Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα


O Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα του οποίου το πλήρες όνομα είναι Φεδερίκο ντελ Σαγράδο Κοραθόν ντε Χεσούς Γκαρθία Λόρκα, γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου 1898 στο Φουέντε Βακέρος, μικρό χωριό στον νομό Βέγα της περιφέρειας Γρανάδας. Ήταν γιος ενός πλούσιου γαιοκτήμονα, του Φεδερίκο Γκαρθία Ροδρίγες (1859-1945), που στο δεύτερό του γάμο νυμφεύθηκε μια νεαρή και ευαίσθητη δασκάλα, τη Βιθέντα Λόρκα Ρομέρο (1870–1959) γυναίκα με εύθραυστη υγεία, σε βαθμό που να μην θηλάσει η ίδια το γιο της, αλλά μια παραμάνα, η οποία ήταν σύζυγος του επιστάτη του πατέρα του – και που παρ'όλα αυτά επηρέασε βαθύτατα την καλλιτεχνική εκπαίδευση του γιού της: πράγματι εγκατέλειψε γρήγορα τη διδασκαλία για να αφοσιωθεί στην εκπαίδευση του μικρού Φεδερίκο, στον οποίο μεταδίδει το πάθος της για το πιάνο και τη μουσική.

«Σιγοτραγουδούσε τα δημοτικά τραγούδια, ακόμη πριν μάθει να μιλάει και ενθουσιαζόταν στο άκουσμα κιθάρας.»

Η μητέρα του του μετέδωσε επίσης τη βαθιά συναίσθηση της κατάστασης των άπορων και το σεβασμό για τον πόνο τους, που ο Γκαρθία Λόρκα θα ενσωματώσει στο λογοτεχνικό του έργο. Ο Φεδερίκο περνά μια ευτυχισμένη σε πνευματικό επίπεδο παιδική ηλικία, αλλά σωματικά δύσκολη λόγω των συχνών ασθενειών, σε ένα περιβάλλον αγροτικό και γαλήνιο στο σπίτι του πατέρα του στο Φουέντε Βακέρος μέχρι το 1909. Η οικογένειά του αυξάνεται κατά τέσσερα παιδιά: τον Φραγκίσκο, την Κοντσίτα και την Ισαμπέλ, ενώ το τέταρτο, τον Λουίς, τον χάνουν σε ηλικία δύο ετών από πνευμονία. Ο Φεδερίκο μετακομίζει στη Γρανάδα.

Το 1909 μετακομίζει με την οικογένειά του στη Γρανάδα, κοντά στην πόλη της Ανδαλουσίας, όπου σύντομα εμπλέκεται με τις δραστηριότητες των τοπικών καλλιτεχνικών ομάδων.

Στη Γρανάδα σπουδάζει στο «Colegio del Sagrado Corazón», που διευθύνεται από έναν ξάδερφο της μητέρας του, και το 1914 εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο, φοιτώντας αρχικά στη νομική σχολή (όχι από δική του φιλοδοξία, αλλά για να ακολουθήσει την επιθυμία του πατέρα του) για να περάσει μετά στη φιλολογία. Γνωρίζει τις περιοχές των τσιγγένων (gitani) της πόλης που έγιναν μέρος της ποίησής του όπως αποδεικνύεται από το Romancero του 1928. Το πρώτο του λογοτεχνικό έργο, το «Εντυπώσεις και Τοπία», δημοσιεύεται το 1918, αλλά είχε επιτυχία μόνο σε τοπικό επίπεδο.



Συναντάει για πρώτη φορά αυτή την περίοδο τον λόγιο Μελτσόρ Φερνάνδεθ Αλμάγρο και τον νομικό Φερνάνδο Δε Λος Ρίος, μέλλοντα Υπουργό Παιδείας κατά τη διάρκεια της περιόδου με την ονομασία «Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία»: και οι δύο (ιδιαίτερα ο Φερνάνδο Δε Λος Ρίος) βοηθούν με καθοριστικό τρόπο την καριέρα του νεαρού Φεδερίκο. Ξεκινά στο μεταξύ τις σπουδές στοπιάνο υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Αντόνιο Σεγούρα, και γίνεται ένας επιδέξιος βιρτουόζος του κλασικού ρεπερτορίου, αλλά και του λαϊκού της Ανδαλουσίας. Με τον Γραναδό μουσικό Μανιουέλ Δε Φάγια, με τον οποίο διατήρησε μια δυνατή φιλία, συνεργάζεται στην οργάνωση της πρώτης τσιγγάνικης λαϊκής γιορτής τραγουδιού της Ανδαλουσίας (13-14 Ιουνίου 1922).

Τα ενδιαφέροντα που σηματοδοτούν την πνευματική περίοδο του ποιητή είναι η λογοτεχνία, η μουσική και η τέχνη, που μαθαίνει από τον καθηγητή Μαρτίν Δομίνγκεθ Μπερουέτα, τον συνοδοιπόρο του στο ταξίδι σπουδών στην Καστίλλη, από την οποία θα δημιουργηθεί η συλλογή της πεζογραφίας Impresiones y paisajes (Εντυπώσεις και Τοπία)

Το 1919 φτάνει στη Μαδρίτη για να συνεχίσει τις σπουδές του, κατοικώντας κοντά στην περίφημη Residencia de Estudiantes. Στο πανεπιστήμιο συνάπτει φιλία με τον Λουίς Μπουνιουέλ και τον Σαλβαδόρ Νταλί, όπως και με άλλες σημαντικές προσωπικότητες της ισπανικής ιστορίας. Μεταξύ αυτών και ο Γκρεγόριο Μαρτίνεθ Σιέρρα, ο διευθυντής τού Teatro Eslava, μετά από πρόσκλησή του οποίου ο Λόρκα γράφει και σκηνοθετεί το 1919-20, το πρώτο του έργο, «Τα μάγια της πεταλούδας», το οποίο όμως δεν είχε θετική αποδοχή.



Στο ίδρυμα Residencia ο Γκαρθία Λόρκα παραμένει εννιά χρόνια (μέχρι το 1928), εξαιρώντας την διαμονή του κάθε καλοκαίρι στη Ουέρτα Δε Σαν Βιθέντε, το εξοχικό του, και μερικά ταξίδια στηΒαρκελώνη και στην περιοχή Καδακές ως φιλοξενούμενος του Σαλβαδόρ Νταλί, με τον οποίο τον δένει μία σχέση εκτίμησης και φιλίας, η οποία έλαβε, από την πλευρά του Λόρκα, ερωτικό χαρακτήρα.

Ανήκει σε εκείνη την περίοδο η δημοσίευση του Libro de poemas, η προετοιμασία των συλλογών Canciones και Poema del Cante jondo (Το Ποίημα για το τραγούδι του βαθύ καημού), την οποία ακολούθησε το θεατρικό δράμα El maleficio de la maríposa (Τα μάγια της πεταλούδας), το οποίο ήταν μία αποτυχία: ανέβηκε μόνο μία φορά, και ως επακόλουθο της αποτυχίας ο Γκαρθία Λόρκα αποφάσισε να μην το δημοσιεύσει) το 1920 και το 1927 το ιστορικό δράμα Μαριάνα Πινέδα για το οποίο ο Σαλβαδόρ Νταλί σχεδίασε τα σκηνικά.

Θα ακολουθήσουν οι πρόζες με σουρεαλιστικό χαρακτήρα Santa Lucía y san Lázaro, Nadadora sumeringa (Η βυθισμένη κολυμβήτρια) και Suicidio en Alejandría (Αυτοκτονία στην Αλεξάνδρεια), οι θεατρικές πράξεις El paseo de Buster Keaton (Ο Περίπατος του Buster Keaton) και La doncella, el marinero y el estudiante (Η παρθένα, ο Ναύτης και ο Σπουδαστής), πέρα από τις ποιητικές διηγήσεις Primer romancero Gitano (Gypsy Ballads - Τσιγγάνικο Τραγουδιστάρι), Ωδή στον Σαλβαδόρ Νταλί και ένας μεγάλος αριθμός άρθρων, συνθέσεων, διάφορων δημοσιεύσεων, χωρίς να συμπεριληφθούν οι αναγνώσεις στα σπίτια φίλων, τα συνέδρια και η προετοιμασία του περιοδικού της Γρανάδας «Gallo» (Γκάγιο) και η έκθεση των σχεδίων στη Βαρκελώνη.
Οι κορυφαίες δημιουργίες του

Προς τα τέλη του 1929 ο Γκαρθία Λόρκα πέφτει θύμα μιας ολοένα και βαθύτερης κατάθλιψης, και αισθάνεται ενοχές για την ομοφυλοφιλία του, που καταφέρνει, όλο και λιγότερο, να κρύψει από φίλους και συγγενείς, ενώ αντίθετα η φήμη του για το «Τσιγγάνικο Τραγουδιστάρι» εξαπλώνεται ολοένα και πιο πολύ. Η οικογένειά, του βλέποντας την επιδείνωση της ψυχολογικής του κατάστασης, οργανώνει για αυτόν ένα ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής με τη μυστική βοήθεια του Φερνάνδο Δε Λος Ριος, φίλου μέσω του οποίου κατάφερε να κερδίσει υποτροφία



Αυτό το ταξίδι, και συγκεκριμένα η παραμονή του στη Νέα Υόρκη, όπου ο Φεδερίκο είναι φοιτητής για σύντομο χρονικό διάστημα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, κατέχει μεγάλη σημασία στην ποιητική δραστηριότητα του Γκαρθία Λόρκα. Αυτό που πολλοί θεωρούν αριστούργημά του, δηλαδή το έργο «Ποιητής στη Νέα Υόρκη» επικεντρώνεται στην αλλοτρίωση του ανθρώπου όπως τη συναντάμε στη σύγχρονη κοινωνία και τους μηχανισμούς που επιτρέπουν σε λίγους να κυριαρχούν επί των πολλών. Ένα πρωτοποριακό έργο για τα δεδομένα του καλλιτεχνικού πανοράματος σε σύγκριση με τα υπόλοιπα της εποχής, όπως οι θεατρικές πράξεις που πραγματοποιεί αυτή την περίοδο, για παράδειγμα το «Έτσι πέρασαν πέντε χρόνια» και «Το κοινό», μόνο που αυτό θα δημοσιευθεί στα τέλη του δεκαετίας του 1970, αλλά ποτέ ολοκληρωμένο.



Μετά από μια σύντομη αλλά γεμάτη ένταση παραμονή στην Κούβα, η επιστροφή του στην Ισπανία του 1930, συμπίπτει με την πτώση της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Το 1931 συνέθεσε το Ντιβάνι Της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Το 1931 ο Γκαρθία Λόρκα διορίζεται διευθυντής της εταιρείας Teatro Universitario la Barraca. Αυτή η εταιρεία, που ιδρύθηκε από τον Υπουργό Παιδείας, ανέλαβε την ευθύνη να διαδόσει τις θεατρικές παραγωγές τις στις πιο απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της χώρας. Ο Γκαρθία Λόρκα δεν περιορίζεται στο να διευθύνει, αλλά είναι και ηθοποιός.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιοδείας με το «La Barraca» συγγράφει τα πιο γνωστά του θεατρικά έργα, επονομαζόμενα ως «αγροτική τριλογία», «Ματωμένος γάμος», η «Γέρμα» και «το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα», τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο. Αντίστοιχο θέμα έχει και το ποίημα Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, το οποιο τελείωσε εκείνη την εποχή.



Το 1936 υποδέχθηκε τον Αλμπέρτι, καθώς επέστρεψε από τη Μόσχα. Συνέταξε μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος.

Το τραγικό τέλος
Οταν ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος ο Γκαρθία Λόρκα αναχώρησε από τη Μαδρίτη για τη Γρανάδα με σκοπό να αποχαιρετίσει τον πατέρα του. Ωστόσο, ο Γκαρθία Λόρκα και ο κουνιάδος του, που ήταν και σοσιαλιστής δήμαρχος της Γρανάδας, συνελήφθησαν ενώ βρίσκονταν στο σπίτι των Ροσάλες, φαλαγγιτών φίλων τους.

Το ξημέρωμα της 19ης Αυγούστου 1936, στρατιωτικοί του πολιτικού κινήματος CEDA πυροβόλησαν τον Γκαρθία Λόρκα, λόγω των αριστερών φρονημάτων του και τον έριξαν σε ανώνυμο τάφο στην περιοχή Fuentegrande de Alfacar στα περίχωρα του Βιθνάρ, κοντά στη Γρανάδα.



Το εκτελεστικό απόσπασμα αριθμούσε 12 άτομα, αποτελούμενο από αστυνομικούς, εθελοντές αλλά και κρατούμενους, τους οποίους υποχρέωσαν να διαπράξουν τη δολοφονία του Λόρκα υπό την απειλή της εκτέλεσης[εκκρεμεί παραπομπή]. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν γνώριζαν καν ποιος είναι αυτός που είχαν διαταχθεί να δολοφονήσουν. Για τη δολοφονία κατηγορήθηκαν ακροδεξιοί πολιτικοί και επιχειρηματικοί κύκλοι, μέλη επιφανών οικογενειών της Γρανάδας, καθώς και κάποιοι προερχόμενοι από την άκρως συντηρητική οικογένεια του πατέρα του, οι οποίοι ήταν έξαλλοι με τον πατέρα και ως εκδίκηση σκότωσαν τον γιο. Ο τάφος του δεν βρέθηκε ποτέ ...

You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες