αλκοόλ τα χείλη του. Πολλές φορές προβληματίστηκα έκτοτε ποια θα ήταν η θέση του στη σημερινή Αριστερά. Με το θάνατό του, πάντως, κόπηκε η επαφή μου με την Αριστερά. Για μένα μετρούσε πάντοτε ο συγκεκριμένος άνθρωπος κι όχι οι ιδέες.
Δεν μιλούσε ποτέ για το παρελθόν του. Δεν υπάρχει κανένα του γραφτό. Ηταν σωκρατικός σαν ιδιοσυγκρασία. Το δυστύχημα είναι που δεν βρέθηκε ένας Πλάτωνας, για να τον καταγράψει. Μιλώντας σε συνέπαιρνε, σε γοήτευε, σου άνοιγε τους ορίζοντες, πλάταινε τον κόσμο».