Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος συζητά για το τραγούδι σήμερα με τον ομότεχνό του Ισαάκ Σούσι

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΙΑΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Σάββατο 20 Ιουνίου 2009
Λευτέρης Παπαδόπουλος: «Όσο πιο λιτός και πιο σύντομος είναι ο στίχος τόσο καρφώνεται στη ζωή σου» Ισαάκ Σούσι: «Πρέπει να υπάρχει και η πιο σύνθετη έκφραση. Αυτά τα καινούργια ραπ, χιπ χοπ είναι ελεεινά από άποψη στίχου»
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είναι ο βάρδος των αφανών. Όλα σχεδόν τα τραγούδια του αιματοδοτούνται από τις καθημερινές ιστορίες απλών ανθρώπων. Απ΄ αυτούς εμπνέεται, αυτούς δοξολογεί.
Μέσα από μια χαμοκέλα μεταξύ Φωκαίας και Αχαρνών, από πολύ νωρίς, στα εικοσιέξι του χρόνια, μας παρέδιδε τραγούδια μοναδικά που είναι σκέτες πλάκες χρυσό μέλι.
Ήδη μεσουρανούσαν ο Μάνος και ο Μίκης κι αυτό το προσφυγάκι μετρήθηκε ευθύς εξαρχής με το «Μέρα Μαγιού μού μίσεψες» και με το «Είμαι αητός χωρίς φτερά» γράφοντας την «Άπονη ζωή» και την «Καισαριανή»!
Περίπου χίλια τραγούδια μέχρι σήμερα έχει γράψει ο Λευτέρης, που φέτος γιορτάζει τα πενήντα του χρόνια τόσο στη δημοσιογραφία όσο και στο ελληνικό τραγούδι. Χίλια τραγούδια! Θα τα χαρακτήριζα σπιτικά. Μυρίζουν αχνιστό ψωμί, καθαρό λάδι, γλυκό μέλι και φρέσκο, φρεσκότατο γάλα.
Τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και τον Ισαάκ Σούσι τούς χωρίζουν περίπου σαράντα χρόνια δημιουργίας. Αλλά τους ενώνει η Τέχνη τους. Η στιχουργία. Το παιχνίδι αυτής της Τέχνης είναι σαν το παιχνίδι του παραδείσου, που διαδραματίζεται πάντα ανάμεσα στο Δέντρο της Ζωής και το Δέντρο της Γνώσης. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είναι το Δέντρο της Ζωής. Ο Ισαάκ Σούσι ζητάει μια «υπαρκτική πληρότητα».
Ζητάει μια «νοητική σύλληψη» για τα πράγματα. Και φοβάται τις λανθασμένες κινήσεις. Ο Λευτέρης είναι πιο γήινος. Γνωρίζει ότι η γνώση θέτει όρια. Και τέμνει τα πάντα με το πάθος, το τεράστιο ταλέντο του και την τεχνική του. Ο Ισαάκ Σούσι θέλει κοντά στο τραγούδι να υπάρχει και η Φιλοσοφία. Του Λευτέρη τού αρκεί η Ποίηση.
Στο υπέροχο νεοκλασικό, στο ισόγειο, όπου είναι το βασίλειο του Λευτέρη Παπαδόπουλου, με ένα τεράστιο μπιλιάρδο, που πάνω του ανάκατα βρίσκει κανείς βιβλία, στίχους, παλιές φωτογραφίες, εφημερίδες και τραπουλόχαρτα, εκεί έγινε η συνάντηση. Ο Λευτέρης, δίχως «σάλτσα ψευτιάς» πουθενά, ήταν αμείλικτος. Αλλά και ο Ισαάκ ανθεκτικός. Ένας καλλιτέχνης μεγάλης κλάσεως απέναντι σ΄ έναν ταλαντούχο ομότεχνό του. Κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης, μέσα σε μιαν Ελλάδα που η ατμόσφαιρά της μυρίζει απελπισία και μέσα σε μιαν Αθήνα που ζει με καθημερινούς πανικούς.
«Το τραγούδι έχει εξοντωτική απλότητα»
Γ.Λ.:Το τραγούδι έχει μέλλον;
Λ.Π.: Είναι δυνατόν; Το τραγούδι είναι το παν! Γ.Λ.:Θυμάμαι τον Μανόλη Αναγνωστάκη που μου είπε ότι η ποίηση είναι ξεπερασμένη και μετά με παρακάλεσε να μην το γράψω. Γι΄ αυτό σε ρώτησα.
Λ.Π.: Το τραγούδι είναι το παν σου ξαναλέω! Ι.Σ.: Αν επιβιώσει κάτι, θα είναι το τραγούδι. Δε θέλει την οργάνωση που θέλουν οι άλλες τέχνες. Γίνεται πιο εύκολα, είναι πιο άμεσο και πιο περιεκτικό.
Λ.Π.: Το τραγούδι έχει μια εξοντωτική απλότητα. Όσο πιο λιτά και πιο σύντομα είναι τόσο καρφώνεται στη ζωή σου. «Καβάλα στο δελφίνι τον κόσμο γύρισα, είπα να σε ξεχάσω, μα σ΄ αποθύμησα».
Ι.Σ.: Συμφωνώ με αυτά που λέει ο Λευτέρης αλλά επιμένω ότι ο καθένας μας δεν έχει την ελεύθερη βούληση αν θέλεις. Όλοι είμαστε παιδιά πλαισίων. Εγώ μεγάλωσα σε άλλο πλαίσιο με πιο σύνθετο στίχο. Του Σαββόπουλου. Και δεν μπορώ να πω ότι δεν με επηρέασε και δεν έγραψε στην ψυχή μου. Πρέπει να υπάρχει και αυτού του είδους η έκφραση, η πιο σύνθετη. Στον καλό Σαββόπουλο υπάρχουν πολλές λέξεις που είναι σημαίνουσες. Δεν είναι λογάκια. Αλλά αυτά τα καινούργια ραπ, χιπ χοπ είναι ελεεινά από άποψη στίχου.
Λ.Π.: Εγώ δεν έχω ιδέα από αυτά που λέει αυτός τώρα. Για μένα το τραγούδι είναι αυτόνομο. Και πρέπει να είναι. Η έμπνευση έχει έναν πόνο στο στομάχι, στην καρδιά. Και έρχεται ο άλλος και μου βάζει κάποια εικόνα που σου δείχνει ό,τι θέλει, υποκαθιστώντας την έμπνευσή μου; Εγώ γράφω και σήμερα με τον ίδιο τρόπο που έγραφα και τη δεκαετία του ΄60. Σα να μην έχει περάσει μια μέρα. Λέω «γειτονιά», λέω «σοκάκι». Σήμερα που δεν υπάρχει ούτε γειτονιά, ούτε σοκάκι.
Ι.Σ.: Δεν συμφωνώ. Ο Λευτέρης είναι ένας εξαιρετικά πείσμων δημιουργός, σε βάρος του εαυτού του μερικές φορές. Αν θα ΄θελε ο Λευτέρης να αποκρυπτογραφήσει και τη σημερινή εποχή με τις τρομερές αλλαγές, θα μπορούσε να το κάνει. Αλλά δεν του αρέσει, είναι μερακλής.
Γ.Λ.:Και καλά κάνει και δεν του αρέσει.
Ι.Σ.: Εγώ που τον έχω μελετήσει σαν στιχουργό και τον γνωρίζω λίγο σαν άνθρωπο πιστεύω ότι είναι ολοζώντανος. Τα ΄χει παρακολουθήσει όλα από πολύ κοντά και μπορεί.
Λ.Π.: Δεν μίλησα ότι δεν τα κάνω από έλλειψη ικανότητας. Δεν με ενδιαφέρουν. Η δουλειά μας είναι οι λέξεις, κι εγώ έχω ένα λεξιλόγιο φτιαγμένο από τον Καρυωτάκη, από τον Βάρναλη, από τον Καββαδία, από τον Λειβαδίτη. Μ΄ αυτές τις λέξεις πλάστηκα. Αυτές τις λέξεις ξέρω. Μ΄ αυτές κάνω τα τραγούδια μου εξήντα χρόνια. Λέω «τσέρκι» που οι σημερινοί δεν ξέρουν τι σημαίνει. Λέω «πηλοφόρι», «μυστρί». Λέει κανένας αυτές τις λέξεις; Κάποιος πρέπει να καταπιαστεί και να γράψει ένα δοκίμιο γι΄ αυτές τις χαμένες στον ωκεανό λέξεις. Το ΄κανε ο Ελύτης στον «Μικρό Ναυτίλο».
Γ.Λ.:Λευτέρη, τι τραγούδια ακούς;
Λ.Π.: Δεν ακούω τίποτα. Γ.Λ.:Μπορεί να γράφει ένας άνθρωπος καταπληκτικά τραγούδια και να μην ακούει τραγούδια;
Λ.Π.: Δεν ακούω τραγούδια! Τα βαριέμαι! Είναι τα ίδια πράγματα. Κι άμα είναι τίποτε πολύ καλό, όπως αυτού του μαλάκα, τον οποίον εγώ ανακάλυψα, τότε χαίρομαι. Το βάζω το τραγούδι στη ζωή μου. Στον Σούσι έχω μια αδυναμία. Έγραψε πράγματα που με αγγίζουνε, με τρυφερεύουνε, μου κάνουν τη ζωή καλύτερη. Μπορώ να τα πω και στη γυναίκα μου. Όπως ο «Γάτος», όπως ο «Νότος». Αλλά και το άλλο, τον «Στρατιώτη». Υπέροχο δεν είναι; Ο Σούσι είναι μοναχικός μαλάκας. Και είναι και μπατίρης. Και περνάει και πάρα πολλές ώρες μόνος με τον εαυτό του. Θα ΄θελα να ΄χει φράγκα ο Σούσι.
Ι.Σ.: Κι εγώ θα ήθελα. Όχι να έχω φράγκα. Να μπορώ να ζω πιο άνετα.
Λ.Π.: Θα ΄θελα να ΄χει μια άνεση. Επειδή είναι ιδιόμορφο και τρυφερό παιδί. Να μπορεί να παίρνει τα βιβλία που θέλει. Να μη δεινοπαθεί. Αυτό είναι το πρώτο. Και μετά θα στρωνόταν ο καλός μου με τις ώρες, γιατί θα ΄χε τη δυνατότητα να γράφει, και θα έγραφε πολλά τραγούδια της ποιότητας που γράφει. Κι όταν συνέβαινε αυτό, θα εκτόπιζε πολλές αθλιότητες που κυκλοφορούν.
Ι.Σ.: Είμαι πολύ κομπλεξικό άτομο. Κι έχω γνωρίσει στον χώρο μας όλες τις μορφές. Από τους επιζήσαντες. Αλλά ο μόνος που πραγματικά αισθάνθηκα ότι ήθελα να τον έχω γνωρίσει εκ των υστέρων ήταν ο Λευτέρης. Γιατί ο Λευτέρης δεν ήταν μαυσωλείο.
Γ.Λ.:Δεν είναι όντως μαυσωλείο ο Πρόεδρος.Αλλά τον προσκυνάμε όλοι σαν να ΄ναι ο Λένιν στο Μαυσωλείο.
Ι.Σ.: Τον προσκυνάτε. Εγώ δεν τον προσκύνησα.
Γ.Λ.:Κακώς...
Ι.Σ.: Από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα αισθάνθηκα εντονότατο ενδιαφέρον. Και μου έδωσε πολύ περισσότερα απ΄ όσα φανταζόμουνα. Δεν τον είδα όμως σαν Παπαδόπουλο. Τον γνώρισα σαν άνθρωπο. Αυτό που με συνδέει ψυχικά με τον Λευτέρη, παρ΄ ότι δεν έχουμε ποτέ αναφερθεί σ΄ αυτό, αυτό που αποτελεί τη νοερή κοινή μας βάση, είναι ο Καρυωτάκης. Μπορεί ο Λευτέρης να μην τον ανασύρει συχνά, αλλά τον ανασύρει σε κάποιες στιγμές και τον εμπεριέχει. Δηλαδή τα τραγούδια του «Δρόμου» τον εμπεριέχουν. Και στο δεύτερο που μοιάζουμε με τον Λευτέρη είναι ότι και οι δυο μας, ο καθένας με τον τρόπο του και το ταμπεραμέντο του, θέλουμε να ζήσουμε.
Και ο Καρυωτάκης ήθελε να ζήσει.
«Έχω ένα λεξιλόγιο φτιαγμένο από τον Καρυωτάκη, από τον Βάρναλη, από τον Καββαδία, από τον Λειβαδίτη. Μ΄ αυτές τις λέξεις πλάστηκα»
Ο στίχος δεν είναι επάγγελμα
Γ.Λ.:Εσύ Λευτέρη πότε και πώς ξεκίνησες;
Λ.Π.:Από δεκαπέντε χρονών είχα μια διάθεση έμφυτη για καλαμπούρι, για την παρέα, για τα κορίτσια. Σατιρικά κυρίως πράγματα. Τα έκανα μέσα στα πάρτι. Λίγο αργότερα άρχισα να ψιλογράφω τραγούδια, στίχους, και ποιήματα για τον εαυτό μου. Γ.Λ.:Και ξαφνικά,βρε αθεόφοβε, γράφεις το πρώτο σου τραγούδι που είναι η «Άπονη ζωή»;Έτσι ξυλάρμενος στον ελληνικό ωκεανό;
Λ.Π.:Τον διαπλέω όμως τον ελληνικό ωκεανό. Τρικάταρτος. Χαλάει ο κόσμος.
Γ.Λ.:Ποιος πλησίασε πρώτος τον άλλον;Εσύ τον Ξαρχάκο ή αυτός εσένα;
Λ.Π.:Γύρω στα δεκαοχτώ μας. Οι γυναίκες μας κάνανε παρέα. Και πηγαίναμε με άλλους δυο τρεις στο Πέραμα όπου παίζαν ζωντανά ο Τσιτσάνης και άλλοι. Μαγική εποχή. Και πολύ φτηνά. Ψαράκι τηγανητό, ρετσίνα και λοιπά...
Γ.Λ.:Εσύ Ισαάκ εκείνη τη δεκαετία γεννήθηκες;
Ι.Σ.:Όχι το ΄61 γεννήθηκα. Αλλά με εντυπωσίασε αυτό που είπε ο Λευτέρης για το Πέραμα. Είναι η κρυφή ιστορία της δικής μου ζωής που ξεκίνησε πριν από δεκατρία χρόνια. Μια φοβερή ιστορία. Η μούσα μου σε πολύ μεγάλο βαθμό. Βέβαια έζησα ένα Πέραμα πολύ διαφορετικό από του Λευτέρη. Να μην μπορείς να το δεις, να μην μπορείς να κάτσεις. Αυτό που περιγράφουν τρομερά στον πρώτο τους δίσκο οι Αctive Μember.
Γ.Λ.:Ποια ήταν τα πρώτα σου ακούσματα Ισαάκ;
Ι.Σ.:Ακραιφνώς χατζιδακικά. Λαϊκά δεν ακούγαμε σπίτι εκτός από τα αρχοντορεμπέτικα. Η μητέρα μου όμως ήταν από το Γκαζοχώρι, τη σημερινή Τεχνόπολι. Παράγκες πλάι πλάι και αυλές των εικοσιπέντε οικογενειών η καθεμία.
Γ.Λ.:Και πώς παντρεύτηκε ο Χατζιδάκις του πατέρα σου με το Γκαζοχώρι της μάνας σου;
Ι.Σ.:Εδώ ο Εβραίος παντρεύτηκε τη χριστιανή. Εσύ ρωτάς πώς παντρεύτηκαν τα ακούσματα;
Γ.Λ.:Από τη μεριά της ποίησης ποιος οδηγεί τα πράγματα;
Ι.Σ.:Ο Καρυωτάκης. Την τριάδα τη δική μου τη συμπληρώνει ο Καβάφης και ο Σεφέρης. Γ.Λ.:Παράξενο, και ο Καρυωτάκης
είχε μια δυνατή σατιρική πλευρά.
Ι.Σ.:Εντάξει, δεν θα το κρίνουμε έτσι. Είναι μισός σατιρικός ποιητής ο Καρυωτάκης. Εμένα με συγκίνησε επάνω του το αντικαλλιτεχνικό του, η ζωή του δηλαδή. Η Λιλή Ζωγράφου λέει συγκρίνοντάς τον με τον Καζαντζάκη ότι το όνειρο ήταν ο Καρυωτάκης και όχι ο Καζαντζάκης.
Λ.Π.:Προηγήθηκαν και άλλοι ποιητές που γράψαν τραγούδια τότε. Ο Δροσίνης, ο Πολέμης. Ο Πολέμης γράφει το «Καταραμένε κάπελα και μόρτη ταβερνιάρη». Και ο Ρίτσος απ΄ ό,τι θυμάμαι ήθελε πάρα πολύ να γράψει τραγούδια κι έγραψε με τον Σπήλιο τον Μεντή μερικά.
Γ.Λ.:Λευτέρη, ποιοι είναι οι μεγάλοι στιχουργοί της δικής σου εποχής;
Λ.Π.: Ο Γκάτσος, ο Χριστοδούλου, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης.
Γ.Λ.:Στιχουργούς τους λες;
Λ.Π.: Ο Καμπανέλλης έχει γράψει τα ωραιότερα τραγούδια. Όλα αυτά του Χατζιδάκι είναι υπέροχα.
Ι.Σ.: Εγώ θα έλεγα ότι στιχουργός ήταν η Παπαγιαννοπούλου. Ήταν πολύ μπροστά, πολύ προχωρημένος άνθρωπος. Ζούσε και μια εφαρμογή της ζωής της ήταν και ο στίχος. Δεν υπήρχε κάτι το στενά επαγγελματικό που υπάρχει σήμερα. Ήταν ένα ποτάμι. Άφησε κάποιες σταγόνες σε στίχους. Έχει όγκο η Παπαγιαννοπούλου που υπερβαίνει κατά πολύ τα γραπτά που άφησε πίσω της. Έτσι μου αρέσει να είναι οι δημιουργοί. Λ.Π.: Μαλακίες λέει αυτός! Η Ευτυχία έγραφε μόνο για να βγάζει λεφτά και ήταν ψώνιο με την τέχνη. Έχει γράψει δύο ποιητικές συλλογές. Από μικρή ασχολιόταν συνέχεια με τον στίχο. Λάτρευε τον Κρυστάλλη. Τέτοιου είδους τραγούδια. Είχε και μια μυρωδιά Ανατολής. Και ήθελε να βγάζει λεφτά κυρίως...
Ι.Σ.: Ναι, αλλά δεν ήταν η λόγια η αποδεδειγμένη που έπρεπε σε ένα περιβάλλον να κάνει ντε και καλά αυτό.
Λ.Π.: Όχι, όχι, δεν ήταν. Αλλά ούτε εγώ ήμουν λόγιος αποδεκτός σε ένα περιβάλλον. Όταν βγαίνω, εγώ υπάρχει ο Γκάτσος, ο Χριστοδούλου, ο Γκούφας. Υπάρχει όλος ο κόσμος. Και για να τελειώνουμε το θεωρώ πολύ μεγάλο γεγονός να είσαι μεγάλος στιχουργός. Νέτα σκέτα.
Γ.Λ.:Εσύ Ισαάκ, νιώθω ότι αποφεύγεις να δηλώσεις ότι είσαι στιχουργός.
Ι.Σ.:Το ότι υπάρχει επάγγελμα στιχουργός σήμερα υπάρχει, αλλά εγώ δεν είμαι. Δεν είναι επάγγελμα για μένα ο στίχος. Οπωσδήποτε πληρώνομαι γι΄ αυτά που κάνω και αυτό ενέχει κάτι από την έννοια του επαγγελματισμού, αλλά δεν δέχομαι παραγγελίες. Δεν μπαίνω μέσα σε σχέδια που δεν με αφορούν.
Γ.Λ.:Μοιάζει να υποτιμάς αυτή την πλευρά του επαγγέλματος.
Ι.Σ.:Δεν την υποτιμώ απλά. Την υποτιμώ βαθιά. Δεν τη θεωρώ τραγούδι.
Γ.Λ.:Δηλαδή, δεν μπορεί ένας επαγγελματίας στιχουργός να ζει από το τραγούδι και ταυτοχρόνως να είναι και μεγάλος δημιουργός;
Ι.Σ.:Καλά, εδώ έχουμε μια εξαίρεση που προφανώς δυσκολεύει τα πράγματα γιατί ο Λευτέρης είναι η εξαίρεση. Όντως είναι ένας μεγάλος δημιουργός που μπήκε σε αυτό το πλαίσιο και θριάμβευσε. Μπορείς να μου πεις πολλούς ακόμα τέτοιους; Υπάρχουν πρόσωπα που το ταλέντο τους είναι διαγνωσμένο. Όπως η Λίνα Νικολακοπούλου. Όμως έγραψαν είκοσι υπέροχα πράγματα και πεντακόσια που δεν χρειαζόντουσαν. Για μένα το τραγούδι πρέπει να είναι αναγκαίο.
Λ.Π.:Τι λέει τόση ώρα αυτός; Άκου να δεις πόσο ψηλά βάζει τη στιχουργία ο Ελύτης. Διαβάζω από το «Εν λευκώ» το κομμάτι που έχει γράψει για «Τα ρω του έρωτα».
«Κοντά στα ποιήματά μου, δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου. Έτσι ή αλλιώς, μιλά κανείς για τα ίδια πράγματα που αγαπά, και από κει και πέρα το λόγο έχουν αυτοί που θα τ΄ ακούσουν. Λένε πως το είδος έχει ορισμένους κανόνες. Δεν τους ξέρω, και πάντως δεν ενδιαφέρθηκα ή δεν μπορούσα ίσως να τους ακολουθήσω. Δουλεύει ο καθένας όπως νιώθει. Και η θάλασσα είναι απέραντη, τα πουλιά μυριάδες, οι ψυχές όσες και οι συνδυασμοί που μπορούν να γεννήσουν οι ήχοι και τα λόγια, όταν ο έρωτας και το όνειρο συμβασιλεύουν».
«Υπάρχουν πρόσωπα που το ταλέντο τους είναι διαγνωσμένο. Όμως έγραψαν είκοσι υπέροχα πράγματα και πεντακόσια που δεν χρειαζόντουσαν. Για μένα το τραγούδι πρέπει να είναι αναγκαίο»
«Απέναντί μας έχουμε ένα κοινό τσιμεντένιο»
Γ.Λ.:Ένας στιχουργός απευθύνεται σε κάποιο συγκεκριμένο κοινό; Ή λειτουργεί όπως ο ποιητής;
Ι.Σ.: Πάντως εγώ από την αρχή δεν απευθύνθηκα στο κοινό. Το κοινό είναι μια έννοια θολή. Με πάει στη μάζα, κάτι που απεχθάνομαι. Δεν με δέσμευσε ποτέ να έχεις κόσμο κάτω. Ποτέ δεν ήμουν απλά και μόνο «Ο γάτος». «Ο γάτος» έγινε επιτυχία για εκατομμύρια ανθρώπους αλλά ήταν ελάχιστοι αυτοί που κατάλαβαν το τραγούδι. Εδώ και ο ίδιος ο άνθρωπος που έγραψε τη μουσική του, ακόμα και μέχρι σήμερα, δεν ξέρει να αναλύσει τον συγκεκριμένο στίχο. Πιστεύει ότι επειδή ο στίχος έχει μια πονηριά γι΄ αυτό έγινε επιτυχία.
Λ.Π.:Συνήθως οι μουσικοί δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Τώρα αυτά που λέει αυτός περί μάζας δεν τα καταλαβαίνω. Εγώ γράφω έχοντας στον νου μου το κοινό. Η «Άπονη ζωή» γράφτηκε για το σινεμά. Γράφω αυτό που αισθάνομαι αλλά ξέροντας ότι θα υπάρχουν ακροατές. Ίσως φταίμε εμείς οι ίδιοι που δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο. Γιατί απέναντί μας έχουμε ένα κοινό τσιμεντένιο που το ενδιαφέρει να λέει «σ΄ αγαπώ», «μ΄ αγαπάς», «μη με διώχνεις», «μη με εγκαταλείπεις», «δεν μπορώ θα πεθάνω».
Γ.Λ.:Ποιο τραγούδι θα μπορούσε να εκφράζει αυτά τα παιδιά που εξεγέρθηκαν πρόσφατα;
Λ.Π.:Αυτά τα παιδιά σωστά κάνανε την εξέγερσή τους και δεν έχουν τραγούδια να τα καλύπτουν.
Υπάρχουν κάποιοι δημιουργοί. Ο συνεργάτης του Ισαάκ, ο Μαχαιρίτσας, θα μπορούσε να τα εκφράσει. Όλοι αυτοί όμως είναι παιδιά του Σαββόπουλου. Σήμερα δεν γράφονται τέτοιες μουσικές, γράφονται αμερικανοειδείς μουσικές.
Θα μπορούσαν να χωρέσουν τέτοια βιώματα σε λαϊκά τραγούδια αλλά οι νέοι σήμερα δεν γουστάρουν να ακούν λαϊκά. Σιγά σιγά οι εταιρείες δίσκων απονεύρωσαν τον λαϊκό τραγούδι. Πετάνε από τα τραγούδια το μπουζούκι ύστερα από σαράντα χρόνια θριάμβου.
Ι.Σ.:Εγώ συμμετείχα στις κινητοποιήσεις.
Γ.Λ.:Αν και δεν είσαι τόσο νέος...
Ι.Σ.:Από τη συντριπτική πλειοψηφία των νέων είμαι σαφώς νεώτερος όπως και ο Λευτέρης.
Υπήρξα σαφώς νεώτερος από τους περισσότερους της δικής μου γενιάς. Βλέπεις, υπάρχει ένας ευτελισμός του ανθρώπινου είδους και στα γονίδια ακόμα. Πως λέγανε παλιά ότι οι γαλαζοαίματοι είναι λίγο αρρωστημένοι εξαιτίας τών μεταξύ τους ερωτικών σχέσεων; Φαίνεται υπάρχει κάποιο είδος προπατορικού αμαρτήματος που το πληρώνει η ανθρωπότητα. Γ.Λ.:Γιατί εξεγέρθηκαν τελικά αυτά τα παιδιά;
Ι.Σ.:Γιατί το είχαν οργανικά ανάγκη. Η πρώτη έννοια της εξέγερσης είναι οργανική. Το κυρίαρχο στοιχείο την Ελλάδα, αυτό που διαμορφώνει την ιστορία της, είναι το εμφύλιο στοιχείο. Το εμφύλιο κυριαρχεί. Είναι πάνω από όλα και πριν από όλα. Από αρχαιότατων χρόνων. Στην Ελλάδα υπάρχει ας πούμε μέσα στον ίδιο άνθρωπο ο διπολισμός.

You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες