Ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχοφ (Ρωσικά: Анто́н Па́влович Че́хов). Ρώσος συγγραφέας



Άντον Τσέχοφ: Οι καλλιεργημένοι άνθρωποι

Οι καλλιεργημένοι άνθρωποι σέβονται την ανθρώπινη ατομικότητα και γι' αυτό είναι πάντοτε συγκαταβατικοί, γελαστοί, ευγενικοί, υποχρεωτικοί.

Δεν χαλούν τον κόσμο για το σφυρί ή για τη γομολάστιχα που χάθηκαν. Δεν αγανακτούν για τους θορύβους ή το κρύο.

Δέχονται με καλοσύνη τα χωρατά και την παρουσία ξένων ανθρώπων στο σπιτικό τους. Δεν συμπονούν μονάχα τους κατώτερους, τους αδύναμους και τις γάτες. Πονάει η ψυχή τους και για κείνο που δεν φαίνεται με γυμνό μάτι.

Είναι ντόμπροι και φοβούνται το ψέμα σαν τη φωτιά. Δεν λένε ψέματα ακόμα και για τιποτένια πράγματα. Το ψέμα προσβάλλει εκείνους που το ακούνε και ταπεινώνει στα μάτια τους εκείνους που το λένε. Δεν παίρνουν ποτέ πόζα, στο δρόμο είναι όπως και στο σπίτι τους, δεν ρίχνουν στάχτη στα μάτια του κατώτερου τους.

Δεν είναι φλύαροι και δεν αναγκάζουν τον άλλο να ακούει τις εκμυστηρεύσεις τους όταν δεν τους ρωτάει. Δεν ταπεινώνονται για να κεντήσουν τη συμπόνια του διπλανού. Δεν παίζουν με τις ευαίσθητες χορδές της ψυχής των άλλων για να κερδίζουν σαν αντάλλαγμα αναστεναγμούς και χάδια.

Δεν λένε "εμένα κανείς δεν με καταλαβαίνει", ούτε "πουλήθηκα για πέντε δεκάρες", γιατί αυτά δείχνουν πως αποζητάν τις φτηνές εντυπώσεις. Είναι πρόστυχα τερτίπια, ξεθωριασμένα, ψεύτικα. Δεν είναι ματαιόδοξοι. Δεν τους απασχολούν τέτοια ψεύτικα διαμάντια όπως οι γνωριμίες με εξοχότητες.

Όταν κάνουν δουλειά που δεν αξίζει ένα καπίκι, δεν γυρίζουν με χαρτοφύλακα των εκατό ρουβλιών και δεν καμαρώνουν πως τάχα τους άφησαν να μπουν εκεί που δεν επιτρέπουν στους άλλους. Κι ο Κριλώφ ακόμα λέει πως το άδειο βαρέλι ακούγεται πιο πολύ από το γεμάτο.

Αν έχουν ταλέντο, το σέβονται. Θυσιάζουν γι' αυτό την ησυχία τους, τις γυναίκες, το κρασί, την κοσμική ματαιότητα. Είναι περήφανοι για την αξία τους και έχουν συνείδηση της αποστολής τους. Αηδιάζουν από την ασχήμια και καλλιεργούν μέσα τους την ομορφιά.

Δεν μπορούν να κοιμηθούν με τα ρούχα, δεν μπορούν να βλέπουν στο τοίχο κοριούς, να πατούν σε φτυσιές. Δαμάζουν όσα μπορούν και εξευγενίζουν το ερωτικό ένστικτο. Δεν κατεβάζουν βότκα όπου βρεθούν. Πίνουν μονάχα όταν είναι ελεύθεροι και τους δίνεται ευκαιρία. Γιατί τους χρειάζεται "γερό μυαλό σε γερό κορμί".

Απόσπασμα από γράμμα του Αντόν Τσέχοφ στον αδερφό του Νικολάι τον Μάρτιο του 1886.





Γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1860 στην κωμόπολη Ταγκανρόγκ, στη νότια Ρωσία. Ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της οικογένειάς του (Αλέξανδρος, Νικόλαος, Ιβάν, Μαρία, Μιχαήλ) και μεγάλωσε σε πολύ αυστηρό και θρησκευτικό περιβάλλον. Ο παππούς του Τσέχωφ ήταν δουλοπάροικος, που εξαγόρασε τη ελευθερία του και ο πατέρας του (Πάβελ Εγκοροβιτς) δούλευε ως λογιστής και διατηρούσε τυροκομείο. Το ελάχιστο κέρδος του πατέρα ήταν αδύνατο να καλύψει τις ανάγκες της μεγάλης οικογένειας και ανάγκασε τον πατέρα του να δηλώσει πτώχευση. Έτσι τα δύο μεγαλύτερα παιδιά ο Αλέξανδρος και ο Νικόλαος, αντιδρώντας στον αυταρχισμό του πατέρα τους και στην καθημερινή τους μιζέρια έφυγαν απ' το σπίτι. Για να αποφύγει τη δικαστική δίωξη των δανειστών του ο πατέρας του έφυγε από το Ταγκαρόγκ, κρύφτηκε στη Μόσχα και έγινε αλκοολικός. Λίγο αργότερα έφυγε και η μητέρα του με τη Μαρία και τον Μιχαήλ. Ο Τσέχωφ από την 6η τάξη του γυμνασίου αναγκάστηκε μόνος του να βγάζει το ψωμί του παραδίδοντας μαθήματα κατ' οίκον. Πούλησε ότι είχε απομείνει από τα πράγματα του σπιτιού και έστειλε τα λεφτά στους γονείς του στην Μόσχα.




Το 1879 ο Τσέχωφ μπαίνει στο ιατρικό τμήμα του πανεπιστημίου της Μόσχας, το οποίο τελείωσε το 1884. Από τον καιρό της σπουδής του στο γυμνάσιο, ο Τσέχωφ άρχισε να γράφει χιουμοριστικές σκηνές, αφηγήσεις, μονόπρακτα. Από το 1880 τα έργα του αρχίζουν να δημοσιεύονται στα περιοδικά «Ξυπνητήρι», «Θεατής», «Μόσχα», «Φως και σκιά», «Θραύσματα» κ.ά. με το ψευδώνυμο Αντόσια Τσεχοντέ. Το 1884 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο διηγημάτων «Τα παραμύθια της Μελπομένης». Το 1884-85 γράφει την ιατρική του διατριβή που δεν τελείωσε, εξαιτίας των ασχολιών του. Οι επισκέψεις του Τσέχωφ στους ασθενείς γίνονται δωρεάν. Κάνει ένα ταξίδι στη Σαχαλίνη για επιστημονικούς και φιλολογικούς σκοπούς.


Ο Αντόν Τσέχωφ πέθανε το 1904.




Eκατό χρόνια έχουν περάσει από το θάνατο του Αντόν Τσέχοφ σε μια λουτρόπολη του Μέλανα Δρυμού. Ο Ρώσος συγγραφέας ήταν πενήντα τεσσάρων ετών· πίσω του άφησε θεατρικά έργα (το «Θείο Βάνια», τις «Τρεις αδελφές», το «Βυσσινόκηπο», το «Γλάρο»), νουβέλες, μονόπρακτα (όπως την «Πρόταση γάμου» και τις «Βλαβερές συνέπειες του καπνού»), καθώς και πλήθος διηγήματα που δημοσιεύτηκαν στη διάρκεια της ζωής του (μερικά απ' αυτά στο σατιρικό έντυπο «Τζιτζίκι») ή που έμειναν στα συρτάρια του. Ο Τσέχοφ, όπως οι μεγαλύτεροι συγγραφείς του κόσμου, ασχολήθηκε με όλα τα είδη της πεζογραφίας και συνέδεσε το όνομά του με μισόν αιώνα ανθρώπινης ιστορίας: με την προεπαναστατική κατάσταση των πραγμάτων στη Ρωσία, με το θέατρο Στανισλάφσκι, που μόλις γεννιόταν· πολυγραφότατος και σε πείσμα της παλιάς γενιάς, που έβρισκε τα έργα του «χωρίς δράση», ο Τσέχοφ κατόρθωσε να ταυτιστεί με τη ρωσική «ψυχή» και να γίνει ο μάγος της. Το έργο του, αν και δεν του λείπει το χιούμορ, φέρνει τη σκιά του θανάτου, της αποσύνθεσης, της απελπισίας· οι ήρωές του παραμένουν ανήμποροι και νοσταλγικοί. Ο ίδιος έζησε τη φτώχεια και τον πατρικό αυταρχισμό -γεννήθηκε στο Ταγκαρόνγκ, ανάμεσα σε Έλληνες γείτονες- κι έπειτα τη φτώχεια των άλλων: σπούδασε ιατρική και την άσκησε χωρίς φιλοδοξία και χωρίς ανταμοιβές· σύντομα την εγκατέλειψε για τη λογοτεχνία. Εργαζόταν πάντα πολύ: πίστευε πως η ομορφιά της ζωής πηγάζει από την εργασία· η εργασία, οι κακουχίες και οι στερήσεις συνέβαλαν στο να προσβληθεί από φυματίωση.

You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες